Του Χρήστου Μανταρτζίδη
Από τις 12 Ιουνίου του 2018, τότε που υπογράφηκε στις Πρέσπες η συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων της Ελλάδας και της FYROM, γράφηκαν και ακούστηκαν πολλά, θετικά ή αρνητικά τόσο στην Ελλάδα και στην FYROM, όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Η διεθνής κοινότητα αποθέωσε την συμφωνία. Την χαρακτήρισε ιστορική και γενναία. Η Frankfurter Allgemeine Zeitung την χαρακτήρισε σαν «Διπλωματικό αριστούργημα».
Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους την χαρακτήρισε «γενναίο και δίκαιο συμβιβασμό» και ο νυν πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ σε πρόσφατη επιστολή του προς τον πρόεδρο της FYROM κ Γκεοργκε Ιβάνοφ, την χαρακτήρισε «ιστορική».
Με την επίτευξη της συμφωνίας και την διευθέτηση του ονοματολογικού άνοιξε ο δρόμος για την ένταξή της FYROM, σε δύο εκ των μεγαλύτερων οργανισμών στον κόσμο, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, που διακαώς επιθυμούσε και τερματίστηκε η πολύχρονη διαμάχη με την Ελλάδα.
Τα γεγονότα όμως που ακολούθησαν την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών, κατάδειξαν ότι τα κάθε είδους συμφέροντα τα οποία διακυβεύονται, είναι πολύ σημαντικά και πολύ μεγάλα και πλέον άρχισαν να αποκαλύπτονται στην πραγματική τους διάσταση και μέγεθος.
Επιπλέον αφορούν όχι μόνον τις διμερής διπλωματικές σχέσεις της Ελλάδας και της FYROM αλλά και όλη την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων καθώς τα Βαλκάνια βρίσκονται σε αναβρασμό.
Η Σερβία και το Κόσοβο βρίσκονται σε συνομιλίες για αλλαγή συνόρων ενώ η Αλβανία έχει ήδη προαναγγείλει την κατάργηση των συνόρων της με το Κόσοβο από την 1/1/2019. Η μεγάλη Αλβανία βρίσκεται προ των πυλών.
Στο βάθος του πολιτικού σκηνικού βρίσκεται η Τουρκία. Η φιλόδοξη Τουρκία η οποία βρίσκεται σε μια «επιθετικά ενεργή» στάση σε πιθανή αλλαγή συνόρων όπως άλλωστε αυτό έχει διατυπωθεί σε όλους τους τόνους από τον πρόεδρο Ερντογάν. Ένα γεωπολιτικό παιχνίδι βρίσκεται σε εξέλιξη και οι βασικοί παίκτες Δύση και Ρωσία, παίρνουν θέσεις.
Η FYROM αναβαθμίστηκε γεωπολιτικά εξαιτίας του επικείμενου δημοψηφίσματος για την αποδοχή της συμφωνίας των Πρεσπών και βρέθηκε στο πολιτικό επίκεντρο. Μία χώρα με πληθυσμό λιγότερο από 2 εκατομμύρια, μάλλον ασήμαντη οικονομία και ανύπαρκτη στρατιωτική ισχύ, έχει προσελκύσει τον τελευταίο καιρό μια πλειάδα κορυφαίων πολιτικών και αξιωματούχων Ευρωπαίων και Αμερικάνων που επισκέπτονται διαδοχικά την πρωτεύουσα της χώρας, τα Σκόπια ή κάνουν δηλώσεις και παραινέσεις για την επικράτηση της θετικής ψήφου, αναδεικνύοντας την γεωπολιτικό διακύβευμα της συμφωνίας.
Μέσω της της συμφωνίας των Πρεσπών, η Δύση πετυχαίνει να αποτρέψει την «εγκατάσταση» της Ρωσίας στην FYROM. Διαμορφώνεται ένα σταθερό και στέρεο ανάχωμα στα Βαλκάνια απέναντι στην επιρροή της Μόσχας. Οι Ρώσοι δεν κατόρθωσαν να ανατρέψουν αυτή την ιστορική εξέλιξη. Και πιθανή θετική έκβαση του δημοψηφίσματος στην FYROM θα σημάνει την είσοδο της χώρας αρχικά στο ΝΑΤΟ και στην συνέχεια στην ΕΕ και θα αναχαιτίσει οριστικά την όποια Ρωσική επιρροή.
