Είκοσι τέσσερα χρόνια συμπληρώνονται από τότε που άλλαξε για πάντα το ποδόσφαιρο. Μία ημέρα σαν σήμερα, στις 15 Δεκεμβρίου 1995, μετά από πέντε χρόνια δικαστικών αγώνων, απέναντι στο αθλητικό και πολιτικό κατεστημένο, ο Βέλγος Ζαν Μαρκ Μποσμάν, 55 ετών πλέον, με τους δύο νεαρούς δικηγόρους του, κέρδισε μια δίκη στο ευρωπαικό δικαστήριο του Λουξεμβούργου, προκαλώντας τη μεγαλύτερη επανάσταση που υπήρξε ποτέ στους κανόνες του ποδοσφαίρου.
Μία προσπάθεια , που σημειώνεται από αναλυτές του ποδοσφαίρου, ως περισσότερο καθοριστική και από εκείνη των Κρόιφ, Σάκι, Γκουαρντιόλα ή άλλων κορυφαίων, που διαμόρφωσαν τα δεδομένα στον χώρο της μπάλας. Υπόθεση, που καταγράφεται στα χρονικά ως μία από τις πληρέστερες και πλέον τεκμηριωμένες δικονομικά υποθέσεις, αναλυμένη σε 350 παραγράφους και άρθρα.
Ο Μποσμάν αγωνιζόταν το 1990 με την Λιέγη, στην Β΄ κατηγορία του βελγικού πρωταθλήματος. Το συμβόλαιό του επρόκειτο να λήξει, αλλά σύμφωνα με τους νόμους που ίσχυαν τότε, δεν είχε το νομικό δικαίωμα να μετεγγραφεί σε άλλη ομάδα, αν πριν δεν αποζημιωνόταν η ομάδα του. Η Λιέγη του πρόσφερε μια νέα συμφωνία, που μείωνε κατά τα 2/3 τις αποδοχές. Ο Μποσμάν αρνήθηκε, ήθελε να πάει να παίξει στη Δουνκέρκη, στη Γαλλία, αλλά η Λιέγη ζήτησε 600.000 ευρώ, ποσό υψηλό για την εποχή. Η μετεγγραφή ματαιώθηκε.
Από εκείνη την στιγμή ο Μποσμάν ξεκίνησε ένα δικαστικό αγώνα που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την διάρκεια, την κατάληξη και κυρίως τις συνέπειές του. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία που ένας ποδοσφαιριστής προσέφυγε στα πολιτικά δικαστήρια, προκειμένου να διεκδικήσει την «ελευθερία του».Εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στο ποδόσφαιρο , το άρθρο 48 της Συνθήκης της Ρώμης του 1957 και καθορίστηκε ότι, ένας παίκτης μπορεί να συγκριθεί με οποιονδήποτε άλλο εργαζόμενο , απολαμβάνοντας το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας στις ευρωπαϊκές χώρες, μετά την λήξη της σύμβασης που τον συνδέει με τους εργοδότες του…