«Ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία οφείλει και πρέπει να είναι η ανατροπή, η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού. Η ρωγμή, δηλαδή, στο μόνιμο άλλοθι, αλλά και στην αλαζονεία που προσφέρει απλόχερα το 41% στην κυβέρνηση της ΝΔ», υπογραμμίζει, σε συνέντευξη που παραχωρεί στο www.politic.gr, ο Μάριος Κάτσης. Ο υποψήφιος ευρωβουλευτής στις προκριματικές του ΣΥΡΙΖΑ- διεξάγονται την Κυριακή- και πρώην βουλευτής Θεσπρωτίας προσθέτει σε αυτό το πλαίσιο πως αν η δεδομένη φθορά της κυβέρνησης δεν συνδυαστεί από ένα ποσοστό στην αξιωματική αντιπολίτευση που θα δίνει ελπίδα και προοπτική διεξόδου στα σημερινά αδιέξοδα, τότε θα έχει γίνει μια τρύπα στο νερό.
Συνέντευξη στον Γιάννη Συμεωνίδη
Ο ίδιος, εξάλλου, εκτιμά πως οι εκλογές κρίνονται στο πεδίο της οικονομίας, αλλά και στην κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική συνοχή, «που διαρρηγνύεται καθημερινά κι επικίνδυνα»: «Σε κάθε περίπτωση, μια κάλπη, ακόμα κι αν δεν βγάζει κυβέρνηση, παράγει πολιτικά αποτελέσματα και δημιουργεί πολιτικές εξελίξεις καθώς ο πολιτικός χρόνος είναι εξαιρετικά πυκνός και μη γραμμικός».
Σε σχέση με την Ήπειρο, ο κ. Κάτσης σημειώνει πως την ίδια στιγμή που αποτελεί μια από τις πιο φτωχές περιφέρειες τις Ευρώπης, έχει ταυτοχρόνως ανεξάντλητες δυνατότητες, αλλά δεν μπορεί να μην έχει φωνή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να αγνοείται από την κυβέρνηση ο θεσμοθετημένος σε επίπεδο ΕΕ χώρος της μακροπεριφέρειας του Ιονίου και της Αδριατικής.
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη Κάτση:
Λιγότερο από δύο μήνες από τις ευρωεκλογές, ποιοι παράγοντες εκτιμάτε πως θα κρίνουν το αποτέλεσμα;
Έναν ολόκληρο χρόνο μετά τις τελευταίες εκλογές και στον πέμπτο συμπληρωμένο με τη ΝΔ στη διακυβέρνηση του τόπου, η κατάσταση που βιώνει η ελληνική κοινωνία και η ίδια η οικονομία είναι ασφυκτική. Η πλειονότητα των συμπολιτών μας βιώνει ανασφάλεια κι αλλεπάλληλες κρίσεις, είτε αφορά τους υλικούς όρους διαβίωσης, είτε τη λειτουργία των θεσμών και την ποιότητα και λειτουργία της δημοκρατίας, είτε ακόμα αφορά και την ίδια την θωράκιση του ύψιστου αγαθού, της ανθρώπινης ζωής.
Η ακρίβεια και ο πληθωρισμός, ειδικά στα είδη διατροφής και πρώτης ανάγκης, στα αγαθά, στην ενέργεια και τα καύσιμα, η στεγαστική κρίση ιδίως των νέων σε μια χώρα με έντονο δημογραφικό, η αισχροκέρδεια συγκεκριμένων κλάδων της οικονομίας που με πολιτική επιλογή και κάλυψη από την κυβέρνηση της ΝΔ μεγεθύνουν τα κέρδη τους χρόνο με το χρόνο χωρίς φραγμό εις βάρος των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων, τα σκάνδαλα, με κορυφαίο αυτό των υποκλοπών, ακόμη και της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων και εν ενεργεία υπουργών από το Μέγαρο Μαξίμου, το έγκλημα των Τεμπών και το έγκλημα πάνω στο έγκλημα, αυτό της συγκάλυψης των ευθυνών και της μη απόδοσης δικαιοσύνης ένα χρόνο μετά, τα 40 δισ. ευρώ ζημιά στις πλάτες των φορολογουμένων από την απώλεια των μετοχών στις ελληνικές τράπεζες που δεν αποδίδουν φόρο από τα κέρδη τους και διατηρούν την ψαλίδα μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και δανεισμού στα υψηλότερα επίπεδα της Ευρώπης, οι καθημερινές γυναικοκτονίες και εσχάτως, αδιανόητα, έξω και από αστυνομικά τμήματα, θα είναι καθοριστικοί παράγοντες θεωρώ για την κάλπη στις 9 του Ιούνη.
