Τα εμπόδια και οι ευκαιρίες της «Ανανέωσης» Ανδρουλάκη – Γιατί έχασε ο Παπανδρέου

Με 67,88% έναντι 32,12% του Γ. Παπανδρέου, ο ευρωβουλευτής του Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης, έλαβε σαφή εντολή για «Ανανέωση» από τους υποστηρικτές της παράταξης, με την επόμενη μέρα να δείχνει ελπιδοφόρα αλλά σίγουρα όχι ανέφελη

4 χρόνια μετά την ήττα του απέναντι στη Φώφη Γεννηματά, «ο γιος του Μαρίνου», όπως είναι γνωστός στους εκσυγχρονιστές του ΠΑΣΟΚ, λόγω προσωπικής φιλίας του πατέρα του με τον Κώστα Σημίτη, κατάφερε να γίνει ο νέος ένοικος της Χαριλάου Τρικούπη. Η νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη σηματοδοτεί την επανάληψη μιας σπάνιας ιστορικής συγκυρίας, καθώς από το 1956, η μοναδική φορά που ηττήθηκε κάποιο από τα μεγάλα ονόματα της Μεταπολίτευσης όπως Παπανδρέου ή Καραμανλής, από κάποιον «άσημο», ήταν το 2000, όταν ο Σημίτης νίκησε τον Κώστα Καραμανλή στις εθνικές εκλογές.

propoli

Με 67,88% των ψήφων και έναν πανίσχυρο κομματικό μηχανισμό που θα κρατάει τα γκέμια του κόμματος μέχρι να πατήσει ο ίδιος πόδι στην Βουλή, ο Ανδρουλάκης έχει λάβει ξεκάθαρη εντολή για να εκπληρώσει το μήνυμα της προεκλογικής του καμπάνιας, την «Ανανέωση». Με αυτόν τον τρόπο, οι εσωκομματικές ισορροπίες και οι επικείμενες συγκρούσεις με την κυβέρνηση Μητσοτάκη θα καθορίσουν την εικόνα που θα λάβει το νέο Κίνημα Αλλαγής.

Η ιδιότυπη συγκατοίκηση της διεύρυνσης του ΠΑΣΟΚ

Μια πρωτόγνωρη κατάσταση έχουν να αντιμετωπίσουν όσοι νοούσαν το ΠΑΣΟΚ ως μια γερασμένη δύναμη, που ήταν έτοιμη να δώσει τα ηνία της Κεντροαριστεράς στον ΣΥΡΙΖΑ. Μια ομάδα σαραντάρηδων, που σφυρηλατήθηκε στις πολιτικές ήττες των μνημονίων και δεν έχει δεί εσωτερικό υπουργείου παρά μόνο στα χαρτιά, αναλαμβάνει τα ηνία.

Ο αρχηγός τους, ένα πράσινο στέλεχος που τα τελευταία 2 χρόνια απέφευγε τις σφοδρές συγκρούσεις με την ομάδα της Γεννηματά, κρατούσε επικοινωνιακά ήπιο προφίλ σε κάθε εσωκομματικό σκόπελο, σε μια προσπάθεια να φτιάξει ένα πιο ενωτικό προφίλ από αυτό που αναγκάστηκε να κληρονομήσει η αείμνηστη Φώφη. Φυσικά, η οργανωτική δουλειά του μηχανισμού του στο υπογάστριο του κόμματος, δούλευε υπερωρίες για να τον αναδείξει.

Όσο απουσιάζει από τα έδρανα της Βουλής, η Ανανέωση θα εκφραστεί κυρίως από την δραστηριότητα της εκσυγχρονιστικής πτέρυγας του κόμματος που θα αναλάβει όλες τις θέσεις κλειδιά στην παράταξη. Η νέα γενιά στελεχών είναι πλέον γεγονός, με έντονη την σκιά του Σημίτη στις επιλογές.

