Σε γερά «πόδια» φαίνεται ότι στηρίζεται ο κλάδος του ελληνικού μαρμάρου, καθώς παρά τις γεωπολιτικές αναταραχές, τα επίμονα προβλήματα εντός των τειχών και τα απόνερα της πανδημίας, διατηρεί τη δυναμική του και τα προϊόντα του εξακολουθούν να φτάνουν χιλιάδες μίλια μακριά: το ελληνικό μάρμαρο κοσμεί τεμένη (μεταξύ των οποίων το ιερό τέμενος της Μέκκας και της Μεδίνας), Προεδρικά μέγαρα, μουσεία και εμβληματικά ξενοδοχεία σε όλον τον κόσμο. Σύμφωνα με έρευνα της ICAP, προσφέρει δουλειά σε χιλιάδες εργαζομένους (6.500 πρωτογενώς και 18.000 δευτερογενώς), αποδίδοντας στην εθνική οικονομία όφελος 2,19 ευρώ για κάθε ένα ευρώ που προκύπτει από την πώλησή του. Για το έτος 2024, οι εξαγωγές του κλάδου εκτιμάται ότι θα αγγίξουν τα 300 εκατ. ευρώ, με τον όγκο τους να διατηρείται στα επίπεδα του 2023, όπως επισημαίνει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο μηχανικός μεταλλείων-μεταλλουργός Γεώργιος Λιανός, πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Μαρμάρου Μακεδονίας-Θράκης (ΣΕΜΜΘ), ο οποίος εκπροσωπεί 80 επιχειρήσεις. Η «καρδιά» του κλάδου χτυπά στη Βόρεια Ελλάδα, όπου χωροθετείται το 70% των λατομείων πανελλαδικά και εξορύσσεται το 90% της πρωτογενούς αξίας.
Τα περασμένα χρόνια πάντως, η πορεία του κλάδου προσέκρουσε σε διαδοχικές προκλήσεις: «την τελευταία τριετία, μετά την πανδημία, έχουμε υποστεί απώλειες σε εξαγωγές ακατέργαστου μαρμάρου, συνολικής αξίας περίπου 150 εκατ. ευρώ», οι οποίες οφείλονταν μεταξύ άλλων στο κλείσιμο των εργοστασίων στην Κίνα λόγω Covid-19, την αποθέρμανση της αγοράς διαχείρισης ακινήτων στη χώρα και την απορρύθμιση των logistics. Σήμερα καταβάλλεται συστηματική και εντατική προσπάθεια από τις επιχειρήσεις του κλάδου για να καλυφθούν οι απώλειες και να αυξηθούν οι εξαγωγές επεξεργασμένου μαρμάρου σε άλλες αγορές εκτός Κίνας. Ουσιαστικά, επιδιώκουμε να πετύχουμε εξαγωγές περίπου 30 εκατ. ευρώ ετησίως σε εναλλακτικές αγορές» σημειώνει ο κ. Λιανός.
Η Κίνα, εξηγεί, συνιστά τη μεγαλύτερη αγορά απορρόφησης για τα ελληνικά ακατέργαστα μάρμαρα, καθώς το ποσοστό της επί των συνολικών εξαγωγών ανέρχεται στο 30%, αγγίζοντας τα 100 εκατ. ευρώ ετησίως. Ακολουθούν η Σαουδική Αραβία, οι ΗΠΑ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Τουρκία, ενώ ενισχυτικά συμβάλλουν οι χώρες Κύπρος, Ινδία, Κατάρ, Αλγερία, Αυστραλία, Ιταλία και Βιετνάμ. «Για τις αγορές, η ύπαρξη ελληνικού μαρμάρου είναι κάτι σημαντικό, που παραπέμπει στην φήμη, την ιστορία και τον πολιτισμό μας. Αυτό καταφέραμε να το επικοινωνούμε πλέον με το νέο ενιαίο εμπορικό σήμα του ελληνικού μαρμάρου, Greek Marble | Then. Now. Forever, που υιοθέτησαν τα μέλη μας, μετά τη συνεργασία με τον οργανισμό Enterprise Greece» λέει.
Από τις 30 στις 70 ημέρες οι χρόνοι παράδοσης, λόγω και των προβλημάτων στην Ερυθρά Θάλασσα
Πώς και κατά πόσο έχουν επηρεάσει τον κλάδο οι πιέσεις εξαιτίας του ενεργειακού κόστους, του πληθωρισμού και των μεγάλων αυξήσεων στους θαλάσσιους ναύλους; «Ο πληθωρισμός, το ενεργειακό κόστος καθώς και τα αυξημένα επιτόκια, επιβαρύνουν τη λειτουργική δαπάνη. Η αγορά των θαλασσίων ναύλων έχει απορρυθμιστεί σε καίριο βαθμό και σε συνδυασμό με τα προβλήματα στην Ερυθρά Θάλασσα, έχει επιμηκυνθεί ο χρόνος παράδοσης από τις 30-40 στις 70 ημέρες, δημιουργώντας προβλήματα στην αλυσίδα διάθεσης των υλικών, αλλά και κυρίως στις ταμειακές ροές/ισορροπίες των επιχειρήσεων» γνωστοποιεί ο κ. Λιανός.