Οι εκλογές κρίνονται στο πεδίο της οικονομίας, όχι μόνο βέβαια, αλλά και στην ίδια την κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική συνοχή, που διαρρηγνύεται καθημερινά και επικίνδυνα. Σε κάθε περίπτωση, μια κάλπη, ακόμα και αν δεν βγάζει κυβέρνηση, παράγει πολιτικά αποτελέσματα και δημιουργεί πολιτικές εξελίξεις καθώς ο πολιτικός χρόνος είναι εξαιρετικά πυκνός και μη γραμμικός.
Ακόμα κι αν επιτευχθεί η υπέρβαση του 17,85% του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στις βουλευτικές εκλογές του 2023 είναι ικανή να σας βάλει σε τροχιά εξουσίας, ιδίως αν η απόσταση από τη ΝΔ είναι δέκα μονάδες και πάνω;
Ο πολιτικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία οφείλει και πρέπει να είναι η ανατροπή, η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού. Η ρωγμή, δηλαδή, στο μόνιμο άλλοθι αλλά και στην αλαζονεία που προσφέρει απλόχερα το 41% στην κυβέρνηση της ΝΔ. Αν η δεδομένη φθορά της κυβέρνησης, δεν συνδυαστεί από ένα ποσοστό στην αξιωματική αντιπολίτευση που θα δίνει ελπίδα και προοπτική διεξόδου στα σημερινά αδιέξοδα, τότε θα έχει γίνει μια τρύπα στο νερό. Ο πήχης μας λοιπόν είναι, όσο πιο ψηλά γίνεται, για να επιταχυνθούν οι πολιτικές εξελίξεις και να κερδίσουμε τις επόμενες εθνικές εκλογές, τιμώντας έμπρακτα την πολιτική παρακαταθήκη του Αλέξη Τσίπρα. Θα πρέπει να αποκατασταθεί η ισορροπία στο πολιτικό σύστημα, έστω και ετεροχρονισμένα, όπως η λειτουργία και η ποιότητα της ίδιας της δημοκρατίας επιτάσσει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, από τον πρόεδρό του Στέφανο Κασσελάκη, τα στελέχη, αλλά και από όλα τα μέλη και τους φίλους του κόμματος, θα δώσει αυτή τη μάχη με αποφασιστικότητα και αυτοπεποίθηση, θα ισχυροποιήσουμε τον προγραμματικό μας λόγο, το έχουμε ήδη κάνει σε μια σειρά από τομείς όπως η αντιμετώπιση της ακρίβειας και η αναμόρφωση του φορολογικού πλαισίου και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε αναδεικνύοντας τις προτάσεις μας για μια Ευρώπη αλληλεγγύης, δημοκρατίας και ειρήνης. Την δημοκρατική, κοινωνική, «πράσινη» Ευρώπη που έχουν ανάγκη οι λαοί και οι πολίτες της.
Οι πολίτες θα σταθμίσουν όλα όσα προανέφερα και θα στείλουν, πιστεύω, ισχυρό μήνυμα στις κάλπες των ευρωεκλογών, γι’ αυτό απαιτείται μαζική συμμετοχή των πολιτών και αντίδραση με θετική διέξοδο και προοπτική και όχι με απλουστευτικές λαϊκίστικες λύσεις, πρόσφορο έδαφος στην ακροδεξιά ρητορεία.
