Περιορισμό στον αριθμό των λέξεων που χρησιμοποιεί ο κάθε άνθρωπος ημερησίως, επιβάλλει ένας δρακόντειος νόμος στο Ηνωμένο Βασίλειο κι ένα ζευγάρι προσπαθεί να προσαρμόσει την καθημερινότητά του σ’ αυτήν τη συνθήκη. Το αν θα καταφέρουν να έρθουν πιο κοντά, το τι επιλέγουν να πουν με λέξεις και -κυρίως- το τι λένε ανάμεσα στις 140 επιτρεπόμενες λέξεις την ημέρα, απαντάται στο πρωτοποριακό έργο του Sam Steiner, με τον …σπάταλο σε λέξεις τίτλο «Lemons Lemons Lemons Lemons Lemons», που ανεβαίνει στο Θέατρο Αυλαία σε σκηνοθεσία της Ζαφειρίας Δημητροπούλου Del Angel.
Η κατάχρηση εξουσίας, ο περιορισμός της ελευθερίας, η επικοινωνία, η αντίσταση και ο έρωτας, είναι μόνο κάποια από τα κομμάτια του μωσαϊκού που περίτεχνα δημιουργεί ο συγγραφέας και τα οποία ενθουσίασαν την Ελληνο-Μεξικανή σκηνοθέτιδα. «Όταν μου πρότεινε η εταιρεία παραγωγής το συγκεκριμένο έργο και το διάβασα, απάντησα κατευθείαν θετικά, διότι προσωπική μου αποστολή σαν σκηνοθέτιδα και σαν καλλιτέχνης είναι να επιλέγω έργα που έχουν ένα κοινωνικοπολιτικό μήνυμα», δηλώνει η Ζαφειρία Δημητροπούλου Del Angel στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων. «Αυτό το έργο είναι πολύ ενδιαφέρον και πολύ ιδιαίτερο, καθώς πραγματεύεται δύο μεγάλες θεματικές: Τη λογοκρισία -και γενικά τα απολυταρχικά καθεστώτα, το πανανθρώπινο συναίσθημα του έρωτα και πώς αυτές οι δύο θεματικές μπλέκονται», συμπληρώνει.
Οι δύο πρωταγωνιστές, ο Όλιβερ και η Μπερναντέτ, γνωρίζονται σε μία ιδιαίτερη συνθήκη, ερωτεύονται και οι θεατές παρακολουθούν τα επόμενα πέντε χρόνια της ζωής τους. «Το έργο προχωράει μπρος – πίσω στο χρόνο και κατά τη διάρκειά του παρακολουθούμε την εξέλιξη αυτής της σχέσης, όπου βλέπουμε πώς επικοινωνούν μεταξύ τους, πώς εξελίσσεται αυτός ο έρωτας πριν την ψήφιση του νόμου σίγασης, αλλά και πώς είναι η σχέση τους αφού έχει περάσει αυτό το νομοσχέδιο και έχει μετατραπεί πλέον σε νόμο», εξηγεί η σκηνοθέτιδα.
…Τυχαία οποιαδήποτε ομοιότητα με καταστάσεις
Αν και το έργο είναι απολύτως φανταστικό και γράφτηκε το 2015, στους συντελεστές της παράστασης έφερε πραγματικές μνήμες από τις ακραίες απαγορεύσεις που είχαν επιβληθεί την περίοδο της πανδημίας. «Πολλοί από την ομάδα όταν κάναμε την πρώτη ανάγνωση, αμέσως θυμηθήκαμε όλο αυτό που περάσαμε πριν λίγα χρόνια με τον Covid, που κανείς δεν θα πίστευε πριν, αν μας λέγανε ότι δεν θα μπορούμε να βγαίνουμε από τα σπίτια μας ή ότι θα πρέπει να επικοινωνούμε το λόγο για τον οποίο βγαίνουμε. Προφανώς αυτό έγινε για ένα συγκεκριμένο λόγο -και αυτός ήταν η εξασφάλιση της δημόσιας υγείας, αλλά παράλληλα θέτει και διάφορα ερωτήματα για το κατά πόσο τέτοια μέτρα είναι βιώσιμα και τι αντίκτυπο έχουν στην ψυχική μας υγεία ως άτομα, αλλά και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις», σημειώνει η κ. Δημητροπούλου. Τονίζει ακόμα ότι αυτό που θα ήθελε να μεταβιβάσει στο κοινό, είναι ότι η υπόθεση ακούγεται σαν ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας, «αλλά πολλές φορές το σενάριο επιστημονικής φαντασίας είναι πολύ πιο κοντά σε μας από ό,τι θέλουμε να πιστεύουμε».
