Αποκαλυπτική συνέντευξη του Ραζβάν Λουτσέσκου για όλους και για όλα

Αποκαλυπτική συνέντευξη του Ραζβάν Λουτσέσκου για όλους και για όλα

Σε μία συνέντευξη που κράτησε κάτι λιγότερο από μία ώρα, ο Ραζβάν Λουτσέσκου έκανε κατάθεση ψυχής. Ο Ρουμάνος προπονητής του ΠΑΟΚ μίλησε στο κανάλι της ομάδας στο YouTube και αναφέρθηκε τόσο σε πολύ προσωπικές του στιγμές, όσο και στο αμιγώς ποδοσφαιρικό κομμάτι.

Αρχικά, ο Λουτσέσκου έκανε μία περίληψη της σεζόν 2021-22:

«Ήταν μία περίπλοκη σεζόν, στο φινάλε μία φανταστική σεζόν, νομίζω ότι αυτή η λέξη την περιγράφει καλύτερα. Γιατί φανταστική; Επειδή καταφέραμε να ξεπεράσουμε πολλές δυσκολίες από το ξεκίνημα, η ομάδα δεν ήταν έτοιμη, δεν είχαμε όλο το ρόστερ. Είχαμε παίκτες που ήταν συνηθισμένοι να αγωνίζονται με τελείως διαφορετικό τρόπο σε σχέση με την  φιλοσοφία που επαναφέραμε στον ΠΑΟΚ. Χρειαστήκαμε όλοι χρόνο, προκειμένου να προσαρμοστούμε. Οι παίκτες να γνωρίσουν το προπονητικό τιμ και να προσαρμοστούν στα θέλω και τις απαιτήσεις μας.

Ένα άλλο θέμα ήταν ότι φέραμε τρεις νέους παίκτες στο τέλος της μεταγραφικής περιόδου και καθυστερήσαμε τα πάντα. Ουσιαστικά χάσαμε το πρώτο μέρος του φθινοπώρου και ήρθαν όλα μαζί τα παιχνίδια Πέμπτη-Κυριακή, το πρόγραμμα ήταν απίστευτο.

Ακόμη και ο μεγαλύτερος εχθρός μας δεν θα μπορούσε να το είχε κάνει τόσο δύσκολο. Είχαμε πολλά προβλήματα με τον κορονοϊό, είχαμε προβλήματα τραυματισμών, είχαμε και σκαμπανεβάσματα τα οποία μας τρέλαναν. Δεν υπήρχε ισορροπία σε αυτή την κατάσταση. Παίξαμε σε κάποια παιχνίδια καλά και σε άλλα άσχημα. Όταν παίζαμε καλά πετούσαμε και όταν έρχονταν τα παιχνίδια με τις ομάδες χαμηλής δυναμικότητας τα χάναμε όλα, δεν είχαμε αυτοπεποίθηση, δεν βγάζαμε αντίδραση και ήρθε μία περίοδος από τον Νοέμβριο μέχρι και τον Δεκέμβριο που είχαμε ένα σερί αρνητικών αποτελεσμάτων. Από όλες τις απόψεις, ήταν μία πολύπλοκη κατάσταση, μετά ήρθε το 2022, αρχίσαμε να έχουμε αυτοπεποίθηση, σταθεροποιήσαμε την οργάνωση και την φιλοσοφία μας. Αρχίσαμε να κερδίζουμε, αλλά το πρόγραμμά μας ήταν και πάλι πολύ δύσκολο, μας χτύπησε και πάλι ο κορονοϊός και μας άλλαξε το πρόγραμμα.

Είχαμε πάλι ανά τρεις μέρες παιχνίδι όταν άρχισαν πάλι οι ευρωπαϊκές διοργανώσεις, ήταν δύσκολο πρόγραμμα. Όμως καταφέραμε να φτάσουμε μέχρι την διακοπή του Μαρτίου σε ένα εξαιρετικό επίπεδο, καθώς διαχειριστήκαμε σωστά όλες τις καταστάσεις. Είχαμε μεγάλη απόσταση από την τρίτη θέση, προκριθήκαμε στα προημιτελικά του Conference League, αποκλείσαμε την ΑΕΚ σε δύο ματς στα προημιτελικά του Κυπέλλου. Μετά την διακοπή το πρόγραμμα έγινε και πάλι δύσκολο, γιατί είχαμε τα Play Off, τα δυο ματς με τον Ολυμπιακό και τα άλλα δύο με την Μαρσέιγ.

Αυτά τα παιχνίδια απορρόφησαν όλη μας την ενέργεια. Και μας προκάλεσαν να δώσουμε περισσότερα από όσα οι παίκτες μπορούσαν σε μία τέτοια κατάσταση. Χτυπηθήκαμε και πάλι από τραυματισμούς. Και ουσιαστικά με το δεύτερο παιχνίδι Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό στο “Γεώργιος Καραϊσκάκης”. Ήρθε ο βοηθός μου ο Κρις, ήμουν στα αποδυτήρια των προπονητών και μου είπε για την κατάσταση των τραυματιών. Μετά την ανάλυση, με τον Σάκη τον φυσιοθεραπευτή και τους γιατρούς, γνωρίζοντας πόσο καιρό θα μείνουν όλοι εκτός, ειλικρινά η απάντησή μου σε όλο αυτό ήταν ότι δεν θέλω να σκεφτώ κάτι αυτή την στιγμή, γιατί αν το κάνω δεν θα μπορέσω να απολαύσω την πρόκριση στον τελικό Κυπέλλου. Είχα καταλάβει πόσο σοβαρά είναι τα προβλήματα».

Στη συνέχεια, ο Ρουμάνος τεχνικός άρχισε να απαντά σε ερωτήσεις. 

-Όταν ήρθατε στην ομάδα είχατε πει ότι μπορεί να πάει μακριά στην Ευρώπη και να πάρει το πρωτάθλημα, όμως στα μισά της σεζόν τονίσατε ότι ίσως βάλατε μεγάλη πίεση στους παίκτες και δεν ήταν έτοιμοι γι’ αυτό. Πότε καταλάβατε ότι οι σκέψεις που είχατε αρχικά ίσως δεν ήταν ρεαλιστικές;

«Όταν έκανα την πρώτη δήλωση ότι θα κερδίσουμε το πρωτάθλημα ήταν από μέρους μου μία προσπάθεια να προκαλέσω μία αντίδραση. Ήξερα τι συνέβη τα τελευταία δύο χρόνια, μίλησα με ανθρώπους κοντά στο σύλλογο, με φιλάθλους, με παίκτες και όλοι μου περνούσαν το μήνυμα ότι ήταν δύο άσχημα χρόνια, χάνοντας την εμπιστοσύνη, αντιλαμβανόμενοι ότι δεν μπορούσαν να φτάσουν καν να παλέψουν, έχοντας χάσει την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να πετύχουν κάτι. Άλλωστε ήταν μία ομάδα διαφορετική από εκείνη που άφησα το 2019. Ήρθαν παίκτες χωρίς εμπειρία στις νίκες, ίσως όχι συνηθισμένοι να αντέχουν την πίεση.

Επομένως με αυτή την δήλωση προσπάθησα να προκαλέσω τους παίκτες να παλέψουν κόντρα στα όρια τους. Έπρεπε να δώσω αυτό το κίνητρο. Ήξερα το ρίσκο την ίδια στιγμή που έκανα αυτή την δήλωση, γιατί αν κάτι πήγαινε στραβά, οι παίκτες που δεν είχαν την απαραίτητη εμπειρία να αρχίσουν να χάνουν την αυτοπεποίθησή τους. Αυτή η πρόκληση ίσως δημιουργούσε άλλα προβλήματα και να χανόταν η ισορροπία. Στην πραγματικότητα αυτό ήταν το πρόβλημα, η έλλειψη ισορροπίας, που φαινόταν σε τρελές καταστάσεις, από τα σκαμπανεβάσματα ακόμη και στη διάρκεια ενός αγώνα. Παίζαμε πολύ καλά σε ένα διάστημα και μετά κάναμε ένα-δύο λάθη και δίναμε τη δυνατότητα στον αντίπαλο να επανέλθει. Αυτή ήταν η εικόνα στο πρώτο κομμάτι της σεζόν και λιγότερο στο δεύτερο. Αυτή η έλλειψη ισορροπίας έφερε τη στιγμή που έπρεπε να αναλάβω πλήρως την ευθύνη. Να μιλήσω ευθέως και να σηκώσω εγώ στους ώμους μου την παραδοχή ότι έκανα λάθος που προχώρησα σε αυτή την δήλωση. Αυτό όμως είναι το ποδόσφαιρο. Το να χτίζεις μία ομάδα προϋποθέτει αυτές τις καταστάσεις, τις συζητήσεις, τις προκλήσεις, τα μπρος πίσω, τη στρατηγική, την επίθεση στον αντίπαλο, το να ωθείς την ομάδα να κερδίζει κάτι σταδιακά, στιγμή τη στιγμή, παιχνίδι με το παιχνίδι.

