Η έξαρση του στοιχηματισμού στην Βραζιλία: Μια πανδημία που πλήττει τις οικογένειες

Η έξαρση του στοιχηματισμού στην Βραζιλία: Μια πανδημία που πλήττει τις οικογένειες

«Έχασα τα πάντα, πούλησα την τηλεόρασή μου, το πλυντήριο μου, ό,τι είχα στο σπίτι. Χωρίς την οικογένειά μου, δεν θα το είχα ξεπεράσει ποτέ». Η ιστορία της Φερνάντα, μιας 34χρονης καθαρίστριας, η οποία πόνταρε όλον το μισθό της σε μια ιστοσελίδα στοιχημάτων, είναι χαρακτηριστική για την μάστιγα που πλήττει τα νοικοκυριά στην Βραζιλία.

Η Φερνάντα (σ.σ. άλλαξε το όνομά της για να διατηρήσει την ανωνυμία της) ζει στο Ρίο ντε Τζανέιρο και δεν είναι η μοναδική περίπτωση, καθώς ο υπουργός Οικονομικών της χώρας, Φερνάντο Χαντάντ, κάνει λόγο για «πανδημία». Κρίνοντας ότι πρόκειται για περίπτωση έκτακτης ανάγκης, οι δημόσιες αρχές επιδιώκουν να ρυθμίσουν μια δραστηριότητα που λειτουργεί πρακτικά χωρίς διασφαλίσεις από το 2018.

Τα διαδικτυακά στοιχήματα «θα αδειάσουν τα ψυγεία των Βραζιλιάνων», προειδοποίησε ο Ζοάο Πέτρο Νασιμέντο, πρόεδρος της CVM, της χρηματιστηριακής αρχής της μεγαλύτερης οικονομίας της Λατινικής Αμερικής.

Τα «στοιχήματα», καθώς οι ιστότοποι που προσφέρουν στοιχηματισμό σε αθλητικά γεγονότα, αλλά και σε παιχνίδια όπως το Fortune Tiger ή ο Aviator, που έπαιζε η Φερνάντα, είναι γνωστά στην Βραζιλία και αριθμούν περίπου 24 εκατομμύρια ακολούθους στη χώρα των 212 εκατομμυρίων κατοίκων, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα.

Χορηγούν τους περισσότερους από τους μεγάλους ποδοσφαιρικούς συλλόγους και «πλημμυρίζουν» την τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με διαφημίσεις με αστέρια όπως ο ποδοσφαιριστής της Ρεάλ Μαδρίτης, Βινίσιους Τζούνιορ.

Ο βραζιλιάνικος Τύπος αφιερώνει πρωτοσέλιδα για καταγγελόμενα σκάνδαλα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που αφορούν παράνομους ιστότοπους. Μια πρόσφατη μελέτη της Κεντρικής Τράπεζας αποκάλυψε ότι πέντε εκατομμύρια δικαιούχοι του επιδόματος Bolsa Familia πραγματοποίησαν μεταφορές συνολικού ύψους τριών δισεκατομμυρίων ρεάλ σε ιστότοπους στοιχημάτων, μόνο τον περασμένο τον Αύγουστο.

Αυτός ο αριθμός είναι το 25% των δικαιούχων και σχεδόν το 20% των πληρωμών από το εμβληματικό κοινωνικό πρόγραμμα της κυβέρνησης αυτόν τον μήνα.

«Πολλοί φτωχοί χρεώνονται προσπαθώντας να βγάλουν χρήματα μέσω στοιχημάτων. Θα πρέπει να ρυθμίσουμε το πρόβλημα, διαφορετικά θα έχουμε σύντομα ένα καζίνο στην κουζίνα κάθε σπιτιού», δήλωσε ο πρόεδρος της χώρας, Λουίζ Ινάσιο Λούλα, στα τέλη Σεπτεμβρίου.

Τα καζίνο και άλλα τυχερά παιχνίδια έχουν απαγορευθεί στην Βραζιλία από το 1941. Ωστόσο, το 2018 ένας νόμος επέτρεψε τη λειτουργία διαδικτυακών στοιχημάτων, υπό την προϋπόθεση ότι η δραστηριότητα ελέγχεται και υπόκειται σε φορολογία. Ωστόσο, οι κανονισμοί αυτοί θα τεθούν σε εφαρμογή μετά την 1η Ιανουαρίου 2025.

Εν τω μεταξύ, πολλές εκατοντάδες «στοιχήματα» λειτουργούν χωρίς κανόνες και χωρίς να πληρώνουν φόρους, με μεγάλο αριθμό αυτών των εταιρειών να εδρεύει στο εξωτερικό.

Ο Χαντάντ σκοπεύει επίσης να περιορίσει τη διαφήμιση των «στοιχημάτων», επιβάλλοντάς τους ίδιους περιορισμούς όπως στα προϊόντα καπνού και τα αλκοολούχα ποτά, προκειμένου να σταματήσει τη «τηλεοπτική παρενόχληση».

Για τον Ερμάνο Ταβάρες, συντονιστή ενός προγράμματος θεραπείας για ψυχαναγκαστικούς παίκτες στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Σάο Πάολο (USP), ο κανονισμός πρέπει να επικεντρώνεται στην ψυχική υγεία των χρηστών.

«Ό,τι μπορεί να κερδίσει το κράτος από φορολογικά έσοδα, μπορεί να το χάσει υπερφορτώνοντας το σύστημα υγείας». Ο αριθμός των ασθενών στο πρόγραμμά του έχει αυξηθεί σημαντικά από το 2018.

«Μερικοί άνθρωποι υποφέρουν από διαταραχές άγχους ή κατάθλιψης που μπορούν να ενθαρρύνουν τον ψυχαναγκαστικό τζόγο», εξηγεί η Αννα Λουτσία Κινγκ, ιδρύτρια του Ινστιτούτου Delete, όπου η Φερνάντα νοσηλεύθηκε για αρκετές εβδομάδες.

«Είναι ένας από τους πιο επικίνδυνους εθισμούς, μετά το κρακ», λέει ο Αντρέ Ρολίμ, πρώην ψυχαναγκαστικός παίκτης.

Η Εθνική Ένωση Παιχνιδιών και Λαχείων (ANJL) επιβεβαιώνει σε δελτίο Τύπου ότι «τα προβλήματα καταναγκασμού που συνδέονται με τα διαδικτυακά στοιχήματα φτάνουν μόνο ένα μικρό μέρος του συνόλου των παικτών», ωστόσο αναγνωρίζει ότι αυτές οι περιπτώσεις «είναι εξαιρετικά επιβλαβείς για τους παίκτες και όσους έρχονται σε επαφή μαζί τους».

Loading