Το πλάνο σίγουρα περιλαμβάνει σε νευραλγικές θέσεις τον Μιχάλη Κατρίνη, βουλευτή της νέας γενιάς από έναν παπανδρεϊκό νομό, όπου φρόντισε να σαρώσει ο Ανδρουλάκης και τον Κώστα Σκανδαλίδη, στενό συνεργάτη του προέδρου και γραμματέα του ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη. Φυσικά, στελέχη του Λοβέρδου, όπως η Χαρά Κεφαλίδου και η Νάντια Γιαννακοπούλου αναμένεται να αξιοποιηθούν, ενώ σίγουρα θα γίνει άνοιγμα και στην Παπανδρεϊκή πτέρυγα, με πρόσκληση στον Καστανίδη για την νομή των θέσεων.

Εδώ πέρα, οι ισορροπίες είναι εύθραυστες αλλά σίγουρα το ποσοστό του Ανδρουλάκη προσφέρει ελευθερία κινήσεων. Η σχέση του με τους «παπανδρεϊκούς» του ΠΑΣΟΚ ήταν πάντοτε ανταγωνιστικές, σχέσεις που μοιράζεται με όλους τους εκσυγχρονιστές που κληρονόμησαν το Σημιτικό πνεύμα. Μπορεί ο Κώστας Σημίτης να έδωσε το δαχτυλίδι της διαδοχής στον Γιώργο Παπανδρέου για να μην ηττηθεί από τον Καραμανλή το 2004,, αλλά στην εσωκομματική εκλογή του 2007 οι περισσότεροι εκσυγχρονιστές, όπως ο Ανδρέας Λοβέρδος, το «είχαν ρίξει» στον Βαγγέλη Βενιζέλο. Χωρίς τον Ανδρουλάκη στην Βουλή, ο παπανδρεϊκός πυρήνας θα έχει την ευκαιρία να ανασυνταχτεί και να πατήσει πόδι στον τρόπο άσκησης αντιπολίτευσης. Το μπαλάκι είναι ξανά στο μέρος του Παπανδρέου.

Η κατάσταση με τα διαχρονικά στελέχη φαντάζει απλή σε σχέση με την αναμενόμενη διεύρυνση που θα πραγματοποιηθεί, κυρίως προς τον ΣΥΡΙΖΑ και παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Από ένα συγκριτικά ομογενές κόμμα, Η μοίρα του ΚΙΝ.ΑΛ αν θέλει να ξαναδεί διπλάσια ποσοστά, είναι η ετερογένεια. Ο πρώην ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Χρυσόγονος και ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, Σταύρος Κοντονής από τη μία και η Άννα Διαμαντοπούλου με τον Ευάγγελο Βενιζέλο από την άλλη, θα βρούνε ανοιχτή την πόρτα του ΚΙΝ.ΑΛ.

Η αύξηση των ποσοστών περνάει μέσα από την αμφίπλευρη διεύρυνση και αυτό σημαίνει ότι πάλαι πότε εχθροί θα πρέπει να συγκατοικήσουν ξανά υπό την ίδια στέγη. Όσο και αν ο Κοντονής και ο Χρυσόγονος εκπροσωπούν τον «σοβαρό» ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική σφαίρα, η συνύπαρξη με άτομα σαν τον Βενιζέλο και τον Λοβέρδο (ο άνθρωπος έγραψε ολόκληρο βιβλίο περι σκευωρίας εναντίον του εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ), θα είναι τουλάχιστον άβολη. Το πόσο εύκολα θα δοθούν τα χέρια με πρώην αποστάτες του ΠΑΣΟΚ, πόσο μάλλον όταν κάποιοι από αυτούς αποχώρησαν ακριβώς λόγω των εκσυγχρονιστών, θα είναι από τα πλέον καθοριστικά «crash» τεστ για την νέα ηγεσία. Σε αυτό το εγχείρημα ένας επιπλέον πονοκέφαλος για τον Ανδρουλάκη, θα είναι η ανάγκη ανάδειξης της εικόνας του ΚΙΝ.ΑΛ, σε μια δύναμη που συνεχώς νικάει.