Η ίδια, στην προσέγγισή της, βασίστηκε πολύ στους ηθοποιούς που υποδύονται τους δύο ρόλους, την ‘Αννα Μενενάκου και τον Γιώργο Ζυγούρη, φτιάχνοντας μία παράσταση γρήγορη και με ρυθμό. «Το έργο έχει εξήντα μία σκηνές, που από μόνες τους είναι πολύ μικρές, δηλαδή υπάρχουν σκηνές που μπορεί να έχουν μόνο τρεις ατάκες, ένα διάλογο που να μιλάνε από μία – μιάμιση φορά ο καθένας. Μάλιστα, οι μισές εκτυλίσσονται αφού έχει ψηφιστεί ο νόμος όπου οι λέξεις είναι περιορισμένες οπότε η σκηνοθετική προσέγγιση πρέπει να είναι αντίστοιχη και βασίζεται σε πολλή σωματικότητα και πολλή μουσικότητα», εξηγεί η κ. Δημητροπούλου, αναφερόμενη και στην πρωτότυπη μουσική που έγραψε ο Ted Ρέγκλης, που -όπως είπε- «έχει δώσει μία νότα δυστοπίας στο έργο και έχει και μία αλήθεια».
Τονίζει ακόμα ότι προσπάθησε να μην κάνει αλλαγές στο έργο, αλλά να τιμήσει την προσέγγιση του συγγραφέα, βλέποντας τη δουλειά της σαν ερμηνεύτρια του οράματος που είχε ο ίδιος ο Steiner. «Είναι ενδιαφέρον γιατί σε πάρα πολλές σκηνές που υπάρχει το όριο και το εμπόδιο, λέγονται πολύ περισσότερα πράγματα και πολύ μεγαλύτερες αλήθειες. Και όσον αφορά τη σωματικότητα, χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο για να επικοινωνηθεί το συναίσθημα, η κατάσταση, το συναισθηματικό τοπίο, από ότι όταν υπάρχει πληθώρα λέξεων και θεωρώ ότι δεν το έχει κάνει τυχαία ο συγγραφέας. Πολλές φορές, όταν οι λέξεις είναι περιορισμένες, καταφέρνουμε και είμαστε πολύ πιο μεστοί στην επικοινωνία μας και πιο συγκεκριμένοι και πιο ειλικρινείς», σημειώνει.
Αυτό είναι και το σημείο που τη συγκινεί περισσότερο στο έργο και της δημιουργεί έντονα συναισθήματα κάθε φορά που το βλέπει, τόσο στις πρόβες, όσο και όταν βρίσκεται ανάμεσα στο κοινό, αφού η παράσταση ανέβηκε πέρυσι για δύο μήνες στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» στην Αθήνα. «Το έβλεπα και κάθε φορά αναρωτιόμουν για το πώς χρησιμοποιώ εγώ τον λόγο στην καθημερινότητά μου, για το πώς σπαταλάω εγώ τις λέξεις μου και για το πόσο ειλικρινής είμαι και με τον εαυτό μου και με τις σχέσεις μου στη ζωή», λέει.
Παρόμοια συναισθήματα και αναζητήσεις επιθυμεί να προκαλέσει το έργο και στο κοινό της Θεσσαλονίκης, όπου θα ανέβει για δέκα παραστάσεις από τις 9 Οκτωβρίου, Τετάρτη με Σάββατο στις 9 το βράδυ και Κυριακές στις 8, στο θέατρο Αυλαία.