Ο Στίβος, σύμφωνα με δεδομένα του γαλλικού πρακτορείου ειδήσεων (AFP), κατέχει 203 περιπτώσεις ντόπινγκ στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, από το σύνολο των 473, δηλαδή σχεδόν το 43%. Το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 50% μόνο για τις περιπτώσεις των Θερινών Αγώνων (203 από 407).
Οι αποκλεισμοί έχουν οδηγήσει σε τροποποιήσεις 48 βάθρων, με συνολικά 54 χαμένα μετάλλια.
Η πρώτη αθλήτρια που αποκλείστηκε, η Πολωνή Ντανούτα Ροσάνι, έχασε την 14η θέση στη δισκοβολία το 1976 στο Μόντρεαλ, καθώς βρέθηκε θετική σε στεροειδές.
Το ντόπινγκ έχει επιφέρει μόνιμο στιγματισμό στην ιστορία του στίβου, με εμβληματικά περιστατικά όπως εκείνο του Καναδού Μπεν Τζόνσον το 1988 στη Σεούλ, του οποίου αφαιρέθηκε ο τίτλος του Ολυμπιονίκη στα 100 μέτρα, ή η απόσυρση των πέντε μεταλλίων της Αμερικανίδας Μάριον Τζόουνς, επτά χρόνια μετά τα κατορθώματά της στο Σίδνεϊ το 2000.
Ο αριθμός των κρουσμάτων έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία 16 χρόνια, γεγονός που οφείλεται στον πολλαπλασιασμό των ελέγχων και στην παγκόσμια εναρμόνιση του συστήματος αντιντόπινγκ.
Ο Στίβος βρίσκεται στην πρωτοπορία του αγώνα κατά του ντόπινγκ, λόγω της ίδρυσης της Μονάδας Ακεραιότητας Στίβου (AIU) το 2017, που διαθέτει τους απαραίτητους πόρους για την παρακολούθηση των κορυφαίων αθλητών παγκοσμίως.
«Το ρωσικό κρατικό σκάνδαλο ντόπινγκ έχει προκαλέσει αυξητική τάση στις περιπτώσεις ντόπινγκ, ιδίως κατά τη διάρκεια των Αγώνων του Λονδίνου, οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί ως οι πιο βρώμικοι στην ιστορία, με 104 περιστατικά στο άθλημα, σε αυτή την έκδοση (37 στο Πεκίνο το 2008, 8 στο Τόκιο το 2021)», αναφέρεται.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η Ρωσία κατέχει σχεδόν το ένα τρίτο των περιπτώσεων στην ιστορία του στίβου (65 από 203), ακολουθούμενη από την Ουκρανία (25), τη Λευκορωσία (23), τη Τουρκία (13) και τις Ηνωμένες Πολιτείες (11).