“Μπορούμε να είμαστε η πρώτη επιλογή στην κάλπη της 7ης Ιουλίου”, υπογραμμίζει, σε συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής και στον δημοσιογράφο Λάμπρο Σταυρόπουλο, ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνος Σκουρλέτης.
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:
– Τρεις εβδομάδες μετά τις κάλπες της 26ης Μαΐου τα βαθύτερα αίτια της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν φωτιστεί πλήρως. Ήταν ένα μήνυμα τιμωρίας, δυσαρέσκειας ή καταδίκης;
– Το αποτέλεσμα της 26ης Μαΐου διαμορφώθηκε από πάρα πολλούς παράγοντες. Θεωρώ ότι ο βασικότερος ήταν ότι μετά τον αναγκαίο συμβιβασμό του 2015 ήμασταν υποχρεωμένοι να εφαρμόσουμε μια πολιτική της οποίας δεν είχαμε την πατρότητα και που γνωρίζαμε, εκ των προτέρων, ότι θα είχε αρνητικό κοινωνικό αντίκτυπο. Επιλέξαμε έναν δύσκολο δρόμο που, παρά τις αντιφάσεις και τις αστοχίες, κατόρθωσε στο τέλος να οδηγήσει τη χώρα στο ξέφωτο και την οικονομία σε μια νέα, σταθεροποιημένη πραγματικότητα. Δεν πιστεύω ότι στην κάλπη υπερψηφίστηκαν οι προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας.
Ούτε, βεβαίως, οδηγηθήκαμε στη στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Απόδειξη είναι ότι, παρά τη μεγάλη ποσοστιαία διαφορά, ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να είναι ο δεύτερος αδιαμφισβήτητος πυλώνας του πολιτικού μας συστήματος. Δεν αγνοούμε το τι ήθελε να μας πει ο κόσμος, συνεχίζουμε για να τον πείσουμε ότι αυτή η προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί, ότι μπορούμε να είμαστε η πρώτη του επιλογή στην κάλπη της 7ης Ιουλίου.
«Να βαδίσουμε στο δρόμο της δίκαιης ανάπτυξης»
– Ο Πρωθυπουργός είπε ότι «η Αριστερά ξέρει και μπορεί να κυβερνήσει διαφορετικά». Όμως το μοντέλο διακυβέρνησης, είτε σε επίπεδο προσώπων είτε σε επίπεδο χειρισμών, αποδείχθηκε πολλές φορές ανεπαρκές και προβληματικό.
– Δεν νομίζω ότι υπάρχει κυβερνητική θητεία στην οποία δεν θα μπορούσε κάποιος να εντοπίσει λάθη, αστοχίες, κακούς χειρισμούς. Οι πολίτες θα κάνουν την αξιολόγησή τους. Το σημαντικό είναι ότι αξιοποιήσαμε, στο μέτρο του δυνατού, τα όρια άσκησης πολιτικής. Σήμερα η πρόκληση είναι να αξιοποιήσουμε τις παραγωγικές δυνατότητες που διαθέτουμε στη βάση των νέων προοπτικών που διαμορφώσαμε. Να βαδίσουμε στον δρόμο της δίκαιης ανάπτυξης. Να δημιουργήσουμε νέες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Να δουν οι νέοι με αισιοδοξία το μέλλον.
– Έχετε παραδεχθεί ότι η διαφορά με τη ΝΔ δεν ήταν αναμενόμενη. Το ερώτημα είναι: έφταιγαν οι άστοχες αναλύσεις εκλογολόγων ή η απόσταση του κυβερνώντος κόμματος από τις πραγματικές διεργασίες και διαθέσεις της κοινωνίας, όπως έδειξαν και οι αυτοδιοικητικές εκλογές;
Η κάλπη των ευρωεκλογών ήταν η πρώτη μετά το 2015. Καθώς δεν εκλεγόταν νέα κυβέρνηση, δόθηκε η ευκαιρία στους πολίτες να εκφραστούν πολυποίκιλα και να στείλουν τα μηνύματά τους, τα οποία και λάβαμε. Θεωρώ λάθος να προσεγγίζονται οι αυτοδιοικητικές εκλογές στη βάση των γενικότερων πολιτικών διλημμάτων και των επίδικων της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
– Υπάρχει πολιτικός χώρος και χρόνος για να ανατραπεί το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών;
– Ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί τις σχέσεις του με μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Επομένως, κάτι το οποίο φαίνεται μαθηματικά δύσκολο, να ανατραπούν δηλαδή οι προβλέψεις και να μην είναι η Νέα Δημοκρατία πρώτο κόμμα, πολιτικά είναι εφικτό.
