ΣΥΡΙΖΑ-Εφοπλιστές: Ταξικοί αντίπαλοι με προνομιακές σχέσεις

ΣΥΡΙΖΑ-Εφοπλιστές: Ταξικοί αντίπαλοι με προνομιακές σχέσεις

Του Χρήστου Τσαλικίδη
«Την ώρα που η κοινωνία αναστενάζει από τους φόρους και τα χαράτσια στα ακίνητα που την οδηγούν σε απόγνωση μέχρι θανάτου, η συγκυβέρνηση, με νυκτερινή αιφνίδια τροπολογία, απαλλάσσει τους πλοιοκτήτες-εφοπλιστές από τη φορολόγηση των πλοίων τους…

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται να επανεξετάσει από μηδενική βάση τη σχέση ανάμεσα στο ελληνικό κράτος, τη ναυτιλία και τον εφοπλιστικό κόσμο, με στόχο τη δημιουργία ενός δίκαιου φορολογικού καθεστώτος, που θα ανταποκρίνεται στη συνταγματική επιταγή για τη συμβολή όλων, ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα, στα δημόσια βάρη».

Αυτά έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ τον Οκτώβριο του 2014, λίγο πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Δεσμευόταν ότι θα διαμόρφωνε ένα δίκαιο φορολογικό καθεστώς με το εφοπλιστικό κεφάλαιο. Κάτι που -όπως τα περισσότερα από όσα υποσχέθηκε- δεν πραγματοποίησε. Στο άρθρο 56 του νομοσχεδίου για την Ασιατική Τράπεζα -ψηφίστηκε στις 16 Απριλίου 2019 και ήδη έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων επειδή προβλέπει μεταξύ άλλων ευνοϊκές νομοθετικές ρυθμίσεις για τα αυθαίρετα στον αιγιαλό-, εντάχθηκε η κύρωση του συνυποσχετικού μεταξύ κυβέρνησης και εφοπλιστών. Το συνυποσχετικό αφορά την οικειοθελή φορολόγηση των εφοπλιστών, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμαχόταν με όλες τις δυνάμεις του πριν γίνει κυβέρνηση. Τώρα, όμως, εξοικονομεί εκατομμύρια σε εφοπλιστές και καγχάζει για το ηθικό πλεονέκτημα…

Ήταν 27 Φεβρουαρίου 2017 όταν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Θόδωρος Βενιάμης, πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, εμφανίστηκαν χαμογελαστοί μπροστά στις κάμερες στο Μέγαρο Μαξίμου προκειμένου να υπογράψουν τη νέα, εθελοντική εισφορά του κλάδου στα δημόσια ταμεία. Επρόκειτο για ένα ιδιαίτερα σημαντικό γεγονός, σύμφωνα με όσα διεμήνυαν κυβερνητικές πηγές, αφού η καταβολή ποσού που αντιστοιχεί στο 10% των εισαγόμενων μερισμάτων των μελών της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών θα απέφερε έσοδα στα δημόσια ταμεία της τάξεως των 75 εκατομμυρίων ευρώ. Σχεδόν δύο μήνες μετά, η παραπάνω συμφωνία οδήγησε στο άρθρο 56 του επίμαχου νόμου. Εξέλιξη καθόλα ευνοϊκή για τους εφοπλιστές δεδομένου ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους τα έσοδα για τα δημόσια ταμεία δεν ανέρχονται στα 75 εκατομμύρια ευρώ, όπως υποσχέθηκε -μόλις προ δύο μηνών- ο κ. Τσίπρας, αλλά σχεδόν στα μισά.