Παρόλη την απουσία του από την Βουλή, το κόμμα του Ανδρουλάκη θα πρέπει συνεχώς να ακούγεται, να δίνει την εντύπωση του πολιτικού «ατσαλιού» και μέχρι το 2023 να μονοπωλεί την απώλεια της υποστήριξης που δέχεται η κυβέρνηση. Τα νέα στελέχη δεν υπάρχει περίπτωση να έρθουν, πόσο μάλλον να κάτσουν, εάν το ΠΑΣΟΚ δεν φαντάζει διαρκώς εντός και εκτός Βουλής, ως ανοδική δύναμη που για όσους θέλουν να ξαναδούν το εσωτερικό του Μαξίμου.

Τέλος, η ίδια η απουσία του από τη Βουλή δημιουργεί μια αμφίδρομή δυναμική. Από τη μια, το προφανές. Θα του κοστίσει ότι δεν θα είναι ο ίδιος για να κρατά τα χαλινάρια και να αντιπαρατίθεται τετ α τετ, ειδικά σε μια πολιτική σκηνή που είναι εθισμένη στις προσωποπαγείς αντιμαχίες. Ωστόσο ο τρόπος που έχει εξελιχθεί ο κοινοβουλευτικός λόγος την τελευταία δεκαετία, θα υπενθυμίζει στους ψηφοφόρους ότι αυτός δεν είναι σαν τους άλλους που αναλώνονται στα ουρλιαχτά. Μέχρι να συμμετέχει στις συνεδριάσεις, η δημόσια φθορά του θα είναι ελάχιστη και θα προστατεύεται από ανεπιθύμητες εκθέσεις στην κοινοβουλευτική κριτική.

Πως τελείωσε η δυναστεία Παπανδρέου

Η ήττα του Γιώργου Παπανδρέου δεν έχει βάσεις σε κάποιο συγκεκριμένο τακτικό λάθος που έκανε ( και έκανε πολλά) αλλά στην τελική του αδυναμία κατα τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, υπερκεράσει τον διάχυτο «αντι-παπανδρεϊσμό», τόσο εντός ΚΙΝΑΛ όσο και στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς. Για έναν ετεροκαθοριζόμενο υποψήφιο σαν τον Ανδρουλάκη, η καχυποψία απέναντι στον πρώην πρωθυπουργό λειτούργησε σαν κόκκινο πανί συσπείρωσης των, κατά τα αλλά κατακερματισμένων φυλών της παράταξης.

Ο βουλευτής Αχαΐας του Κινήματος Αλλαγής, προέβη σε μια σειρά από διαδοχικά σφάλματα τα οποία τον απέκοψαν από την βάση του Κινήματος, πράγμα φυσικά απίστευτα ειρωνικό δεδομένου ότι η κάλπη μεγεθύνθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ακτινοβολία του ονόματος του σε χιλιάδες πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ. Παρά τις μετακινήσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ, που σίγουρα προξένησε με την κάθοδο του στην αναμέτρηση, κανείς δεν φάνηκε πρόθυμος να κατανοήσει την ευεργεσία που προκάλεσε η παρουσία του για την προσέλευση.

Δυστυχώς για τον ίδιο, τροφοδότησε τις ζυμώσεις στο εκλογικό σώμα που επέτρεψαν στην εκσυγχρονιστική πτέρυγα να ανασύρει τις ευθύνες του από το παρελθόν, με αποτέλεσμα το μήνυμα του για το μέλλον της σοσιαλδημοκρατικής ατζέντας να μειωθεί διακριτά σε ένταση. Με αυτόν τον τρόπο, 5 τακτικά του σφάλματα, κατέστησαν μονόδρομο το αποτέλεσμα της δεύτερης Κυριακής.

