Ένα διαρκές “παζάρι” βρίσκεται σε εξέλιξη, τις τελευταίες εβδομάδες ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και το Νίκο Δένδια για την προεδρία της Δημοκρατίας, αφού ο Πρωθυπουργός θέλει να “σπρώξει” προς τα εκεί τον σημερινό υπουργό Εθνικής Άμυνας, ενώ ο δεύτερος είναι προφανές ότι έχει βλέψεις για την αρχηγία της Νέας Δημοκρατίας στη μετά Μητσοτάκη εποχή, όποτε και αν αυτή έρθει.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πάρει την τελική του απόφαση αμέσως μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Θα μεταβεί στα Χανιά για την εορταστική περίοδο και εκεί θα έχει την ευκαιρία να “κλειδώσει” το πρόσωπο που θα προτείνει για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα. Βασικό κριτήριο επιλογής είναι να πρόκειται για πρόσωπο ευρείας αποδοχής, αφού επιθυμία του Πρωθυπουργού είναι η υποψηφιότητα που θα προτείνει να έχει ευρύτατη αποδοχή από τα κόμματα και να συγκεντρώσει το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό θετικών ψήφων.
Παίζει άμυνα ο Νίκος Δένδιας
Πρώτη επιλογή για τον Κυριάκο Μητσοτάκη παραμένει ο Νίκος Δένδιας για πολλούς και ευνόητους λόγους. Τις τελευταίες ημέρες βολιδοσκοπεί τις προθέσεις του και ασκεί έντονο πρέσινγκ, ωστόσο ο υπουργός Εθνικής Άμυνας έχει υψώσει ψηλά τείχη άμυνας καθώς θεωρεί ότι η μετάβασή του στο Προεδρικό Μέγαρο θα σηματοδοτήσει την πολιτική του συνταξιοδότηση. Ίσως και αυτός και είναι ο απώτερος σκοπός του Μεγάρου Μαξίμου. Προφανώς ο Νίκος Δένδιας αναγνωρίζει ότι πρόκειται για μια τιμητική πρόταση, όμως εκτιμά ότι μπορεί να παραμείνει ενεργός στην πολιτική και έχει μεγάλες βλέψεις για το μέλλον. Εφόσον, φυσικά, το επιτρέψουν οι συνθήκες. Γι’ αυτό φροντίζει να το επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία, όπως έπραξε στο Forum του “Οικονομικού Ταχυδρόμου”, όπου κατέστησε σαφές ότι δεν τον ενδιαφέρει το συγκεκριμένο αξίωμα.
Το ζήτημα του ή της διαδόχου της Κατερίνας Σακελλαροπούλου δεν είναι το μόνο που απασχολεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη, καθώς στην κορυφή της ατζέντας του βρίσκεται η επιθυμία του να σταματήσει κάθε συζήτηση περί πρόωρων εκλογών. “Θα κριθούμε στις εκλογές του 2027” επαναλαμβάνει μονότονα, προσπαθώντας παράλληλα να καταστήσει σαφές ότι η σύγκριση των κομμάτων στις επόμενες εθνικές εκλογές πρέπει να γίνει επί πραγματικών και όχι φαντασιακών δεδομένων. Για τον ίδιο προέχει η διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας και να πειστούν οι αγορές ότι η Ελλάδα έχει αφήσει οριστικά πίσω της τα δύσκολα χρόνια. Η δεύτερη προτεραιότητα του είναι να διασφαλίσει ότι η σταθερή δημοσιονομική θέση θα χρησιμοποιηθεί ως θεμέλιο για να συνεχίσει η Ελλάδα να εστιάζει στις παραγωγικές επενδύσεις.