«Μετά την “ανωτατοποίηση” των ΤΕΙ, η αναγνώριση ισότιμων με τα ΑΕΙ επαγγελματικών δικαιωμάτων στα κολλέγια, θα αποτελέσει ένα ακόμη πλήγμα στο αξιοκρατικό σύστημα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπως αυτό δομήθηκε από το Σύνταγμα», υποστηρίζει η Σύγκλητος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), εκφράζοντας αντίθεση στη σχετική διάταξη του υπουργείου Παιδείας, που περιλαμβάνεται στο υπό επεξεργασία -στις κοινοβουλευτικές επιτροπές- νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, “Επενδύω στην Ελλάδα”.
«Έντονη είναι -ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι- η εναντίωσή μας στην κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων σε αποφοίτους Κολλεγίων, και μάλιστα ισοδύναμων με τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στους αποφοίτους των ΑΕΙ, για τον λόγο ότι τα Κολλέγια δεν λειτουργούν με ακαδημαϊκές εγγυήσεις παροχής διδακτικού και ερευνητικού έργου, αντίστοιχου αυτών που παρέχεται στα ΑΕΙ της χώρας», αναφέρεται σε ψήφισμα της Συγκλήτου, που εκδόθηκε μετά την ανοιχτή συνεδρίαση- συζήτηση με φοιτητές για τα θέματα που απασχολούν την πανεπιστημιακή κοινότητα του ΑΠΘ. Στο ίδιο ψήφισμα εκφράζονται ενστάσεις και ως προς την προοπτική -με οριζόντιο τρόπο- καθιέρωσης ανώτατου χρονικού ορίου ολοκλήρωσης των προπτυχιακών σπουδών (ν+2).
Το πλήρες κείμενο του ψηφίσματος έχει ως εξής:
«Στις 15 Οκτωβρίου 2019, οι Πρυτανικές Αρχές και τα Μέλη της Συγκλήτου του ΑΠΘ συνεδρίασαν σε άτυπη ανοικτή συνεδρίαση, με τη συμμετοχή φοιτητών και διοικητικών υπαλλήλων, για να συζητήσουν για τρέχοντα φοιτητικά ζητήματα που απασχολούν τη φοιτητική κοινότητα στη χώρα μας σήμερα.
Φλέγον ζήτημα συζήτησης αποτέλεσε η αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων στα ιδιωτικά Κολλέγια της χώρας. Έντονη είναι -ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι- η εναντίωσή μας στην κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων σε αποφοίτους Κολλεγίων, και μάλιστα ισοδύναμων με τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στους αποφοίτους των ΑΕΙ, για τον λόγο ότι τα Κολλέγια δε λειτουργούν με ακαδημαϊκές εγγυήσεις παροχής διδακτικού και ερευνητικού έργου αντίστοιχου αυτών που παρέχεται στα ΑΕΙ της χώρας. Μετά την “ανωτατοποίηση” των ΤΕΙ και, εσχάτως, την “πανεπιστημιοποίησή” τους, η αναγνώριση ισότιμων με τα ΑΕΙ επαγγελματικών δικαιωμάτων στα Κολλέγια θ’ αποτελέσει ένα ακόμη πλήγμα στο αξιοκρατικό σύστημα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπως αυτό δομήθηκε από το Σύνταγμα. Δεν είμαστε διατεθειμένοι να ανεχθούμε άλλες εκπτώσεις στις αρχές της αξιοκρατίας και της ισότητας στην ανώτατη εκπαίδευση στη χώρα μας. Αποτελεί προσβολή στην προσπάθεια των παιδιών μας που εισάγονται μετά πολλών κόπων στα ΑΕΙ, να βλέπουν συναδέλφους τους, είτε των ΤΕΙ, είτε των Κολλεγίων να τους ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις στην αγορά εργασίας εξ αιτίας μιας άδικης, κρατικής ρύθμισης.
Την ανοικτή συνεδρίαση απασχόλησε και το ζήτημα της χρονικής διάρκειας των σπουδών, του ν+2. Ομόφωνα εκφράστηκε η αντίθεση ως προς τη θέσπιση του εν λόγω ορίου φοίτησης. Παράλληλα, εξελίχθηκε μια συζήτηση για το αν τιθέμενα χρονικά όρια αποτελούν δόκιμο τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος της μεγάλης καθυστέρησης αποφοίτησης. Είναι βέβαιο πως κανένα Πανεπιστήμιο άξιο τού ονόματός του σε όλον τον κόσμο, δε λειτουργεί με φοιτητικό δυναμικό που δεν αποφοιτά ποτέ. Σε κάθε περίπτωση, οριζόντιες λύσεις δεν ενδείκνυνται, ενώ μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει να ρυθμίζουν με επιείκεια την περίπτωση των ήδη εγγεγραμμένων φοιτητών, λαμβάνοντας υπόψη τον μέσο χρόνο αποφοίτησης στα Τμήματα όπου φοιτούν και τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα σήμερα».