«Η Ελλάδα αρχίζει να έχει όλα τα χαρακτηριστικά μια ανελεύθερης δημοκρατίας, δηλαδή ενός καθεστώτος με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά μιας δημοκρατίας, αλλά με βαθιά υπονόμευση της ουσίας του πολιτεύματος από μια κυβέρνηση με αυταρχικές τάσεις και καθεστωτική νοοτροπία», υποστηρίζει, σε συνέντευξή του στην www.politic.gr, ο Δημήτρης Βίτσας, προσθέτοντας πως πρέπει, «επιτέλους», να μπει ένας φραγμός στον ολισθηρό αντιδημοκρατικό κατήφορο όπου μας έχει βάλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Συνέντευξη στον Γιάννη Συμεωνίδη
Ο βουλευτής Δυτικής Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία κι αντιπρόεδρος της Βουλής σημειώνει, επίσης, πως ακόμα και οι δημοσκοπήσεις, «με όλες τις ατέλειές τους», δείχνουν μια ξεκάθαρη τάση ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και πτώσης της ΝΔ, τάση που εκτιμά πως θα συνεχιστεί και θα επιταχυνθεί μέχρι τις εκλογές.
Την ίδια ώρα, επιρρίπτει αμηχανία κι επαμφοτερίζουσα στάση στο ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ, το οποίο κατηγορεί πως ρίχνει νερό στο μύλο της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη και πως καταλήγει να θολώνει ανεπίτρεπτα την εικόνα, ιδίως για τους δημοκρατικούς και προοδευτικούς ψηφοφόρους: «Η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε αυτές τις εκλογές θα είναι ο καταλύτης που θα υποχρεώσει όλες τις προοδευτικές δυνάμεις– ασφαλώς και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ- να πάψουν να πατάνε σε δύο βάρκες και να επιλέξουν, επιτέλους, πλευρά, με τη Δημοκρατία ή με τον Μητσοτάκη».
Όσον αφορά τη Δυτική Αθήνα, ο κ. Βίτσας επισημαίνει πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη, «πιστή στον ιδεολογικό της δογματισμό», ασκεί μια ταξικά μεροληπτική πολιτική που λειτουργεί ενάντια στα συμφέροντα των ανθρώπων της περιοχής.
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη Βίτσα:
-Μήπως ο χαρακτηρισμός «δημοκρατική εκτροπή» που χρησιμοποιεί ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία είναι υπερβολικός, ανεξαρτήτως αν κάποιος συμφωνεί ή όχι με την κριτική που κάνετε στην κυβέρνηση με αφορμή τις παρακολουθήσεις ή τη «Greek Mafia», ιδίως με την ιστορία που έχει αυτή η χώρα;
Δυστυχώς, ο χαρακτηρισμός δεν είναι υπερβολικός, αλλά ακριβής στην ουσία του. Ζούμε καταστάσεις εκτροπής του Κράτους Δικαίου και του Συντάγματος. Είναι μια θλιβερή διαπίστωση, αλλά δεν μπορούμε να την αποφύγουμε. Η Ελλάδα αρχίζει να έχει όλα τα χαρακτηριστικά μια ανελεύθερης δημοκρατίας, δηλαδή ενός καθεστώτος με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά μιας δημοκρατίας, αλλά με βαθιά υπονόμευση της ουσίας του πολιτεύματος από μια κυβέρνηση με αυταρχικές τάσεις και καθεστωτική νοοτροπία. Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη διαπρέπει σε όλους αυτούς τους τομείς, ιδίως στη χειραγώγηση των θεσμικών πυλώνων.
Κατ’ αρχάς, υπάρχει το παράδειγμα της Δικαιοσύνης. Εδώ αρκεί να αντιπαραβάλουμε τη στάση δύο ανώτατων δικαστικών: αφενός, του εν ενεργεία Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος, σαν να εκτελούσε υπηρεσία ή άνωθεν εντολές, έσπευσε να γνωμοδοτήσει κατά της συνέχισης των ερευνών της ΑΔΑΕ για τις παράνομες υποκλοπές, πληροφορώντας μάλιστα όποιον θα τολμούσε να ψάξει το πράγμα υπερβολικά ότι υπάρχουν -ενδεχομένως βαριές- ποινικές ευθύνες. H Εισαγγελία, αντί να ασχολείται με το γιατί και από ποιους γίνονταν οι παράνομες παρακολουθήσεις, ασχολείται με το πώς διέρρευσαν αυτές στον Τύπο. Αφετέρου, ο Επίτιμος Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας και νυν πρόεδρος της ΑΔΑΕ που πήρε τη γενναία, στις συνθήκες που ζούμε, απόφαση απλώς να κάνει τη δουλειά του σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους.