Εκπροσωπείτε στις προκριματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ μια περιφέρεια, την Ήπειρο, η οποία παραμένει μία από τις πιο φτωχές της Ευρώπης. Τι μπορεί να αλλάξει;
Η Ήπειρος, την ίδια στιγμή που αποτελεί μια από τις πιο φτωχές περιφέρειες τις Ευρώπης, έχει ταυτόχρονα ανεξάντλητες και αστείρευτες δυνάμεις και δυνατότητες. Και αυτό ενισχύεται από την ιστορία που έχει στη μόρφωση, στις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και από το γεγονός της μεγάλης διασποράς, εντός και εκτός της χώρας, χιλιάδων Ηπειρωτών και Ηπειρωτισσών που διαπρέπουν επιστημονικά και επαγγελματικά. Ας μην ξεχνάμε και σπουδαίους Ηπειρώτες ευεργέτες που έχουν προσφέρει στο έθνος και στη χώρα (Ζωσιμάδες, Ζάππα κ.ά.).
Δεν μπορεί λοιπόν η Ήπειρος, να μην έχει φωνή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δεν μπορεί να αγνοείται από την κυβέρνηση ο θεσμοθετημένος σε επίπεδο ΕΕ χώρος της μακροπεριφέρειας του Ιονίου και της Αδριατικής. Αντί να απουσιάζει από τέτοια διεθνή φόρα, η Ήπειρος και η Ελλάδα, όφειλαν να πρωτοστατήσουν στα διασυνδεδεμένα δίκτυα μεταφορών, στη διασυνοριακή συνεργασία στα Βαλκάνια, στην ανάπτυξη του εμπορίου και του τουρισμού, στην ενδυνάμωση των σχέσεων με γειτονικούς λαούς προκειμένου να απευθυνθούμε και να ανοιχτούμε με αυτοπεποίθηση στο ζωτικό μας χώρο, τα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Εκεί έπρεπε να χαράσσονται βιώσιμες πολιτικές με προοπτική, που θα έβγαζαν την Ήπειρο από την απομόνωση και θα έκαναν τη χώρα ηγέτιδα δύναμη.
Αντί όλων αυτών, βλέπουμε εκχώρηση κρίσιμων και κερδοφόρων εθνικών υποδομών στα ιδιωτικά συμφέροντα. Το λιμάνι της Ηγουμενίτσας πωλήθηκε καταστρατηγώντας κάθε έννοια ευρωπαϊκού ανταγωνισμού (ιδιοκτήτης πολλών λιμανιών σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, ιδιοκτήτης- πελάτης του εαυτού του). Το ίδιο και η Εγνατία, όπου αντί να αναπτυχθεί με κάθετους οδικούς άξονες (Γιάννενα– Κακκαβιά, Ηγουμενίτσα– Μαυρομάτι κ.ά.) και να συνδεθεί διασυνοριακά η χώρα με τις γειτονικές της (Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία, Βουλγαρία κ.ά.), αυξάνει το κόστος διέλευσης για τους Έλληνες πολίτες για να αναπτύξει κέρδη ο ιδιώτης, χωρίς φυσικά να έχει υποχρέωση να επενδύσει στις υποδομές της και στην ασφάλεια των μεταφορών.
Να μην ξεχνάμε τα οδυνηρά αποτελέσματα της εφαρμογής της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, που διαπραγματεύτηκε προσωπικά ο κ. Μητσοτάκης και έχει φέρει σε απόγνωση αγρότες και κτηνοτρόφους σε μια αμιγώς αγροτική περιοχή, και που σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους παραγωγής, ερημώνουν την ύπαιθρο και αφανίζουν την πρωτογενή παραγωγή. Το 2024 και 2025, είναι η ευκαιρία για αναθεώρησή της. Δεν διανοούμαι ότι όσοι κινητοποιήθηκαν το προηγούμενο διάστημα για τόσες εβδομάδες, θα αναθέσουν ξανά στην ίδια κυβέρνηση την ευθύνη να προχωρήσει στη διαπραγμάτευση αυτή.
Τέλος, οφείλουν να σχεδιαστούν χρηματοδοτικά εργαλεία και προγράμματα που να κρατήσουν τους νέους ανθρώπους στον τόπο τους, να αντιστρέψουν τη δημογραφική συρρίκνωση και να ενισχύσουν την αποκέντρωση.
Για όλα τα παραπάνω, απαιτείται, δουλειά, σχέδιο, τεκμηριωμένες προτάσεις και πάνω και πρώτα από όλα, πολιτική βούληση. Ας μην χαθεί άλλος χρόνος, αξίζουμε καλύτερα.