Η διακίνηση των υλικών στην παγκόσμια αγορά γίνεται με εμπορευματοκιβώτια (containers), τα οποία φορτώνονται με φορτηγά από τα λατομεία και τα εργοστάσια κυρίως της Βόρειας Ελλάδας και παραδίδονται στο λιμάνι Θεσσαλονίκης για περαιτέρω φόρτωση στα πλοία των διεθνών γραμμών, με προορισμό τα λιμάνια των χωρών παράδοσης. Το κόστος μεταφοράς, εξηγεί, επηρεάζεται από τη διαθεσιμότητα εμπορευματοκιβωτίων, η οποία παρουσιάζει διακυμάνσεις, ιδιαίτερα στην εποχή μετά την πανδημία.
Εξαγωγές σε 110 χώρες από την Άπω Ανατολή μέχρι το Τουρκμενιστάν κι από το Βιετνάμ μέχρι τη Λατινική Αμερική και την Αυστραλία
«Ξεκλείδωσαν», παρόλα αυτά, οι ελληνικές επιχειρήσεις μαρμάρου νέες αγορές φέτος; «Η προσπάθεια ανοίγματος – ξεκλειδώματος νέων αγορών απαιτεί στιβαρό επιχειρηματικό σχεδιασμό, ο οποίος είναι εκτεθειμένος σε πολλαπλές συνθήκες συνυφασμένες με το παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι και την ένταση του γεωπολιτικού κινδύνου. Ο κλάδος επέδειξε τη μέγιστη ευελιξία. Κάθε χρόνο πραγματοποιούνται εξαγωγές σε περίπου 110 χώρες, ενώ τα τελευταία πέντε χρόνια περίπου 150 διαφορετικές χώρες έχουν εισαγάγει ελληνικό μάρμαρο. Το στοίχημα παρόλα αυτά δεν είναι μόνο να βρούμε νέες αγορές, αλλά να αναπτύξουμε και τις ήδη υπάρχουσες» περιγράφει.
Γενικά, οι ελληνικές επιχειρήσεις αναπτύχθηκαν με ραγδαίους ρυθμούς κατά την τελευταία 30ετία. Αυτό οφείλεται κυρίως στο όραμα των επιχειρηματιών του κλάδου, που επένδυσαν δυναμικά στη χώρα και στα Βαλκάνια, κατατάσσοντας την Ελλάδα σταθερά στις πέντε πρώτες θέσεις του εξαγωγικού κλάδου μαρμάρου, με κύριους ανταγωνιστές την Ιταλία, την Τουρκία και την Κίνα. «Η υπεροχή μας σχετίζεται με την ποιότητα, τη φήμη και την μοναδικότητα των ελληνικών μαρμάρων, καθώς και με την τεχνογνωσία εξόρυξης και επεξεργασίας, η οποία είναι σε κορυφαίο επίπεδο» επισημαίνει.
Πόσος χρόνος απαιτείται κατά μέσο όρο για να αποσβεστεί και να γίνει κερδοφόρο το μέσο εξορυκτικό έργο στην Ελλάδα; Σύμφωνα με τον κ. Λιανό, οι επενδύσεις στον χώρο εξόρυξης μαρμάρου χαρακτηρίζονται ως υψηλού ρίσκου και εντάσεως κεφαλαίου. Ο υψηλός βαθμός αβεβαιότητας οφείλεται σε τέσσερις παράγοντες: η δυσκολία εκτίμησης της εμπορευσιμότητας, ο χρόνος που απαιτείται από την έναρξη της διαδικασίας ερευνητικών εργασιών μέχρι την δοκιμαστική είσοδο των προϊόντων στην αγορά, ο οποίος υπερβαίνει τα επτά έτη. Επίσης, η είσοδος στην παγκόσμια αγορά νέων προϊόντων με χαμηλότερο κόστος, κυρίως από χώρες με λιγότερο αυστηρή περιβαλλοντική νομοθεσία είναι επιπλέον παράγοντας αβεβαιότητας.
Σε ερώτημα σχετικά με τα κυριότερα εμπόδια στην ανάπτυξη του κλάδου σήμερα, ο κ. Λιανός απαντά ότι αυτά σχετίζονται με το θεσμικό πλαίσιο αδειοδότησης και τις δυσκολίες που προκύπτουν λόγω του πολύπλοκου νομοθετικού πλαισίου. «Η διαδικασία αδειοδότησης είναι ιδιαίτερα απαιτητική και χρονοβόρα. Απαιτούνται περίπου 100 διαφορετικές υπογραφές και σχεδόν πέντε χρόνια για να ολοκληρωθεί η διαδικασία» τονίζει.
Προσθέτει ότι στη Βόρεια Ελλάδα υπάρχει μεγάλο αναξιοποίητο δυναμικό κοιτασμάτων μαρμάρου και ευελπιστούν ότι με τη συνεργασία των αρμοδίων υπηρεσιών θα προχωρήσουν στην έγκαιρη μίσθωση και εκμετάλλευσή τους, προς όφελος των τοπικών κοινωνιών και της εθνικής οικονομίας. Κατά τον κ. Λιανό, είναι σημαντικό να λάβουμε υπόψη ότι το μάρμαρο είναι το πιο φιλικό οικοδομικό υλικό περιβαλλοντικά με τις λιγότερες εκπομπές CO2, συγκρινόμενο με ανταγωνιστικά υλικά όπως τα κεραμικά πλακίδια.
Αναφορικά με την αποκατάσταση των λατομείων, τονίζει ότι τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική βελτίωση: «Προχωράμε σε σταδιακή αποκατάσταση κατά τη διάρκεια λειτουργίας του έργου και σε συνολική με την ολοκλήρωσή του. Οι επιχειρήσεις του κλάδου έχουν εκδώσει τις προβλεπόμενες από το νόμο εγγυητικές επιστολές, εγγυώμενες το κόστος αποκατάστασης» προσθέτει.