– Πάντως δίνεται η αίσθηση ότι πάτε στην προεκλογική μάχη με την ατζέντα του 2014, διότι ακούμε τον Πρωθυπουργό και κυβερνητικά στελέχη να μιλούν για το τι παραλάβατε, κάτι όμως που κρίθηκε το 2015…
Καλώς ή κακώς, η ζωή στην Ελλάδα και τα προβλήματα δεν ξεκίνησαν ούτε το 2015, ούτε τα ανακαλύπτουμε το 2019. Ωστόσο, είναι η Νέα Δημοκρατία που επανέρχεται με την ίδια νεοφιλελεύθερη οικονομική «συνταγή», η οποία μας οδήγησε, αρχικά, στην οικονομική κρίση με τους χειρότερους όρους και στη συνέχεια στα μνημόνια.
– Δέχεστε επικρίσεις για παροχολογία σχετικά με τις εξαγγελίες Τσίπρα για 500.000 νέες θέσεις εργασίας, για φοροελαφρύνσεις, για προσλήψεις κ.ά. Γιατί δεν τα εξαγγείλατε νωρίτερα αλλά τώρα, στο παρά πέντε των εκλογών;
– Από το 2015 μέχρι το τέλος του 2018 δημιουργήσαμε 380.000 νέες θέσεις εργασίας και ακόμη 180.000 στο πρώτο εξάμηνο του 2019. Γι’ αυτό θεωρούμε ρεαλιστικό να δημιουργήσουμε άλλες 500.000 νέες θέσεις εργασίας την επόμενη τετραετία. Τα μέτρα, στο μεγαλύτερο μέρος, τους παρουσιάστηκαν στη ΔΕΘ από τον Πρωθυπουργό τον Σεπτέμβριο του 2018. Το πρόγραμμά μας μπορεί να πείσει γιατί καταλήγει σε ρεαλιστικά εφαρμόσιμες προτάσεις.
Αντιθέτως, το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας είναι η αποθέωση των γενικόλογων και ανεύθυνων υποσχέσεων, ενώ όταν συγκεκριμενοποιείται δεν μπορεί να κρύψει την ταξικά προσδιορισμένη στόχευσή του εις βάρος των οικονομικά αδυνάτων, του κόσμου της εργασίας και των μεσοστρωμάτων.
– Ο Πρωθυπουργός χρησιμοποίησε το δίλημμα «ή θα κρατήσουμε την Ελλάδα στα χέρια μας ή θα την δώσουμε πίσω σε αυτούς που την χρεοκόπησαν», ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει ότι θέλει να εκφράσει όλους τους Έλληνες και όχι να διχάσει. Πώς το κρίνετε;
– Ένας μεγάλος αριθμός στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, που προέρχονται από τον χώρο της Ακροδεξιάς, διαμορφώνουν μια νέα αντιαριστερή κουλτούρα στον τόπο. Χαρακτηριστικός ήταν ο τρόπος που πολιτεύτηκαν απέναντι στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Δεν το κρίνω ενωτικό αυτό. Το δίλημμα του Πρωθυπουργού είναι πραγματικό. Νέα Δημοκρατία και ΠαΣοΚ εναλλάσσονταν μεταπολιτευτικά στην κυβέρνηση. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει τις ευθύνες αυτών που μας οδήγησαν στα μνημόνια και στην αγκαλιά
του ΔΝΤ.
– Δέχεστε πιέσεις και εξ αριστερών σας, όπως από το ΜέΡΑ25 του κ. Βαρουφάκη. Πώς κρίνετε την άποψη του πρώην υπουργού σας ότι η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ είναι μια χαμένη ψήφος;
– Με θλίβει η άποψή του, υπονοεί ότι μια ψήφος μπορεί να είναι χρήσιμη οπουδήποτε αλλού. Το πολιτικό του στίγμα μάλλον το διαμορφώνει ένας άκρατος υποκειμενισμός.
– Στη φράση του κ. Τσίπρα «θα τα αλλάξουμε όλα» περιλαμβάνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ;
– Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ ωρίμασε μέσα στις συνθήκες της μεγαλύτερης μεταπολεμικής κοινωνικοοικονομικής κρίσης, διευρύνοντας τα όρια της αριστερής παράταξης. Σήμερα πρωτοστατεί στη συγκρότηση μιας πλατιάς συμμαχίας ανάμεσα στην Αριστερά, στην αντινεοφιλελεύθερη Σοσιαλδημοκρατία και στην Οικολογία.
– Το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ περνά μέσα από την προοδευτική συμμαχία;
– Θεωρώ ότι η συγκρότηση ενός τέτοιου πλειοψηφικού, κοινωνικού και πολιτικού μπλοκ μπορεί, πράγματι, να οδηγήσει στις μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη η κοινωνία μας, ανοίγοντας νέους δρόμους.
Γ.Σ.