Φραγμό στη συμμετοχή καταδικασθέντων για κακουργηματικές πράξεις σε επιτελικές θέσεις κομματικών σχηματισμών, όπως και στο δικαίωμα του εκλέγειν, βάζει τροπολογία που κατέθεσε στη Βουλή ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης και συγκεκριμένα στο νομοσχέδιο «Εκλογή Δημοτικών και Περιφερειακών Αρχών».
Στην τροπολογία δεν υπάρχει ονομαστική αναφορά, αλλά όπως προφανώς προκύπτει αφορά κατά βάση τους καταδικασθέντες πρώην βουλευτές και μέλη της Χρυσής Αυγής.
Η τροπολογία προβλέπει τη διαγραφή από τους εκλογικούς καταλόγους, άρα τη στέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν, σε όσους καταδικάζονται αμετάκλητα σε κάθειρξη για τα αδικήματα των κεφαλαίων 1-6 του Δεύτερου Βιβλίου του Ποινικού Κώδικα (προσβολές κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, εσχάτη προδοσία, βία κατά εκλογέων, προσβολές κατά της πολιτειακής εξουσίας κ.λπ.) και σε αδικήματα που επισείουν την ποινή ισόβιας κάθειρξης.
Όσοι εμπίπτουν στις ανωτέρω περιπτώσεις δεν μπορούν ακόμα να συμμετέχουν σε κόμματα ως πρόεδροι, γενικοί γραμματείς, μέλη διοικούσας επιτροπής και νόμιμοι εκπρόσωποι.
Πάντως, δεν προβλέπεται στέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι σε όσους κατεβαίνουν ως απλοί υποψήφιοι βουλευτές σε άλλα κόμματα, καθώς το άρθρο 51 του Συντάγματος περιορίζει το εκλογικό δικαίωμα όταν υπάρχει αμετάκλητη ποινική καταδίκη, κάτι που δεν ισχύει τουλάχιστον προς το παρόν για την περίπτωση της Χρυσής Αυγής.
Η στέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι σε επιτελική θέση κόμματος, ισχύει για όσο διαρκεί η επιβληθείσα ποινή.
Τέλος, η τροπολογία προβλέπει την απαγόρευση της ιδιωτικής χρηματοδότησης κομμάτων (εκτός από τις τακτικές εισφορές μελών) με πρόσωπα σε επιτελική θέση οριστικά καταδικασθέντα, όπως και της ραδιοτηλεοπτικής και υπαίθριας προβολής των κομμάτων αυτών κατά τις προεκλογικές περιόδους.