Έπειτα έχουμε τη Βουλή, όπου μια κακώς εννοούμενη αντίληψη περί απόλυτης υπεροχής της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, στην πράξη ακυρώνει τον επιβεβλημένο ρόλο του ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας. Στέκεται, έτσι, εμπόδιο σε κάθε προσπάθεια να λογοδοτήσει η κυβέρνηση για τα πεπραγμένα της εκεί που θεσμικά οφείλει. Αποτέλεσμα: οι εργασίες της Βουλής για τη διαλεύκανση της υπόθεσης των παράνομων παρακολουθήσεων συστηματικά υπονομεύτηκαν κατόπιν εντολών από το Μέγαρο Μαξίμου.
Και τέλος είναι και ο Τύπος. Η θέση 108 στην παγκόσμια κατάταξη της Ελευθερίας του Τύπου μιλά από μόνη της. Ένα χειραγωγούμενο σύστημα ΜΜΕ παίζει το επικοινωνιακό παιχνίδι του παράκεντρου εξουσίας πέριξ του πρωθυπουργικού γραφείου, ανακατεύοντας φύρδην μίγδην πράγματα άσχετα μεταξύ τους, σερβίροντας προπαγάνδα στο τηλεοπτικό κοινό, θολώνοντας τα νερά, ώστε να μην μπορεί ο πολίτης να διακρίνει τίποτα και απλώς να εγκαταλείψει την προσπάθεια.
Αυτός ο συνδυασμός παθογενειών δεν επιτρέπεται να γίνει ανεκτός ούτε στιγμή παραπάνω. Πρέπει, επιτέλους, να μπει ένας φραγμός στον ολισθηρό αντιδημοκρατικό κατήφορο όπου μας έχει βάλει ο κ. Μητσοτάκης.
-Ανεξαρτήτως της αξιοπιστίας των δημοσκοπήσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν φαίνεται να έχει το ρεύμα νίκης που είχε το 2015. Ποντάρετε, ενδεχομένως, σε κάποια σιωπηλή πλειοψηφία;
Θα σας θυμίσω ότι καθ’ όλη τη διάρκεια από τις εκλογές του 2012, οπότε και ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε Αξιωματική Αντιπολίτευση, μέχρι τη νίκη του 2015, το επικοινωνιακό αφήγημα της ΝΔ και των συστημικών ΜΜΕ καλλιεργούσε συστηματικά την εικόνα ενός ΣΥΡΙΖΑ που δεν θα κατάφερνε ποτέ να γίνει κυβέρνηση, ότι ήταν περίπου αδύνατο και αδιανόητο να γίνει κυβέρνηση ένα κόμμα ριζοσπαστικό, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν τα έχουμε ξεχάσει αυτά, ούτε είναι η σημερινή κατάσταση που αντιμετωπίζουμε στο μιντιακό πεδίο πρωτόγνωρη. Το λεγόμενο «ρεύμα νίκης» ειδικά στις ημέρες μας είναι κάτι εξαιρετικά ρευστό και εφήμερο. Οι ίδιοι οι δημοσκόποι, τουλάχιστον όσοι σέβονται την επιστήμη τους και δεν την αντιμετωπίζουν ως παράρτημα του κομματικού εκλογικού αγώνα της ΝΔ, παραδέχονται ότι η δουλειά τους έχει γίνει εξαιρετικά δύσκολη τα τελευταία χρόνια, καθώς είναι όλο και δυσκολότερο να ανιχνευθούν τα υπόγεια ρεύματα της κοινωνίας, ιδίως μεταξύ των νέων και των κοινωνικών ομάδων που δεν έχουν δυνατή φωνή, όπως οι άνεργοι και οι ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Αλλά ακόμα και οι δημοσκοπήσεις, με όλες τις ατέλειές τους δείχνουν μια ξεκάθαρη τάση ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και πτώσης της ΝΔ. Αυτή η τάση θα συνεχιστεί και θα επιταχυνθεί μέχρι τις εκλογές.
