“Χρυσοί στέφανοι εκ  Μακεδονίας” εκτίθενται -σε φωτογραφίες- στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Κιλκίς

“Χρυσοί στέφανοι εκ Μακεδονίας” εκτίθενται -σε φωτογραφίες- στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Κιλκίς

Χρυσά στεφάνια με φύλλα κισσού, μυρτιάς, δρυός, ελιάς, διακοσμημένα με καρπούς και άνθη, κοσμούσαν κεφαλές ανδρών , γυναικών και παιδιών σε ιδιαίτερες ή σημαντικές στιγμές της ζωής τους, σε θρησκευτικές τελετές δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα, σε επετειακά και αθλητικά γεγονότα, σε συμπόσια, και συνόδευαν τους κατόχους τους στη μεταθανάτια κατοικία τους.
Ανασκαφικά ευρήματα που γοητεύουν κοινό και αρχαιολόγους, τα χρυσά στεφάνια, αν και εντοπίζονται κυρίως σε τάφους, δεν είναι ταφικά αντικείμενα. Χρησιμοποιούνταν και στην πραγματική ζωή, σε τελετές και μυστήρια (πολιτικού, διοικητικού ή θρησκευτικού τύπου) ιδιωτικού ή δημόσιου χαρακτήρα.
“Χρυσοί στέφανοι εκ Μακεδονίας” είναι ο τίτλος της φωτογραφικής έκθεσης, η οποία εγκαινιάζεται αύριο (Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου) στο κτίριο του Αρχαιολογικού Μουσείου του Κιλκίς . 
Πρόκειται ουσιαστικά για τις φωτογραφίες (του Ορέστη Κουράκη) 18 εντυπωσιακών χρυσών στεφανιών από τη συλλογή του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης (το μουσείο διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες συλλογές χρυσών στεφανιών παγκοσμίως, καθώς, μετά και τις ανασκαφές των τελευταίων χρόνων στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας, ο αριθμός τους ξεπερνά τα 40).
Ανάμεσα τους εκτίθεται για πρώτη φορά στον …”γενέθλιο  τόπο” του (αναδύθηκε προ 25ετίας απο τη γή του Ευρωπού Κιλκίς στη διάρκεια ανασκαφής τύμβου στην περιοχή) ένα ολόχρυσο στεφάνι από φύλλα ελιάς.
Το εξαιρετικής τεχνικής χρυσό στεφάνι βρέθηκε στον συλημένο  -κατά τα άλλα- μακεδονικό τάφο, απόλυτα διαλυμένο και τα 54 φύλλα του ανασυστάθηκαν και συντηρήθηκαν στα εργαστήρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης όπου μεταφέρθηκε. Έκτοτε εκτίθεται σε ειδική προθήκη του Μουσείου μαζί με άλλα αντικείμενα (ανάμεσά τους κι ένα εξαιρετικής τεχνικής χρυσό βραχιόλι με “ κούμπωμα” -απόληξη δύο κεφαλών αιγάγρου (αγριοκάτσικου). 
Στο Κιλκίς και την φωτογραφική έκθεση θα εκτεθεί επίσης φωτογραφία του στεφανιού (καθώς το πρωτότυπο για λόγους ασφαλείας) δεν μεταφέρεται.
“ Τα χρυσά στεφάνια χρονολογούνται κυρίως στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ., αλλά και στην ελληνιστική περίοδο (ύστερος 4ος – 1ος αι. π.Χ.). Βρέθηκαν αποκλειστικά σε τάφους, ανδρικούς και γυναικείους, στη Μακεδονία (Πύδνα, Απολλωνία, Λητή, Σέδες, Κασσάνδρεια, Αμφίπολη), όπως και στη Νότια Ελλάδα, τη Μικρά Ασία και την Κύπρο, τη Νότια Ιταλία, την Αίγυπτο και τις βόρειες ακτές του Ευξείνου Πόντου. Στη ρωμαϊκή περίοδο επιβίωσαν ως διαδήματα.
Πρότυπο για την κατασκευή τους αποτελούσαν στεφάνια από φυσικά κλαδιά  βελανιδιάς, δάφνης, ελιάς, ιτιάς, κισσού κ.ά. Η προτίμηση σε ένα συγκεκριμένο  φυτικό είδος δήλωνε τη σχέση του νεκρού και της οικογένειάς του ή της ευρύτερης θρησκευτικής/πολιτικής ομάδας, στην οποία ανήκε, με τη λατρεία συγκεκριμένης θεότητας (π.χ. η βελανιδιά ήταν το ιερό δένδρο του Δία). 
Τα χρυσά στεφάνια αποτελούσαν σύμβολο της θέσης του νεκρού στην κοινωνική, πολιτική ή θρησκευτική σφαίρα. Ως αποτροπαϊκά αντικείμενα χρησιμοποιούνταν στην ταφική τελετουργία και σε διαβατήρια έθιμα (τελετουργίες που συνδέονται με τη μετάβαση από μία φυσική ή κοινωνική κατάσταση σε άλλη). Συνιστούσαν, επίσης, και ανταμοιβή για ανδραγαθήματα στη δημόσια ζωή, προσφέρονταν σε αγάλματα θεών, θησαυρούς ιερών και τάφους ανδρείων, ενώ τα φορούσαν και βασιλείς των ελληνιστικών χρόνων. 
Νικητήρια στεφάνια ανέθεταν οι νικητές στη θεότητα προς τιμήν της οποίας τελούνταν οι αγώνες, ή σε κάποια θεότητα στην πατρίδα τους. Στεφάνια φορούσαν οι ιερείς και οι συμμετέχοντες σε θρησκευτικές τελετές καθώς και οι συμποσιαστές, εφόσον τα συμπόσια αποτελούσαν κοινωνική εκδήλωση με έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα” σημειώνεται εισαγωγικά στην έκθεση του Κιλκίς.
“ Σ΄ενα περίπου μήνα αναμένεται να αποδοθεί στο κοινό μετά από εργασίες συντήρησης του ο αρχαιολογικός χώρος της Ευρωπού σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων απο το Κιλκίς και το μουσείου του. Η παρουσία -έστω και φωτογραφικά- του στεφανιού στην έκθεση του Κιλκίς ουσιαστικά γεφυρώνει το χάσμα του χρόνου αλλά και των τόπων -των τόσο σημαντικών κατά την αρχαία Μακεδονία των κλασσικών χρόνων (τέλος του 4ου -αρχές 3ου π.Χ αιώνα)” λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η  προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κιλκίς, Γεωργία Στρατούλη. 
Τα χρυσά στεφάνια είναι μία ξεχωριστής τέχνης κατηγορία αντικείμενων στη Μακεδονία της Αρχαιότητας. Σε ευρύτατη χρήση από πολύ πρώιμους χρόνους, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, κατασκευάζονται αρχικά μιμούμενα διάφορα φυτά της ελληνικής φύσης, βελανιδιά, δάφνη, κισσό, μυρτιά, ελιά. Με την αφθονία των πολύτιμων μετάλλων της μακεδονικής γης, οι Μακεδόνες τεχνίτες πέρασαν κατά τους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους σε εκπληκτικά ακριβείς αναπλάσεις τους κυρίως σε χρυσό, επιχρυσωμένο χαλκό και σπανιότερα σε άργυρο.
Το ακριβό υλικό της κατασκευής τους αποτελούσε σαφή ένδειξη ευμάρειας, κοινωνικής τάξης και πιθανώς αξιωμάτων. Ανάλογη σημασία θα είχε και το είδος του φυτού που απεικονιζόταν.
Έτσι, τα φύλλα και οι καρποί της βαλανιδιάς κάνουν άμεσο τον συσχετισμό με τον Δία και υπαινίσσονται ενδεχομένως βασιλική εξουσία, τα φύλλα και οι καρποί του κισσού θα πρέπει ενδεχομένως να συσχετιστούν με λατρεία του Διονύσου, τα εξαιρετικά λεπταίσθητα στεφάνια από μυρτιά φορούσαν κυρίως κοπέλες ή γυναίκες της μακεδονικής αριστοκρατίας και τα στεφάνια από ελιά, και σπανιότερα σε δάφνη, αποτελούσαν συνήθως έπαθλο σε αγώνες. Τα επιχρυσωμένα χάλκινα στεφάνια δείχνουν την τάση των λιγότερο εύπορων πολιτών να προσομοιάσουν με τον κύκλο των εκλεκτών του αξιωματούχων και εταίρων του βασιλιά.
Η έκθεση που εγκαινιάζεται αύριο στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Κιλκίς θα διαρκέσει έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2019. 

Β.Χ 
 

© ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ.

Loading

Play