Πιστεύω ακόμη ότι υπήρξαν και παίκτες με φρεσκάδα την τέλεια στιγμή, δίνοντας στην ομάδα την τεχνική ισορροπία που χρειαζόταν κι έτσι αρχίσαμε να έχουμε καλά αποτελέσματα που μας έδιναν τη δυνατότητα να τελειώσουμε τη σεζόν με την περηφάνια ότι πετύχαμε μία από τις καλύτερες σεζόν στην ιστορία του ΠΑΟΚ, δίχως μάλιστα να έχουμε μόνο καλές στιγμές, αλλά και πάρα πολύ σκληρές στιγμές».

-Ξέρουμε, κι ο κόσμος επίσης, ότι είχατε μία πολύ δύσκολη συζήτηση με τους παίκτες μετά το ματς με τον Ιωνικό. Επομένως πώς το διαχειριστήκατε όλο αυτό; Πώς το σκεφτόσασταν τότε για να βγείτε από αυτήν την κρίση;

«Ξέχασα να σας πω κάτι. Ίσως το πιο σημαντικό ή αν θέλετε ένα από τα πιο δυνατά σημεία του τεχνικού επιτελείου και το δικό μου. Η ικανότητα του να δουλεύουμε, το να προπονούμε. Έχουμε οργάνωση στη δουλειά μας και εστιάζουμε πάνω σε λεπτομέρειες. Χρειαζόμαστε πάντα το χρόνο για να δουλέψουμε. Έχοντας αυτό το πρόγραμμα λοιπόν, που από μία άποψη ήταν φανταστικό το ότι καταφέραμε να προκριθούμε και να έχουμε αυτά τα αποτελέσματα, τις εμπειρίες που αύξησαν την αυτοπεποίθηση και τον ενθουσιασμό εντός της ομάδας, αλλά από την άλλη αρχίζαμε να δουλεύουμε σε ολοένα και λιγότερο φυσιολογικές συνθήκες. Ήμασταν αναγκασμένοι να προπονούμαστε μόνο σε ομάδες, κάποιες φορές των 10,11, 12 παικτών, τα παιδιά που είχαν παίξει μία ή δύο μέρες πριν ήταν στην φάση της αποκατάστασης της ενέργειάς τους και δεν ήταν μαζί μας. Εξαιτίας αυτού άρχισε να γίνεται πολύ δύσκολο.

Αυτήν την περίοδο ακόμη κι αν είχαμε συνεχόμενα ματς, προσπαθούσαμε να σκεφτόμαστε το πώς θα προπονηθούμε και ακόμη και στο διάλειμμα των Χριστουγέννων ακόμη και τότε έστω για δέκα μέρες, έπρεπε να δουλέψουμε όλοι μαζί με τους συνεργάτες μου στην οργάνωση με βίντεο, αναλύσεις, λεπτομέρειες, πιο πολύ για μας τους ίδιους. Αυτή ήταν μία κατάσταση που μας έδωσε την πεποίθηση πως μπορούμε να βγούμε από αυτήν την κατάσταση.