Εμείς έχουν το πρόγραμμά μας, τις θέσεις μας και την παρουσία μας και απευθυνόμαστε στον λαό και, κυρίως, στα κοινωνικά στρώματα που θέλουμε να εκπροσωπούμε πολιτικά. Δηλαδή, στους εργαζόμενους, στους αγρότες, στους ελεύθερους επαγγελματίες, στους δημιουργούς, επιστήμονες και καλλιτέχνες. Στους μικρομεσαίους, στους νέους που βιώνουν το άγχος για το μέλλον, λόγω της ανεργίας, των χαμηλών μισθών και των συνθηκών εργασιακής αυθαιρεσίας. Στους δημοκράτες πολίτες αυτή της χώρας, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, που βλέπουν τους θεσμικούς πυλώνες του πολιτεύματος να υπονομεύονται συστηματικά από μια κυβέρνηση με καθεστωτική και ανελεύθερη νοοτροπία. Με δυο λόγια, στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία που είναι η μόνη που μπορεί να φέρει την ανατροπή και την πολιτική αλλαγή. Και βλέπουμε ότι σε αυτήν την πορεία μας προς τον λαό βρίσκουμε μεγάλη ανταπόκριση. Ο κόσμος έχει να ακούσει και να μιλήσει, να ανταλλάξει απόψεις και προτάσεις, να πειστεί με επιχειρήματα ότι υπάρχει μια ρεαλιστική ελπιδοφόρα προοπτική. Αυτό το βλέπουμε με την καθημερινή επαφή μας με τον κόσμο και αυτή είναι η καλύτερη δημοσκόπηση.
-Η σχέση με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ μια ζεσταίνεται και μια παγώνει. Υπάρχει, στην πραγματικότητα, η βούληση κι από τις δύο πλευρές για μια κυβερνητική συνεργασία; Οι προγραμματικές της βάσεις δεν θα έπρεπε να μπουν πριν τις εκλογές;
-Έχουμε μια ξεκάθαρη θέση στο ζήτημα των συνεργασιών. Έχουμε εντοπίσει τους βασικούς άξονες, πάνω στους οποίους θα κινηθεί η πολιτική μας με την ανάληψη της διακυβέρνησης και έχουμε κάνει συγκεκριμένες προτάσεις στο πλαίσιο ενός κυβερνητικού προγράμματος, συγκεκριμένου και κοστολογημένου. Πάνω σε αυτές τις προτάσεις έχουμε καλέσει όλα τα κόμματα στο προοδευτικό πολιτικό φάσμα να τοποθετηθούν και να έρθουν για να συζητήσουμε πάνω σε κοινές προγραμματικές θέσεις, ώστε να ξέρει ο λαός πηγαίνοντας να ψηφίσει ποιες θα είναι οι πολιτικές και ποιες οι πολιτικές δυνάμεις που θα τις υλοποιήσουν ή θα τις στηρίξουν κοινοβουλευτικά.
