Επί δεκαεπτά λεπτά, το κοινό της Μόστρα υποδέχτηκε όρθιο τον Πέδρο Αλμοδόβαρ, την Τίλντα Σουίντον και την Τζούλιαν Μουρ, επιβραβεύοντας με ενθουσιασμό την ταινία «The Room Next Door» («Διπλανό Δωμάτιο»), μία από τις πιο αξιόλογες ταινίες του φετινού διαγωνιστικού τμήματος του 81ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας.
Ο Ισπανός σκηνοθέτης κατάφερε να συγκινήσει αναφερόμενος σε ένα δύσκολο και σύνθετο θέμα: τον θάνατο και την ευθανασία. Διατηρώντας την αγαπημένη του φόρμα του κλασικού μελοδράματος, χρησιμοποίησε για πρώτη φορά στην καριέρα του την αγγλική γλώσσα και εμπλούτισε την αφήγησή του με αναφορές στη λογοτεχνία του Τζέιμς Τζόυς, τις ζωγραφιές της Ντόρα Κάρινγκτον και τις ταινίες του Μπάστερ Κίτον και του Τζον Χιούστον. Η ταινία κερδίζει τις καρδιές των θεατών με την ευαισθησία, την απλότητά της και τις εξαιρετικές ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστριών.
«The Room Next Door» ακολουθεί τις καλές φίλες Μάρτα και Ίνγκριντ, οι οποίες επανασυνδέονται μετά από χρόνια, καθώς η Μάρτα διαγνώστηκε με καρκίνο τελικού σταδίου. «Η ταινία εστιάζει σε μια γυναίκα που πεθαίνει σε έναν κόσμο που επίσης πεθαίνει», δήλωσε ο Πέδρο Αλμοδόβαρ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου πριν την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας, έχοντας στο πλευρό του τις δύο πρωταγωνίστριές του. Οι τρεις τους συζήτησαν για διάφορα θέματα, από την ευθανασία και την κλιματική κρίση μέχρι τη γυναικεία φιλία και τον αμοιβαίο θαυμασμό που αισθάνονται ο ένας για τον άλλον.
«Ήθελα να ξεκινήσω μία νέα εποχή στο έργο μου», εξήγησε ο σκηνοθέτης, αναφερόμενος στην απόφασή του να γυρίσει μια αγγλόφωνη ταινία στα 75 του χρόνια. «Πάντα ήθελα να το κάνω, αλλά χρειαζόμουν το κατάλληλο υλικό. Το βρήκα μέσα στο βιβλίο της Σίγκριντ Νιούνεζ, What Are You Going Through, το οποίο είναι δύσκολο να μεταφερθεί κινηματογραφικά. Ωστόσο, ένα συγκεκριμένο κεφάλαιο με συγκίνησε, όταν η ηρωίδα που υποδύεται η Τζούλιαν επισκέπτεται στο νοσοκομείο την ετοιμοθάνατη φίλη της. Αμέσως αυτό φώτισε κάτι μέσα μου. Είχε δύο ηρωίδες που ήξερα και για τις οποίες μπορούσα να μιλήσω, καθώς ανήκαν στη γενιά του ’80 που αγαπώ. «Η γλώσσα», όπως είπε, «δεν ήταν πρόβλημα», γιατί «οι δύο πρωταγωνίστριές μου είναι εξαιρετικές ηθοποιοί και κατανόησαν τον τόνο που ήθελα να δώσω στην ιστορία».
Ο Αλμοδόβαρ ήθελε επίσης να εκφράσει «με σαφήνεια» τα συναισθήματά του σχετικά με την ευθανασία. «Πρέπει να μπορείς να αποφασίζεις για τον εαυτό σου… Στην Ισπανία έχουμε νόμους για την ευθανασία. Αυτό θα έπρεπε να είναι αναφαίρετο δικαίωμα παντού στον κόσμο. Θα έπρεπε να έχει νομοθετηθεί και οι γιατροί θα έπρεπε να μπορούν να το προσφέρουν στους χρόνια άρρωστους ασθενείς τους. Έτσι, άνθρωποι στην κατάσταση της Μάρτας να μην αντιμετωπίζονται σαν εγκληματίες», τόνισε.