Το άλλο που συνέβη και βοήθησε ήταν κάποιες συζητήσεις με τους παίκτες. Επίσης ήταν σημαντική και η κατάσταση που αφορούσε τα ευρωπαϊκά παιχνίδια. Ακόμη κι αν οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν πόσο σημαντικό ήταν το ματς στη Σλόβαν, εγώ ήξερα ότι ήταν αυτό που μου έδωσε την… άδεια να πω και το είπα αμέσως μετά το παιχνίδι, ότι αυτό ήταν ένα αποτέλεσμα πρόκρισης. Και το να προκριθούμε με αντίπαλο την Λίνκολν στο σπίτι μας ήταν μία μεγάλη ώθηση. Καταλαβαίναμε επίσης το πώς είναι για κάθε παίκτη, πώς το διαχειρίζεται, τη σχέση που είχε μαζί μας, πώς είναι η συνοχή μεταξύ των παικτών, πράγμα που είναι πολύ σημαντικό. Υπήρχαν πολλές λεπτομέρειες όπως πάντα που με σωστό τρόπο σκέψης μου έδωσαν πίσω αυτήν την ισορροπία και την ικανότητα να ξεπεράσω την απώλεια αυτοπεποίθησης από τα αρνητικά αποτελέσματα.

Στο τέλος της ημέρας πρέπει πάντα να μιλάμε για ισορροπία. Στο ποδόσφαιρο, όπως και στη ζωή, πιστεύω ότι οι άνθρωποι που χτίζουν και βρίσκουν την ισορροπία είναι επιτυχημένοι».

-Πόσα άγρυπνα βράδια είχατε αυτήν τη σεζόν;

«Μη με ρωτάτε. Πραγματικά δεν ξέρω αν είχα έστω και δέκα φυσιολογικά βράδια. Δεν νομίζω να είχα. Διότι όταν είσαι έτσι, όταν κοιμάσαι πάντα στις 03.00 και πρέπει κάθε τέσσερις μέρες να αλλάζεις κρεβάτι και μετά από τα ματς δεν μπορείς να κοιμηθείς, λόγω της αδρεναλίνης και σκέφτεσαι το ίδιο παιχνίδι και ταυτόχρονα το επόμενο παιχνίδι, είναι σχεδόν αδύνατο… Για τον ποδοσφαιριστή ίσως είναι πιο εύκολο, αν όχι άμεσα μετά το παιχνίδι, ίσως την επόμενη ημέρα. Για έναν προπονητή όμως, το να τελειώνει ένα ματς γεμάτο πίεση από συναισθήματα και αδρεναλίνη και τη στιγμή που τελειώνει αυτό το ματς να έχει μία με δύο ώρες ηρεμίας μόνο, πριν έρθει αντιμέτωπος με το επόμενο παιχνίδι, την αρχική ενδεκάδα, το πώς θα παίξει, το πώς θα προετοιμαστεί για τον αντίπαλο, το τι πρέπει να κάνει τις μία με δύο προπονήσεις που θα έχει στη διάθεσή του. Με τόσα συναισθήματα λοιπόν, είναι αδύνατον να κοιμηθείς. Κι αν αυτό το κάνεις ας πούμε για δύο εβδομάδες, μετά χάνεις το ρυθμό. Ελπίζω στις καλοκαιρινές διακοπές να ξεκουραστώ. Αλλά και πάλι είναι αυτή η αδρεναλίνη που με ενθουσιάζει, είναι αυτή η ευχαρίστηση του να είσαι στο γήπεδο, αυτό το μαχητικό πνεύμα, όλα αυτά που με κάνουν χαρούμενο».

-Και πώς είναι να νιώθετε πως σχεδόν όλοι στον οργανισμό, στο αγωνιστικό τμήμα και γενικά όλοι στο σύλλογο βασίζονται σ’ εσάς, σας έχουν εμπιστοσύνη;

«Μη με ρωτάτε καλύτερα. Ναι, είναι δύσκολο πολύ δύσκολο. Αυτή είναι η πιο σκληρή κατάσταση κι όταν έχουμε αρνητικά αποτελέσματα γνωρίζω ότι εγώ απογοητεύω πολύ κόσμο και εξαιτίας αυτού βιώνω τεράστιο πόνο. Είναι και σωματικό, δεν είμαι “φυσιολογικός άνθρωπος” για τις επόμενες δύο με τρεις ημέρες. Εξαρτάται, βέβαια και από το πότε είναι το επόμενο παιχνίδι, αλλά μέχρι το επόμενο δεν είμαι καλά. Όλα μέσα μου με βασανίζουν, ίσως αυτές τις στιγμές ο μόνος τρόπος να διατηρήσω την ισορροπία μου είναι η γυναίκα μου».

