Σε βορειότερες περιοχές εκτιμάται ότι θα χρειαστεί να «ταξιδέψει» η ποικιλία της ελιάς Χαλκιδικής στα επόμενα χρόνια, αφού η ανάγκη της σε περισσότερο ψύχος δεν θα ευνοεί την καλλιέργειά της στο νομό λόγω της κλιματικής αλλαγής, επισήμανε ο αναπληρωτής καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Αθανάσιος Μολασιώτης, συντονιστής της δράσης: «Οι Δρόμοι της Ελιάς». Ωστόσο, έσπευσε να επισημάνει ότι με τις σωστές καλλιεργητικές φροντίδες οι παραγωγοί στο νομό Χαλκιδικής θα μπορούσαν από τώρα να «περιφρουρήσουν» τους ελαιώνες τους και να εντοπίσουν τις κατάλληλες μεθόδους ώστε να συνεχίσουν την απρόσκοπτη καλλιέργεια της ποικιλίας.
Το πιο ισχυρό όπλο της ελαιοκομίας στη χώρα, για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, είναι η αξιοποίηση των 50 και πλέον εγχώριων ποικιλιών ελιάς που διαθέτει η Ελλάδα, τόνισε ο ίδιος, στη διάρκεια διαδικτυακού φόρουμ διαλόγου με θέμα: «Μετριασμός των επιπτώσεων και Προσαρμογή της Ελληνικής Γεωργίας στην Κλιματική Αλλαγή». Το φόρουμ διοργανώθηκε από το Εθνικό Δίκτυο για την Κλιματική Αλλαγή – CLIMPACT και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, μέλος του δικτύου CLIMPACT και με την υποστήριξη του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ), που συντονίζει το δίκτυο.
Η Ελλάδα αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη παραγωγό χώρα ελαιολάδου, μετά την Ισπανία και την Ιταλία, και διαθέτει 150 εκατομμύρια δέντρα που καλύπτουν τεράστιες εκτάσεις πανελλαδικά. Ωστόσο, όπως ανέφερε, λόγω και των δομικών προβλημάτων του κλάδου, η χώρα μας χάνει σημαντικά σε υπεραξία συνεπεία της χύδην εξαγωγής, κυρίως στην Ιταλία, με τη συγκεκριμένη απώλεια να έχει υπολογιστεί σε ένα ευρώ/ λίτρο ελαιολάδου.
Μεταξύ άλλων,ο κ. Μολασιώτης, αναφέρθηκε στα προβλήματα νοθείας, στο πλούσιο γενετικό υλικό που διαθέτει η Ελλάδα, υπογράμμισε την ανάγκη προστασίας, ενώ ανέφερε χαρακτηριστικά ότι η πασίγνωστη ελληνική ποικιλία “κορωνέϊκη”, έχει πατενταριστεί από ξένη κοινοπραξία.
Ναι στις γηγενείς ποικιλίες, η κλιματική «απειλεί» τους αμπελώνες στα νησιά
Την ψήφο εμπιστοσύνης του στις γηγενείς ποικιλίες αμπέλου, πιο όψιμες και ανθεκτικές σε ξηρασία και υψηλές θερμοκρασίες, έδωσε και ο αναπληρωτής καθηγητής ΑΠΘ, Στέφανος Κουνδουράς, συντονιστής της δράσης «Οι Δρόμοι των Αμπελώνων», υπογραμμίζοντας ότι μέσω της κλιματικής αλλαγής και των συνεπειών που επιφέρει στο σύνολο της χώρας «αυτή είναι ίσως η καλύτερη επιλογή για τους Έλληνες αμπελουργούς». Όπως είπε, εάν επιβεβαιωθούν οι πιο δυσοίωνες εκτιμήσεις, που διατυπώνονται αναφορικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, μέχρι το τέλος του τρέχοντος αιώνα «η χώρα μας θα έχει περισσότερες θερμές περιοχές και τότε δεν αποκλείεται να απαιτηθεί η μετατόπιση αμπελώνων». Σύμφωνα δε με το χειρότερο σενάριο, εάν επιβεβαιωθεί, τότε «θα χρειαστεί αλλαγή προϊόντος από τους Έλληνες αμπελουργούς», τόνισε. Οι υδατικές συνθήκες γίνονται όλο και πιο ελλειμματικές και η παράταση των ξηρικών συνθηκών δημιουργούν τεράστια προβλήματα στους αμπελώνες στη χώρα μας, σημείωσε, λέγοντας ότι στο στόχαστρο της κλιματικής αλλαγής βρίσκονται, ή θα βρεθούν στο μέλλον, κυρίως τα ελληνικά νησιά, όπως η Σαντορίνη.
Ανέφερε, ότι Λόγω της κλιματικής αλλαγής η περίοδος του τρύγου μετατοπίζεται και τόνισε ότι για το επιτραπέζιο σταφύλι αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να είναι επιθυμητή, αφού, λόγω πρωιμότητας, οι τιμές πώλησης θα είναι καλύτερες, αλλά ιδιαίτερα δυσμενής για την οινοποιία σε πολλές περιπτώσεις.
Μέτρα αντιμετώπισης συνεπειών κλιματικής αλλαγής στα οπωροφόρα
Την ανάγκη οι καλλιεργητές φυλλοβόλων οπωροφόρων δέντρων να επιλέγουν ποικιλίες που παράγουν σταθερά κάθε χρόνο και έχουν μικρές απαιτήσεις σε ψύχος και εφαρμογή χημικών ουσιών για διάσπαση ληθάργου, υπογράμμισε, στην εισήγησή της, η ερευνήτρια του ΕΛΓΟ-Δήμητρα, Δρ. Παυλίνα Δρογούδη. Πρόσθεσε, ότι οι παραγωγοί είναι ανάγκη να γνωρίζουν ποιες είναι οι κατάλληλες ποικιλίες για την περιοχή που βρίσκονται, ενώ σημείωσε ότι «είναι απαραίτητο να εκμεταλλευτούμε τους τοπικούς πληθυσμούς γιατί αποτελούν πολύτιμη πηγή γονιδίων προσαρμοσμένων στις τοπικές συνθήκες». Μεταξύ άλλων, υπογράμμισε την ανάγκη ύπαρξης προγράμματος γενετικής βελτίωσης και για τα φυλλοβόλα οπωροφόρα δέντρα, όπως συμβαίνει στην ΕΕ.
Βιώσιμη η καλλιέργεια σιτηρών υπό προϋποθέσεις
«Η καλλιέργεια σιτηρών φαίνεται ότι θα παραμείνει βιώσιμη στην Ελλάδα», επισήμανε από την πλευρά του ο αναπληρωτής καθηγητής ΑΠΘ, Στέφανος Νάστης, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι η κλιματική αλλαγή θα έχει αρνητικές, αλλά και θετικές επιπτώσεις για τους παραγωγούς, ανάλογα με τον τόπο καλλιέργειάς τους. Χαρακτηριστικά σημείωσε ότι «στις ευνοημένες περιοχές της κλιματικής αλλαγής συγκαταλέγεται η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, ενώ αρνητικό θα είναι το αντίκτυπο για τις παραγωγές στη Δυτική Ελλάδα».
Τόνισε ότι όσοι παραγωγοί δεν προσαρμοστούν θα δουν σημαντική μείωση των αποδόσεω ν στις καλλιέργειές τους και εξήγησε ότι σημαντικός παράγοντας των αποδόσεων είναι η χωρική διαθεσιμότητα ύδατος από βροχοπτώσεις. “Καθοριστικός παράγοντας για την επιβίωση παραγωγών σιτηρών αποτελεί η ικανότητα προσαρμογής μέσω τεχνικής διαχείρισης (ποικιλίες, χρόνος, εκπαίδευση, αλλαγή σχεδίου παραγωγής)», ανέφερε.
Εξάλλου, σημαντικές αναμένονται οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και στην κτηνοτροφία και αποτελεί «τεράστια πρόκληση η εξασφάλιση πρωτεϊνης στους Έλληνες κτηνοτρόφους, ώστε να διασφαλιστεί επάρκεια και να καλυφθούν οι ανάγκες των καταναλωτών σε παγκόσμιο επίπεδο», επισήμανε ο κτηνίατρος/επιθεωρητής ελεγκτής στη διεύθυνση διαχείρισης ελέγχων γάλακτος και κρέατος ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, Δρ. Δημήτρης Γαλαμάτης.
E.A.