Σε αυτήν την περίοδο, κόμματα, όπως το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, που μπορούν πράγματι να συμβάλουν στην ουσιαστική ανοικοδόμηση της χώρας και στην πραγματική αλλαγή, κρατούν ίσες αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ. Υπάρχει μια αμηχανία πίσω από αυτόν τον «διμέτωπο» της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ιδίως από τη στιγμή που είναι πια επιβεβαιωμένο ότι ο κ. Ανδρουλάκης ήταν θύμα υποκλοπών- με άγνωστη σκοπιμότητα- από την ΕΥΠ του κ. Μητσοτάκη. Μπορεί, ίσως, να αντιληφθεί κανείς τους λόγους πολιτικής τακτικής -ή τακτικισμού- που συνηγορούν υπέρ μιας τέτοια επαμφοτερίζουσας στάσης, αντιλαμβάνεται όμως επίσης δύο πράγματα: πρώτον, ότι αυτό στην ουσία ρίχνει νερό στο μύλο της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη και, δεύτερον, ότι καταλήγει να θολώνει ανεπίτρεπτα την εικόνα, ιδίως για τους δημοκρατικούς και προοδευτικούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
Σε κάθε περίπτωση, το βράδυ της Κυριακής των εκλογών θα μετρηθούν όλοι και θα κριθεί ποιος είναι με την ανάσταση της δημοκρατίας, με την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του κοινωνικού συνόλου, με την καταπολέμηση των τεράστιων ανισοτήτων και ποιος τα βάζει σε διακινδύνευση. Η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε αυτές τις εκλογές θα είναι ο καταλύτης που θα υποχρεώσει όλες τις προοδευτικές δυνάμεις –ασφαλώς και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ- να πάψουν να πατάνε σε δύο βάρκες και να επιλέξουν, επιτέλους, πλευρά. Με τη Δημοκρατία ή με τον Μητσοτάκη;
-Η Δυτική Αθήνα παραμένει η «πίσω αυλή» του Λεκανοπεδίου Αττικής; Δεν έχει ευθύνες και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ γι’ αυτό, εφόσον ισχύει;
-Πράγματι, η Δυτική Αθήνα διαχρονικά κατείχε μειονεκτική θέση στην οργάνωση της ευρύτερης μητροπολιτικής περιοχής της Αθήνας, πάσχοντας από ελλείψεις παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες και από σημαντική, συγκριτικά, υστέρηση σε επίπεδο ανάπτυξης. Η περιοχή εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα, όπως υψηλή ανεργία, υψηλά επίπεδα φτώχειας, υψηλή ρύπανση και έλλειψη πράσινου και κοινόχρηστων χώρων στον αστικό ιστό, μεταξύ άλλων. Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, πιστή στον ιδεολογικό της δογματισμό, ασκεί μια ταξικά μεροληπτική πολιτική που λειτουργεί ενάντια στα συμφέροντα των ανθρώπων της Δυτικής Αθήνας. Αντιθέτως, χρειάζονται στοχευμένες παρεμβάσεις, ικανές να αμβλύνουν τις υφιστάμενες κοινωνικές ανισότητες που υπάρχουν στην Δυτική Αθήνα. Πολλές τέτοιες παρεμβάσεις πραγματοποιήσαμε την περίοδο της δικής μας διακυβέρνησης, παρεμβάσεις που έφεραν σημαντικά αποτελέσματα και λειτούργησαν προς όφελος των πολιτών της Δυτικής Αθήνας. Ενδεικτικά, το 2015-19: υλοποιήθηκαν πολύ σημαντικές αντιπλημμυρικές υποδομές, ενώ παραδόθηκε σχεδόν ολοκληρωμένο το πολύ σημαντικό έργο της επέκτασης της Γραμμής 3 του Μετρό με τους Σταθμούς Αγία Βαρβάρα, Κορυδαλλός, Νίκαια. Περαιτέρω, εξασφαλίσαμε χρηματοδότηση και εξυγιάναμε τη λειτουργία του Μητροπολιτικού Πάρκου «Αντώνης Τρίτσης». Και φυσικά, προχωρήσαμε στην ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής με έδρα το Αιγάλεω. Αυτά αφορούν ειδικά τη Δυτική Αθήνα, χωρίς να επεκταθώ στο σύνολο της κοινωνικής μας πολιτικής που έδωσε μεγάλη έμφαση στην καταπολέμηση των ταξικών ανισοτήτων και διαχωρισμών συνολικά. Αυτές οι παρεμβάσεις, μεταξύ πολλών άλλων, είναι που μας επιτρέπουν να κοιτάμε τον λαό της Δυτικής Αθήνας πρόσωπο με πρόσωπο και να μιλάμε μαζί του με τη βεβαιότητα των έργων μας και με τη σιγουριά ότι αυτό που του λέμε, θα το κάνουμε.
Δείτε επίσης: Μ. Κατρίνης για το «μπλόκο» στο κόμμα Κασιδιάρη: Είμαστε απέναντι στους εγκληματίες και στα ναζιστικά μορφώματα