«Βρώμικη συναλλαγή κυβέρνησης–εφοπλιστών»

«Άνθρακες ο θησαυρός» σύμφωνα με όσα δήλωσε στην Politik ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΝΕΝ), Αντώνης Νταλακογιώργος, αφού το ποσό που εισέρευσε στα δημόσια ταμεία δεν ξεπέρασε ποτέ τα 40 εκατομμύρια ευρώ. Και αυτό γιατί, όπως εξήγησε, «ένα μεγάλο μέρος των μεγαλόσχημων εφοπλιστών δεν κατέβαλε ούτε ένα ευρώ ενώ ορισμένοι ζήτησαν διακανονισμό καταβάλλοντάς τα με δόσεις»! Για αυτό και ο κ. Νταλακογιώργος κάνει λόγο για μια «βρώμικη συναλλαγή κυβέρνησης- εφοπλιστών», μέσω της οποίας ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει «το νέο μποναμά στο παρασιτικό εφοπλιστικό κεφάλαιο προκαλώντας τα αισθήματα των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία ιδιαίτερα την μνημονιακή περίοδο έχουν δεινοπαθήσει από την άγρια φοροεπιδρομή στους μισθούς, τις συντάξεις και ευρύτερα τα εισοδήματά τους».

Προτού γίνει πρωθυπουργός ο Αλέξης Τσίπρας είχε τελείως διαφορετική άποψη για τη φορολόγηση των εφοπλιστών, αφού όπως υπενθυμίζει ο κ. Νταλακογιώργος, «ο σημερινός πρωθυπουργός την περίοδο 2012-2014 μιλούσε για φορολόγηση των εφοπλιστών ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ». Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι η νέα εθελοντική εισφορά είναι αόριστης διάρκειας, γεγονός που σημαίνει ότι θα αντικαταστήσει την προηγούμενη, η οποία είχε θεσπιστεί επί κυβέρνησης Αντώνη Σαμαρά το 2014, αλλάζοντας με αυτόν τον τρόπο το φόρο, μέσω της φορολογίας των μερισμάτων.

Το πλέον ενδεικτικό όμως της υποκριτικής στάσης της κυβέρνησης στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι πως μολονότι κάνει λόγο για οικειοθελή παροχή από μέρους των εφοπλιστών, κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην πράξη. Ο λόγος είναι ότι η φορολόγηση των μερισμάτων συμπεριλήφθηκε μεταξύ όσων προβλέπονταν στις δεσμεύσεις που ανέλαβε η κυβέρνηση μετά το τέλος του τρίτου μνημονίου και αναφερόταν στην έκθεση της Κομισιόν τον Μάιο του 2018. Πρόκειται, δηλαδή, για εξέλιξη που προέκυψε έπειτα από μακρόχρονη έρευνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το αν το καθεστώς των φοροαπαλλαγών των οποίων τυγχάνει η ελληνική ναυτιλία, παραβιάζει τους κανόνες ανταγωνισμού εντός της Ε.Ε.

«Προπαγανδιστικός τελάλης του εφοπλιστικού κατεστημένου»

Σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Φώτης Κουβέλης, μετατράπηκε σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΕΝΕΝ, «σε προπαγανδιστικό τελάλη του εφοπλιστικού κατεστημένου». Και αυτό, εξήγησε, διότι «ταυτιζόμενος απόλυτα με την πολιτική τους για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της κερδοφορίας και των προνομίων τους χωρίς ίχνος ντροπής ξεκαθάρισε ότι “στρατηγικός στόχος του υπουργείου του είναι η ανάπτυξη της ελληνικής παντοπόρου ναυτιλίας με τη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος που θα παρέχει ανταγωνιστικά οφέλη”».