– Ξεκαθάρισε πολύ αργά ότι δεν κρατάει το ΚΙΔΗΣΟ για πολιτική «καβάτζα». Εάν εξαρχής διακήρυττέ σε όλους τους τόνους το λάθος που ενείχε η ίδρυση του ΚΙΔΗΣΟ, δεδομένου ότι το μήνυμα του ως υποψηφίου ήταν ότι δεν διεκδικεί εκδίκηση για το παρελθόν, δεν θα έδινε την παραμικρή αφορμή για σκέψεις επιστροφής του εκεί σε περίπτωση ήττας. Για τους υποστηρικτές του, ήταν δεδομένη η παραμονή του στο ΚΙΝ.ΑΛ. Για τους αντιπάλους του, η αργοπορία παραδοχής πως το ΚΙΝ.ΑΛ είναι κοινό σπίτι όλων, έδωσε λαβή για υποθέσεις εκ νέου αποχώρησης.

– Πρόταξε σωστά ότι η ανανέωση δεν μεταφράζεται μόνο σε νεαρές ηλικίες αλλά και σε νέες ιδέες, αλλά δεν έθεσε νέα στελέχη στην αιχμή του πολιτικού του δόρατος για να αγωνιστούν για την εκλογή του. Μόνο έτσι θα μπορούσε να αποδείξει στην πράξη τι εννοεί με τις «νέες ιδέες», αλλά άφησε τα διακυβεύματα της ανανέωσης και της ενότητας αποκλειστικά στα χέρια του αντιπάλου του.

– Κομβικό λάθος του ήταν φυσικά η απουσία από το ντιμπέιτ, πόσο μάλλον όταν η άρνηση του να παραστεί επικράτησε στη δημόσια σφαίρα ως φθηνή δικαιολογία και όχι ως επιχειρηματολογία διαφορετικής άποψης. Το άμα θα κέρδιζε ή θα έχανε αποδείχθηκε τελείως αδιάφορο, καθώς ο Ανδρουλάκης είχε την χειρότερη εικόνα στην αναμέτρηση αλλά το αποτέλεσμα τον δικαίωσε και με το παραπάνω. Η συμπεριφορά του πρώην πρωθυπουργού έμοιαζε πριγκιπική, σε μια φάση που όλοι του οι συνυποψήφιοι φάνηκαν εξαιρετικά προσγειωμένοι και στο επίκεντρο του παλμού της κοινωνίας, μια εικόνα που ενίσχυσαν και τα social media.

– Ορθά δεν αποσύρθηκε στον β΄γύρο και πάλεψε μέχρι τέλους γιατί αυτό επιτάσσει η δημοκρατία και το όνομα που μοιράζεται με τον άνθρωπο που έκανε το ΠΑΣΟΚ κόμμα εξουσίας. Σε αυτό τον κλίμα, σωστή ήταν και η επιλογή να πολώσει το κλίμα της αναμέτρησης, άλλωστε δεν υπήρχε άλλος τρόπος να συσπειρώσει δυνάμεις. Το ζήτημα ήταν ότι η οξύτητα των προσωπικών επιθέσεων, χάλασαν το προφίλ ήπιων τόνων που είχε προωθήσει στον πρώτο γύρο και επικεντρώθηκαν στο «4-2-1» και όχι στα ζητήματα που πίστευε ότι έχει να δώσει καλύτερες απαντήσεις από τον κρητικό Ευρωβουλευτή. Αυτό δεν άρεσε σε κανέναν.

– Αποκορύφωμα σε όλα αυτά ήταν ο τρόπος που επέλεξε να ανακινήσει ζήτημα νοθείας στις κάλπες. Το θέμα ήταν ήδη γνωστό στην ΕΔΕΚΑΠ και θα μπορούσε να το δημοσιοποιήσει με μια απλή ανακοίνωση, προσθέτωντας ρητά ότι δεν αμφισβητεί το αποτέλεσμα – και όχι να το πάρει πάνω του προσωπικά. Με αυτόν τον τρόπο τροφοδότησε την δεξαμενή των κατηγοριών πως θέλει τη διάλυση.  

Δείτε επίσης: Πως η εκλογή Ανδρουλάκη επηρεάζει τον Μητσοτάκη φέρνοντας πιο κοντά τον ανασχηματισμό

Loading