«The Room Next Door», συνέχισε ο Ισπανός σκηνοθέτης, «δεν αφορά μόνο την κατάσταση των ανθρώπων αλλά και την κατάσταση του πλανήτη». «Ο θάνατος είναι ένα δύσκολο θέμα και σε αυτή την ταινία προσπαθώ να βρω τα εργαλεία να επικοινωνήσω μαζί του. Γι’ αυτό και τον έβαλα πρωταγωνιστή. Προσωπικά ταυτίζομαι με την ηρωίδα της Τζούλιαν, που λέει ότι αρνείται να πιστέψει ότι κάτι ζωντανό πρέπει να πεθάνει. Όμως αυτή είναι ανώριμη στάση. Κρυβόμαστε από το θάνατο όταν συμβαίνουν γύρω μας τραγωδίες, αρρώστιες και πόλεμοι. Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να διατηρήσω την αισιοδοξία μου στις δύσκολες εποχές που ζούμε. Μία αγαπημένη μου Ισπανίδα συγγραφέας μου είχε αφιερώσει τη φράση η ευτυχία και η χαρά είναι η μεγαλύτερη αντίσταση. Κι αυτό είναι κάτι που θέλω να θυμάμαι», πρόσθεσε.
Η Τίλντα Σουίντον δήλωσε ότι η ταινία είναι «μία ιστορία αγάπης ανάμεσα στη Μάρτα και την Ίνγκριντ». «Η αληθινή φιλία περιλαμβάνει μία ανιδιοτελή αγάπη, που βρίσκεται στην καρδιά κάθε πραγματικής σχέσης. Υπάρχει πίστη στην ταινία. Πίστη στην αναγκαιότητα και το αναπόφευκτο της εξέλιξης, όπου κι αν μας οδηγήσει αυτό. Πίστη ότι ο άνθρωπος θα εξελιχθεί, ο πλανήτης μας θα εξελιχθεί και δεν θα πεθάνει. Ο θάνατος στην ταινία φέρνει κάθαρση, συμφιλίωση και εξέλιξη και αυτό με γεμίζει ελπίδα», σημείωσε.
«Δεν με φοβίζει ο θάνατος και δεν τον φοβόμουν ποτέ», συνέχισε. «Η ταινία αφορά κάποιον που αποφασίζει να πάρει τη ζωή και τον θάνατό της στα χέρια της. Όχι ότι η ηρωίδα μου θέλει να πεθάνει, αλλά το θέμα είναι η επιλογή να μπορέσει να τελειώσει τη ζωή της όπως εκείνη επιθυμεί. Γι’ αυτό και η ταινία για μένα είναι ένας θρίαμβος. Η Μάρτα θέλει να φύγει θριαμβευτικά, όχι ηττημένη. Αν ήμουν στη θέση της, νομίζω ότι θα έκανα ακριβώς το ίδιο», ανέφερε.
Η Τζούλιαν Μουρ υπογράμμισε ότι «όλες οι ταινίες του Αλμοδόβαρ έχουν καρδιά και όλοι ακούμε τους χτύπους της». «Η συγκεκριμένη ταινία είναι για τη ζωή, όχι για το θάνατο, και ανοίγει έναν διάλογο. Για μένα, η ηρωίδα μου παίρνει ένα μάθημα ζωής, αντιμετωπίζοντας τον μεγαλύτερο φόβο της. Γιατί αυτό κάνουν οι ταινίες του Πέδρο: σε κάνουν μέλος ενός κόσμου που σε αποδέχεται», πρόσθεσε.
Αναφερόμενη στην εμπειρία της με τις ταινίες του, η Μουρ ανέφερε: «Νόμιζα ότι έτσι είναι η Ισπανία. Αυτό που δεν είχα συνειδητοποιήσει είναι ότι όλα είναι ο Πέδρο! Ο τρόπος που ο ίδιος βλέπει τον κόσμο. Όταν βρέθηκα στο σπίτι του, ήταν όλα εκεί: η αισθητική του, οι αναφορές του, ο ουμανισμός του, ο εκκεντρισμός του. Γι’ αυτό και παραδόθηκα εντελώς στο όραμά του».
Η Αμερικανίδα ηθοποιός επαίνεσε επίσης τον Ισπανό σκηνοθέτη για την εστίασή του σε μία ιστορία γυναικείας φιλίας. «Πολύ σπάνια βλέπουμε ταινίες για δύο φίλες, ειδικά σε αυτή την ηλικία. Κι ο Πέδρο το εξυμνεί αυτό. Δεν ξέρω άλλον σκηνοθέτη στον κόσμο που θα το έκανε καλύτερα από τον Πέδρο. Με την Τίλντα αναπτύξαμε μία σχέση αληθινής φιλίας μέσα από αυτή τη συνεργασία και θα την κουβαλάω για πάντα».
Μιλώντας για τη συνεργασία της με τον Ισπανό σκηνοθέτη, η Τίλντα Σουίντον δήλωσε: «Ποτέ δεν πίστεψα ότι θα βρει μια γωνίτσα για να τρυπώσω κι εγώ στο σύμπαν του! Είμαι ευγνώμονη που έζησα την μαεστρία του, τη φρεσκάδα του».