Σημαντικές αυξήσεις των ονομαστικών μισθών, λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ολιγοπωλιακής συγκρότησης της αγοράς και των καρτέλ, επαναρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Οι βασικές διεκδικήσεις της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) περιλαμβάνουν επίσης θεσμική αποκατάσταση του Συλλογικού Εργατικού Δικαίου και εφαρμογή προγραμμάτων κοινωνικής κατοικίας με το αποθεματικό του 1,5 δισ. ευρώ από την πρώην Εργατική Εστία και με πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Παράλληλα, ο κ. Παναγόπουλος αναφέρεται και στην κατώτατη μισθωτή αμοιβή, υπογραμμίζοντας ότι το Επιστημονικό Ινστιτούτο της Συνομοσπονδίας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ) θα αναλύσει τα νέα δεδομένα της οικονομίας και της κοινωνίας, καθώς και θα τεκμηριώσει την πρόταση για τη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού το 2025. Η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι ο κατώτατος μισθός το 2024 θα πρέπει να υπερβαίνει τα 900 ευρώ μεικτά για να καλύψει τη μείωση της αγοραστικής δύναμης που έχει προκληθεί από την ακρίβεια.
Όπως υποστηρίζει, το καλύτερο εργαλείο για τον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού και για την αύξηση του ποσοστού κάλυψης από Συλλογικές Συμβάσεις είναι η επαναφορά της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.).
Ερωτηθείς για τις παρατηρήσεις που κατέθεσε η Συνομοσπονδία επί του πορίσματος της Επιτροπής για την ενσωμάτωση της Οδηγίας ΕΕ 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς, ο κ. Παναγόπουλος σημειώνει ότι προτείνουν ουσιαστική συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στην Επιστημονική Επιτροπή, ώστε να τους αναγνωριστούν αποφασιστικές αρμοδιότητες στον προσδιορισμό και την επικαιροποίηση του κατώτατου μισθού.
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ κλείνει την τοποθέτησή του επισημαίνοντας τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η αγορά εργασίας τα επόμενα χρόνια, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για άμεση θεσμική ενίσχυση της προστασίας της εργασίας και βελτίωση των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας.