Η ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης χαρακτήρισε θετικά τα πρώτα αποτελέσματα από την εφαρμογή του θεσμού της παροχής κοινωφελούς εργασίας έως σήμερα. Έχουν ενταχθεί 216 φορείς του δημοσίου τομέα, ανάμεσα τους Ο.Τ.Α πρώτου βαθμού και περιφέρειες, νοσοκομεία, πανεπιστήμια, δικαστήρια και εφορείες αρχαιοτήτων.
Αναλυτικότερα, οι φορείς αυτοί προσφέρουν 2.863 θέσεις απασχόλησης σε τομείς καθαριότητας πρασίνου, φύλαξης κ.ά. Από την 1η Μαΐου 2024, παρέχεται κοινωφελής εργασία από 243 καταδικασθέντες, βάσει δικαστικής απόφασης, σε φορείς κοινής ωφέλειας που έχουν δεσμευτεί μέσω της πρότυπης ψηφιακής πλατφόρμας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, όπως οι Δήμοι Αθηναίων, Καρδίτσας, Καβάλας, Λοκρών, το Εφετείο Αθηνών κ.ά.
«Με τις αλλαγές του νέου Ποινικού Κώδικα, η Πολιτεία προχώρησε σε μια τολμηρή μεταρρύθμιση συστηματικής καταπολέμησης της μικρής και μεσαίας εγκληματικότητας και αντίστροφης του κλίματος της ατιμωρησίας», ανέφερε ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης και τόνισε:
«Η εφαρμογή του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας υπηρετεί την πρόληψη και αποτροπή της παραβατικότητας καθώς και την αναμόρφωση και την ομαλή επανένταξη του παραβάτη μέσω της παροχής εργασίας σε τομείς κοινωνικού ενδιαφέροντος, όπως νοσοκομεία και κοινωνικές υπηρεσίες των Ο.Τ.Α. Η κυβέρνηση ανέλαβε να αναμορφώσει θεσμικά και να εφαρμόσει το μέτρο προς όφελος της δικαιοσύνης και των πολιτών».
Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης, Ιωάννης Μπούγας, ανέφερε επίσης:
«Ο θεσμός βασίζεται στην ανάγκη να επιβληθεί μία δίκαιη ποινή που θα εκλαμβάνεται ως ορθή και αναλογική από την έννομη τάξη, την κοινωνία και το θύμα, αλλά και από τον ίδιο τον καταδικασθέντα. Ο συγκεκριμένος τρόπος έκτισης ποινών γίνεται προς όφελος της κοινότητας που υπέστη την εγκληματική προσβολή, επιδιώκοντας να καταδειχθεί το κοινωνικά επιβλαβές της πράξης του δράστη».
«Η Δικαιοσύνη στοχεύει στην αντιμετώπιση του καταδικασθέντα με την παιδαγωγική προσέγγιση της συμμετοχής του σε κοινωφελείς δραστηριότητες για την κοινωνική επανένταξή του και την καλλιέργεια των δεξιοτήτων του, ταυτόχρονα σε ένα υγιές και μη ανταγωνιστικό επαγγελματικό πεδίο».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