-Αυτή θα ήταν η επόμενη ερώτηση. Τι σας χαλαρώνει και ποιο είναι το πρόσωπο που σας βοηθάει να ισορροπήσετε ή τι είναι αυτό που κάνετε μετά από ένα παιχνίδι, ώστε να μην νιώθετε αυτόν τον πόνο;

«Αυτό συμβαίνει μετά από αρνητικά αποτελέσματα. Μετά από θετικά, δεν μπορώ να πω ότι μεγαλοποιώ τη χαρά μου, ότι πετάω. Δεν εξωτερικεύω τη χαρά μου. Είναι περισσότερο κάτι εσωτερικό, ένα βαθύ αίσθημα ανακούφισης πως έκανα σωστά τη δουλειά. Μου αρέσει μετά από το παιχνίδι να πίνω ένα ποτήρι κρασί, να έχω τους ανθρώπους μου κοντά μου. Στην πραγματικότητα έχουμε αποφασίσει ότι μετά από κάθε παιχνίδι και δύο μέρες πριν το επόμενο παιχνίδι, δειπνούμε, πίνουμε ένα ποτήρι κρασί και συζητάμε φυσιολογικά τα προβλήματά μας, για το ποδόσφαιρο, αλλά σε μία πιο χαλαρή ατμόσφαιρα απ’ ότι στο γήπεδο. Εκεί υπάρχει συνεχώς κι ένα πρόβλημα. Γενικά δουλεύοντας με ένα σύνολο ανθρώπων, ειδικά παικτών, σημαίνει ότι κάθε μέρα θα έχεις τουλάχιστον ένα πρόβλημα. Αυτή είναι μία άλλη πλευρά αυτής της δουλειάς και ίσως απαιτεί αρκετό χρόνο για να μιλήσουμε γι’ αυτό».

-Πώς διαχειρίζεται η σύζυγός σας, η Άννα, αυτή την κατάσταση, αυτή τη συνθήκη της δουλειάς σας;

«Αρχικά, πιστεύω ότι είμαι ένας βαρετός άνθρωπος σαν οικογενειάρχης, Μαζί μου δεν διασκεδάζει, όπως ίσως και τα παιδιά μου. Δεν ξέρω, ίσως αν ήμουν μόνος μου τώρα ή χωρισμένος θα σκεφτόμουν πάρα πολύ να δημιουργήσω οικογένεια, επειδή θα κατέστρεφα το άλλο πρόσωπο. Τουλάχιστον η Άννα ήταν μαζί μου εξ αρχής και πέρασε την περίοδο που ήμουν ποδοσφαιριστής, περάσαμε πολύ ωραίες στιγμές, στιγμές έρωτα, στιγμές πολέμου, σκληρές εμπειρίες, γνωρίσαμε ο ένας τον άλλον… ».

-Υπάρχει κάποιο πρόσωπο που είναι κρίσιμο κατά κάποιο τρόπο σε αυτόν τον τομέα; Λέτε ότι η γυναίκα σας δεν σας δίνει οδηγίες, ωστόσο προέρχεστε από μια οικογένεια που ζει για το ποδόσφαιρο.

«Κανείς. Ίσως ο πατέρας μου και η μητέρα μου, αλλά όχι πια… Η μητέρα μου δυστυχώς μεγάλωσε αρκετά, είναι 78 και δεν είναι πια ο ίδιος άνθρωπος, κάτι που για μένα είναι πολύ λυπηρό. Αλλά όχι, κανείς στην οικογένειά μου δεν υπάρχει που να έχει διάθεση κριτικής προς εμένα, γιατί κανένας δεν παρακολουθεί τόσο στενά την δουλειά μου. Η κόρη μου είναι με την οικογένεια της και τα παιδιά της, ο γιος μου έχει την δουλειά του. Πιστεύεις πως χρειάζομαι και άλλη κριτική;

Οι άνθρωποι εδώ γεννήθηκαν για να κριτικάρουν και να βλέπουν κυρίως την αρνητικότητα. Ή πιστεύετε πως το αφεντικό είναι ένας εύκολος άνθρωπος σε αυτό το κομμάτι και μπορεί να διαχειριστεί τέτοιες καταστάσεις; Αυτό είναι το δίκαιο όμως. Από την μια πλευρά τίποτα σε κριτική, μα από την άλλη… ».

