Η Υφαντική Κληρονομιά της Σαμαρίνας: Αριστουργήματα από το 1812 έως το 1920

Η Υφαντική Κληρονομιά της Σαμαρίνας: Αριστουργήματα από το 1812 έως το 1920

Χαλιά και κιλίμια του 19ου αιώνα φιλοξενούνται στην έκθεση που διοργανώνεται στην πλατεία της Σαμαρίνας από την εκπαιδευτικό και ερευνήτρια Χάιδω Αγουρογιάννη. Τα εκθέματα αποτελούν αριστουργήματα της υφαντικής τέχνης, η οποία αναπτύχθηκε στη Σαμαρίνα στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν το χωριό ενσωμάτωσε διάσπαρτους οικισμούς από τις πλαγιές της Πίνδου. Η έκθεση περιλαμβάνει 10 μεγάλα και μικρά υφαντά που χρονολογούνται από το 1812 έως το 1896, καθώς και ορισμένα άλλα που εκτείνονται από το 1903 έως το 1920.

Η κ. Αγουρογιάννη δήλωσε στο ΑΠΕ ΜΠΕ ότι η επιτυχία της στην συγκέντρωση και διάσωση αυτού του σημαντικού υφαντικού πλούτου οφείλεται σε πολλές προκλήσεις, όπως η φθαρτότητα των υλικών λόγω της νομαδικής ζωής των κατοίκων, οι οποίοι κατά τους χειμερινούς μήνες ζούσαν στη Θεσσαλία και την άνοιξη έως το καλοκαίρι στη Σαμαρίνα.

Η αρχή έγινε το 2011, όταν η Χάιδω Αγουρογιάννη, αφού συνταξιοδοτήθηκε, αποφάσισε να εκδώσει ένα λεύκωμα αφιερωμένο στις παραδοσιακές φορεσιές της Σαμαρίνας. Συλλέγοντας φωτογραφικό υλικό από Σαμαριναίους από κάθε γωνιά της Ελλάδας και του κόσμου, διαπίστωσα ότι σε αρκετές φωτογραφίες υπήρχαν και χαλιά με την χαρακτηριστική τεχνοτροπία της Σαμαρίνας, αναφέρει. Τα πρώτα σπάνια υφαντά προήλθαν από οικογενειακά κειμήλια, όπως ένα υφαντό χαλί και τέσσερις μπερντέδες που χρονολογούνται από το 1860.

Ορισμένα από τα κιλίμια φέρουν σχέδια με επιρροές από την Οθωμανική περίοδο, ενώ άλλα παρουσιάζουν γεωμετρικούς κόμβους και σχήματα όπως ρόμβους και αρχαίους μαιάνδρους. Η κ. Αγουρογιάννη αναφέρει ότι οι Σαμαριναίοι, λόγω της νομαδικής τους ζωής, μετακινούνταν συνεχώς και επηρεάζονταν από τις νεωτεριστικές τάσεις των μεγάλων αστικών κέντρων, ενώ τα καραβάνια των Κυρατζήδων που ταξίδευαν στην κεντρική Ευρώπη προήγαγαν νέα στοιχεία και επιρροές. Ένα υφαντό ριχτάρι με την απεικόνιση ενός νέου ζευγαριού θυμίζει την γαλλική ή αυστριακή ατμόσφαιρα και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της εποχής.

Η κ. Αγουρογιάννη εντοπίζει αλλαγές στην υφαντική τέχνη, λέγοντας: Για λόγους που δεν γνωρίζω, στα χαλιά που υφαίνονται στους αργαλειούς παρατηρούμε χρώμα μπλε ή λουλακί. Τα υφαντά της πρώτης περιόδου κατασκευάζονταν με φυσικές βαφές από ριζάρι, προμηθευόμενο από τα Αμπελάκια της Λάρισας, με τη χρήση χημικών βαφών να αρχίζει μετά το 1896.

Στην έκθεση περιλαμβάνεται και ένα χαλί με εξαιρετική υφαντική εικονογράφηση, του οποίου οι περιηγητές A. J. B. Wace & M. S. Thompson, που επισκέφθηκαν τη Σαμαρίνα το 1910, κατέγραψαν τις εντυπώσεις τους.

Πολλά από τα σπάνια υφαντά προέρχονται από οικογενειακά κειμήλια που οι συγγενείς διατήρησαν στις προγονικές τους κατοικίες, αποφεύγοντας τη φθορά του χρόνου. Η κ. Αγουρογιάννη, εμφανώς συγκινημένη, δηλώνει ότι η έκθεση αυτή είναι ένα μικρό λιθαράκι στη μνήμη των γυναικών της Σαμαρίνας, οι οποίες είχαν αναλάβει την ύφανση χαλιών και κιλιμιών, καθώς και την καθημερινή φορεσιά της οικογένειας.

Μας εξηγεί επίσης ότι τα μαλλιά από τα κουρέματα των προβάτων έπρεπε πρώτα να καθαριστούν και να πλυθούν καλά, ακολουθούμενα από μια χρονοβόρα διαδικασία μετατροπής τους σε νήμα και ύφανσης στους αργαλειούς της οικογένειας.

Η σημασία της υφαντικής τέχνης στην καθημερινή ζωή των βλαχόφωνων χωριών της Πίνδου αποτυπώθηκε στην ταινία των αδελφών Μανάκια Υφάντρες, η οποία γυρίστηκε το 1905 στην Αβδέλλα και παρουσίασε τη γιαγιά τους Δέσπω και άλλες γυναίκες του χωριού να γνέθουν μαλλί μπροστά στα σπίτια τους.

©

Loading

Play