Χθες στη ΔΕΘ ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε τις επόμενες αντεργατικές παρεμβάσεις της κυβέρνησής του, παρουσιάζοντάς τες ως δήθεν προστατευτικές για τους εργαζόμενους. Πρέπει να γνωρίζει όμως ότι δεν απευθύνεται σε ανόητους,” σημειώνει η τομεάρχης Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης του ΣΥΡΙΖΑ ‘Εφη Αχτσιόγλου.
Και επισημαίνει ότι ο κ. Μητσοτάκης “προανήγγειλε ότι θα καταργήσει τον νόμο του ΣΥΡΙΖΑ για τη δήλωση των υπερωριών.”
“Με τον νόμο αυτό ξεκίνησε να ρυθμίζεται ένα μαύρο τοπίο της ελληνικής αγοράς εργασίας όπου οι εργαζόμενοι δουλεύουν πολύ περισσότερες ώρες από αυτές που δηλώνονται,” προσθέτοντας ότι βοήθησε ιδιαίτερα στον χώρο των τραπεζών.
“Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι χάρη στο νόμο αυτό μέσα σε μια χρονιά από τη θέσπισή του, δηλώθηκαν 6 εκατομμύρια ώρες υπερεργασίας οι οποίες στο παρελθόν δεν δηλώνονταν ούτε φυσικά και πληρώνονταν,” λέει η κα Αχτσιόγλου και προσθέτει ότι με την κατάργησή του η αγορά εργασίας θα επιστρέψει στο πιο σκοτεινό παρελθόν της εργασιακής επισφάλειας.
“Ο κ. Μητσοτάκης, προκειμένου να καλλωπίσει την παραπάνω κατάργηση και νομίζοντας ότι μιλάει σε άσχετους, είπε ότι θα θεσπίσει την ηλεκτρονική κάρτα εργασίας,” σημειώνει η πρώην υπουργός Εργασίας. “Γνωρίζει φυσικά -και αν δεν γνωρίζει να ενημερωθεί- ότι η ηλεκτρονική κάρτα εργασίας θεσμοθετήθηκε το 2011 και ουδέποτε εφαρμόστηκε.”
“Είναι, δε, λιγάκι προκλητικό για τη λογική να λέει, έστω και ως ρητορικό σχήμα, ότι η δήλωση των υπερωριών είναι μεγάλο γραφειοκρατικό βάρος για μια μικρή επιχείρηση, αλλά η κάρτα εργασίας δεν είναι”, τονίζει χαρακτηριστικά κατηγορώντας τον πρωθυπουργό ότι προσπαθεί να ρίξει στάχτη στα μάτια για την κατάργηση των κανόνων για τις υπερωρίες που σχεδιάζει.
“Ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε την κατάργηση των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων που ο ΣΥΡΙΖΑ επανέφερε στη χώρα το 2018,” προσθέτει η κα Αχτσιόγλου. “Εξήγγειλε ότι στο εξής οι επιχειρήσεις θα μπορούν να παρεκκλίνουν προφανώς επί το δυσμενέστερο από την κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας, πράγμα που σημαίνει ότι η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης καταργείται.”
‘Αρα, σημειώνει, “οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις παύουν να έχουν σημασία και τούτο συνεπάγεται ότι δεν θα υπάρχουν στην πραγματικότητα μισθολογικές αυξήσεις,” προσθέτοντας ότι αυτό συνέβαινε επί μνημονίου ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
“Είναι χαρακτηριστικό ότι η τρόικα ζητούσε επιμόνως το μέτρο που εξήγγειλε χθες ο κ Μητσοτάκης. Πρόκειται για μια σαφή επιστροφή σε μνημόνιο σε ό,τι αφορά τα εργασιακά.”
“Επιμένοντας να μας θεωρεί ανόητους, ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε να δικαιολογήσει την κατάργηση του βάσιμου λόγου απόλυσης μιλώντας για αναχρονιστικό θεσμό που με το που καταργήθηκε έφερε ρεκόρ στις προσλήψεις,” σημειώνει.
Και προσθέτει ότι μέχρι τον Ιούνιο υπήρχε απόδοση ρεκόρ με τη δημιουργία 296.000 νέων θέσεων εργασίας ενώ τους δύο πρώτους μήνες διακυβέρνησης της ΝΔ, υπήρξε απώλεια 11.000 θέσεων εργασίας.
“Δεύτερον, θυμίζουμε στον κ. Μητσοτάκη ότι η ρύθμιση συνιστά ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο καθώς επρόκειτο για αυτούσια μεταφορά της ρύθμισης του ευρωπαϊκού κοινωνικού χάρτη ο οποίος καλύπτει το σύνολο των χωρών της Ε.Ε. Τρίτον, θα πρέπει να διαλέξει ποιο επιχείρημα θα χρησιμοποιεί για να δικαιολογήσει την αδικαιολόγητη κατάργηση, διαφορετικά προσβάλλει τη νοημοσύνη μας.”
“Ή που ο βάσιμος λόγος απόλυσης δήθεν εμπόδιζε τις προσλήψεις γιατί οι εργοδότες αγχώνονταν ότι δεν θα μπορούσαν να απολύσουν τον εργαζόμενο, και γι’ αυτό με την κατάργηση του τάχα εκτοξεύτηκαν οι προσλήψεις .Ή που ο βάσιμος λόγος δήθεν διευκόλυνε τις απολύσεις, πράγμα παράλογο διότι οι απολύσεις για όσο καιρό ίσχυσε η ρύθμιση έπρεπε να δικαιολογούνται, ενώ πριν ήταν αδικαιολόγητες. Ας διαλέξει τουλάχιστον ένα επιχείρημα για να γίνεται στοιχειώδης διάλογος. Και τα δυο μαζί δεν μπορεί να τα επικαλείται οποίος τουλάχιστον είναι με τον ορθό λόγο.”
“Συνολικά, ο κ. Μητσοτάκης εκδήλωσε χθες το μεγάλο του άγχος και την αμηχανία του για την εικόνα της κυβέρνησής του στα εργασιακά, όπου σαφέστατα έχει ήδη παράξει ένα σημαντικό έργο εις βάρος βέβαια των εργαζομένων. Τούτο το άγχος βέβαια δεν φτάνει στο σημείο ώστε να σκεφτεί ότι μπορεί να απαλλαγεί από αυτό αν αλλάξει τον πολιτικό προσανατολισμό στα εργασιακά.”
“Κάτι τέτοιο είναι αδύνατο και θα δυσαρεστούσε φίλους, υποστηρικτές και χορηγούς του,” καταλήγει η κα Αχτσιόγλου.