-Αφήνοντας στην άκρη τη διαχείριση των ανθρώπων, γιατί θα μιλήσουμε αργότερα γι’ αυτό, βλέπετε τον εαυτό σας στο ποδόσφαιρο μέχρι τα 70 σας όπως ο πατέρας σας ή θα ταξιδεύετε στον κόσμο σε τρία χρόνια όπως είπατε σε πρόσφατη συνέντευξη σας;

«Με ξέρετε καλά. Ήρθα εδώ, έδωσα όλη την αγάπη στη δουλειά μου, στην ομάδα, στο μέρος. Για μένα ειλικρινά η Θεσσαλονίκη είναι κάτι πολύ, πολύ, πολύ βαθύ μέσα μου και όπου και αν πάω θα πρέπει να αγαπάω την πόλη. Αν δεν την αγαπάω, δεν θα μπορώ να δουλέψω, δεν θα μπορώ να παραμείνω εκεί. Πρέπει να αγαπάω τον τόπο, να αγαπάω τους παίκτες. Αν δεν αγαπάω τους παίκτες, δεν θα μπορώ να χτίσω ένα σύνολο με νοοτροπία, αυτό που θα έχει την επιθυμία να πάει στην μάχη. Κοιτάξτε τα τελευταία χρόνια με τον ΠΑΟΚ κατακτήσαμε δυο φορές το double. Μια φορά ήταν αυτή η ιστορία με τις επιτροπές, αλλά μας έκλεψαν τον τίτλο, αυτή είναι η αλήθεια! Ήταν double! Την επόμενη χρονιά πήραμε το άλλο double. Μετά πήγαμε στην Αλ Χιλάλ κερδίσαμε το Champions League, το πρωτάθλημα και το Κύπελλο. Μετά επιστρέψαμε τον ΠΑΟΚ και πήγαμε στον τελικό του Κυπέλλου, στους “8” του Conference League, πήραμε τη δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα παλεύοντας μέχρι τέλους σε όλες τις διοργανώσεις.

Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είσαι ικανός, να διαθέτεις ισχυρή πνευματικά νοοτροπία και αυτό να προέρχεται από κάθε τομέα, από τις σχέσεις των ανθρώπων. Και μη νομίζετε ότι ένας παίκτης μπορεί να είναι χαρούμενος ενώ δεν παίζει. Όχι είναι πολύ στεναχωρημένοι! Παίκτες σε όλο τον κόσμο χάνουν το ενδιαφέρον τους αν δεν παίζουν, αλλά έχοντας αυτή την προσέγγιση προκαλείς τον παίκτη να έρθει σε εμάς, στο σύνολο, να βγει λίγο από τον εγωισμό του και να δώσει περισσότερα για την ομάδα.

Όταν ένας παίκτης το κάνει αυτό, οι πιθανότητες να γίνει η ομάδα επιτυχημένη αυξάνονται. Αυτό συμβαίνει λοιπόν. Αγαπάω πολύ την Θεσσαλονίκη. Έφυγα από εδώ γιατί πραγματικά ήμουν πολύ λυπημένος κάποια στιγμή. Επέστρεψα με χαρά επειδή αγαπάω την Θεσσαλονίκη. Δεν πρόκειται για κάποια στρατηγική κίνηση. Και ξέρετε πολύ καλά ότι όλοι όσοι γνωρίζω, μου είπαν: γιατί επιστρέφεις; Είσαι τρελός;

Kαι είπα όχι, ούτε στρατηγική έχω, ούτε φοβάμαι τίποτα και σε κάθε περίπτωση έκανα εδώ θαυμάσια δουλειά. Ανήκω στην ιστορία του ΠΑΟΚ και θα παραμείνω. Τίποτα δεν θα αλλάξει. Ακόμα και αν έχω μια κακή περίοδο τώρα. Τίποτα δε θα μπορούσε να αλλάξει.