Ως αποτέλεσμα ο κ. Νταλακογιώργος κρίνει ότι στο αναφερόμενο νομοσχέδιο «η κυβέρνηση διατηρεί σε εξευτελιστικά χαμηλά επίπεδα την φορολογία επί των ναυτιλιακών μερισμάτων. Με αυτές τις επαίσχυντες νομοθετικές ρυθμίσεις κλείνει ουσιαστικά και η εκκρεμότητα των εφοπλιστών με την Επιτροπή Ανταγωνισμού έναντι των άλλων ευρωπαϊκών ναυτιλιακών χωρών της ΕΕ. Η σχετική συμφωνία εφοπλιστών- κυβέρνησης και η νομοθετική κατοχύρωση της προνομιακής φορολογικής μεταχείρισης έρχεται ως συνέχεια της συμφωνίας για την συνταγματική αναθεώρηση με την οποία έμεινε ανέπαφη η φορολογική ασυδοσία του εφοπλιστικού κεφαλαίου».

«Πιστοί υπηρέτες του εφοπλιστικού κεφαλαίου»

Η επίμαχη συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και εφοπλιστών δεν θίγει σύμφωνα με τον κ. Νταλακογιώργο «στο ελάχιστο το θεσμικό πλαίσιο των 58 προκλητικών φοροαπαλλαγών για τους εφοπλιστές», ενώ ταυτόχρονα «με την εθελοντική συμφωνία επί των μερισμάτων τους, νομιμοποιείται έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Άλλωστε, όπως επισήμανε ο πρόεδρος της Ένωσης Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού, το γεγονός πως η κυβέρνηση «αρνήθηκε την πρόταση της ΠΕΝΕΝ προς την Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος για την κατάργηση του άρθρου 17 που θεσμοθετεί την φοροασυλία των εφοπλιστών απέδειξε ότι είναι πιστή υπηρέτρια του εφοπλιστικού κεφαλαίου».

Και πως να μην χαρακτηριστεί έτσι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, από τη στιγμή που σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΕΝΕΝ, η συμφωνία διατηρεί «αλώβητο το συνταγματικά θεσμοθετημένο καθεστώς των φοροαπαλλαγών των εφοπλιστών, ενώ η υποχρεωτική επί της χωρητικότητας (τονάζ) συνεισφορά των εφοπλιστών ανήλθε σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για το 2015 στο προκλητικό ποσό των 17.617.781,18 ευρώ. Η φορολογία των ναυτεργατών ξεπέρασε στο ίδιο έτος τα 57 εκατομμύρια ευρώ»! Άλλωστε, σύμφωνα με εξακριβωμένα στοιχεία των ελληνικών φορολογικών αρχών και του αρμόδιου υπουργείου Οικονομικών, που επικαλείται ο κ. Νταλακογιώργος, «για την περίοδο 2014-2017 το ελληνικό Δημόσιο έχει εισπράξει μόνο το 1/5 της εθελοντικής εισφοράς που συμφωνήθηκε να πληρώσουν οι εφοπλιστές, δηλαδή 85 εκατομμύρια ευρώ ενώ η συμφωνία αφορούσε το ποσό των 420 εκατομμυρίων ευρώ την τετραετία 2014-2017».

«Χοντρά ρουσφέτια»

Από την πλευρά του ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, Νίκος Δένδιας ανέφερε ότι το επίμαχο νομοσχέδιο «κρύβει πολύ χοντρά ρουσφέτια», κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι έφερε «τις ρυθμίσεις για τον αιγιαλό σε ένα άσχετο νομοσχέδιο 547 άρθρων για να κρύψετε εκεί μέσα ένα σωρό πράγματα. Είναι αυτή καλή νομοθέτηση; Πώς να γίνει μια σοβαρή κουβέντα επί νομοσχεδίου που μπλέκει αιγιαλό, ασιατική τράπεζα, ΕΝΦΙΑ, ΟΤΑ, συνυποσχετικό με τη ναυτιλιακή κοινότητα; Αν και το τελευταίο το φέρατε ακριβώς για να το κρύψετε πολύ καλά. Γιατί όλοι θυμόμαστε τον Πρωθυπουργό που έλεγε πως θα φέρει από τους εφοπλιστές 2-3 δισ. από τη ναυτιλιακή κοινότητα».

 


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Politik την Παρασκευή 26 Απριλίου 2019

Loading