Λοιπόν, έρχομαι γιατί αγαπάω αυτό το μέρος και μπορώ να σας πω ότι ονειρεύομαι και θα ήθελα σε 2-3 χρόνια με την γυναίκα μου που έχει μια φυσιολογική ζωή, όπως και εγώ άλλωστε, να κάνω αυτή την ζωή. Δεν θέλω να γίνω ο πατέρας μου. Ποτέ δεν έκανα σύγκριση με τον πατέρα μου. Ούτε ποτέ έκανα προβολή του εαυτού μου στο μέλλον σαν να πρόκειται για την καριέρα του πατέρα μου. Χαίρομαι με τα τρόπαια που έχω κερδίσει. Είμαι 53 ετών και έχω πετύχει πολλά, έχω κατακτήσει πολλά τρόπαια, έχω αναλάβει πολλές δουλειές. Οπότε, ό,τι έπρεπε να αποδείξω στον εαυτό μου, το έχω κάνει ήδη. Έτσι ναι, αγαπάω τη δουλειά μου, αλλά επίσης σκέφτομαι σοβαρά σε 2-3-4 χρόνια να σταματήσω. Αυτό σκέφτομαι τώρα.  Ίσως σε 2-3 χρόνια να αλλάξω σκεπτικό. Γνωρίζετε ότι η ζωή σε βάζει συχνά σε περίεργες και εντελώς διαφορετικές καταστάσεις και συχνά σε αναγκάζει να αλλάξεις γνώμη».

-Το να είναι κάποιος καλός προπονητής είναι το ένα μέρος της δουλειάς. Το να είσαι καλός μάνατζερ και να διαχειρίζεσαι προσωπικότητες είναι μια διαφορετική πλευρά του επαγγέλματος. Πώς βλέπετε ατή τη σύνδεση με τους παίκτες, το να είναι ικανοποιημένοι ακόμα και όταν δεν παίζουν και να μάχονται για την ομάδα; Και επίσης, κάτι που οι ίδιοι οι παίκτες λένε, είναι πως είστε ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος, που ξέρει καλά να διαχειρίζεται αυτές τις καταστάσεις και να απορροφά όλο τον αρνητισμό και την πίεση και ότι τους αφήνετε να παίξουν και να δείξουν τις ικανότητές τους.

«Αλήθεια δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω. Αυτός είμαι. Ίσως η πρώτη αίσθηση που έχουν από εμένα είναι ότι τους αγαπάω με κάποιο τρόπο, ότι πηγαίνω προς εκείνους, προς τα συναισθήματα τους. Πιστεύω πως είναι αυτό. Τι σας είπα νωρίτερα; Ότι έχω την ανάγκη να αγαπάω. Το μέρος, τους παίκτες, τους ανθρώπους. Έχω ανάγκη να έχω γύρω μου ενθουσιασμό, ανθρώπους που δεν μιλούν με τους άλλους πίσω από την πλάτη τους, ότι είναι μαζί και το χαίρονται. Σέβομαι τους πάντες. Σέβομαι την Μόρφη, όσο τον Κυριάκο, όπως τον Χρήστο και τον Παντελή, τον Μάκη και την Μαρία και όποιον άλλον θέλεις με τον ίδιο τρόπο. Ξέρουν τη δουλειά τους καλά και δεν επεμβαίνω, διότι ξέρουν καλύτερα από εμένα το αντικείμενό τους. Έχω σεβασμό γι’ αυτούς. Προσπαθώ να κάνω τον καθένα να νιώθει ότι είναι σημαντικός. Ποτέ στην προπόνηση δεν έχω πάρει πιο πέρα για να μιλήσω σε παίκτες που ίσως αυτοί είναι που θα παίξουν. Κατά την διάρκεια της σεζόν καταλαβαίνουν ότι ναι, κάποιοι παίζουν περισσότερο, κάποιοι λιγότερο μα όλοι παίζουν και όλοι πρέπει να εμπλέκονται. Ο καθένας λοιπόν νιώθει ότι τον σέβεται ο προπονητής του».

©Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Loading