Σύμφωνα με την Washington Post, η Ρωσία είναι αποφασισμένη να υπονομεύσει την συμφωνία των Πρεσπών και σε άρθρο της με τίτλο: «η Μακεδονία είναι μια μικρή χώρα με ένα τεράστιο Ρωσικό πρόβλημα» γράφει ότι η Μόσχα κάνει ότι μπορεί για να υπονομεύσει την Συμφωνία των Πρεσπών και να μπλοκάρει έτσι την περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ. Οι Αμερικάνοι αξιωματούχοι καταγγέλλουν ρωσικές παρεμβάσεις στο επικείμενο δημοψήφισμα και σύμφωνα με την εφημερίδα, η Ρωσία διεξάγει μια κεκαλυμμένη προπαγανδιστική εκστρατεία κατακλύζοντας με fake news τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επιδοτώντας
ντόπιους εξτρεμιστές σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας.
Ο υπουργός άμυνας των ΗΠΑ δήλωσε πρόσφατα: «ανησυχώ έντονα για αυτά που κάνει η Ρωσία από την Εσθονία ως τις ΗΠΑ και από την Ουκρανία ως την Μακεδονία».
Μετά την απώλεια του Μαυροβουνίου το οποίο εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ το 2017, θα θεωρηθεί διπλωματική αποτυχία της Ρωσίας και η απώλεια της FYROM. Η εφημερίδα «Κομερσάντ» της Μόσχας απηχώντας προφανώς το Κρεμλίνο, έγραψε στις 4/9: «τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος θα καθορίσουν την νέα γεωπολιτική κατανομή στην περιοχή».
Η στάση της Ελλάδας
Η συμφωνία των Πρεσπών θα επικυρωθεί πρώτα από την FYROM και στην συνέχεια από την Ελληνική Βουλή. Προφανώς οι σύμμαχοι της Ελλάδας. ΗΠΑ, ΕΕ και ΝΑΤΟ πιέζουν ασφυκτικά και με κάθε τρόπο για την πρόοδο της συμφωνίας και την επικύρωσή της, ώστε να υλοποιήσουν τους σχεδιασμούς τους όσον αφορά την σταθεροποίηση στην Βαλκανική χερσόνησο. Αυτός ήταν και ο αντικειμενικός τους στόχος: η εκμηδένιση της ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια και η άσκηση πίεσης προς την Τουρκία του Ερντογάν. Και γ αυτόν τον σκοπό εργάστηκαν συστηματικά και κατάφεραν να πετύχουν την προσέγγιση της Ελλάδας και της FYROM.
Όπως φαίνεται, οι ΗΠΑ καθιστούν την Ελλάδα σε προνομιακό τους σύμμαχο, υποκαθιστώντας την Τουρκία. Και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ αποδεικνύεται «πρόθυμη» να υπηρετήσει τα συμφέροντά των ΗΠΑ. Το ερώτημα είναι πως διαπραγματεύτηκαν και ποια ανταλλάγματα κέρδισε η Ελλάδα από όλη αυτήν την συμφωνία και την προσέγγιση με την FYROM. Εκτός και αν αυτή η συμφωνία που υπόγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και που τόσες αντιδράσεις δημιούργησε και δημιουργεί δεν απέφερε κανένα ουσιαστικό και σημαντικό αντάλλαγμα για την Ελλάδα αλλά βοηθάει μόνον και μόνον στην πολιτική επιβίωση της Κυβέρνησης.
Προφανώς αυτή είναι η μόνη και η απλή αλήθεια την οποία προσπαθούν συστηματικά να αποκρύψουν. Δυστυχώς.
Από πλευρά της αντιπολίτευσης (και της μελλοντικής κυβέρνησης αφού το 2019 είναι έτος εκλογών), ο κ Μητσοτάκης χαρακτήρισε την συμφωνία των Πρεσπών «βαριά σκιά για την Μακεδονία» στην ομιλία του στο Βελλίδειο συνεδριακό κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Ξεκαθάρισε στον Γερμανό Υπουργό Εξωτερικών κ Χάικο Μάας, ότι η ΝΔ δεν θα ψηφίσει την συμφωνία των Πρεσπών, όταν και όποτε έρθει στην Βουλή. Η συμφωνία όμως έχει ήδη αρχίσει και παράγει αποτελέσματα. Η πρόσκληση ένταξης της FYROM στο ΝΑΤΟ έχει αποσταλεί και έχουν ξεκινήσει οι ανεπίστρεπτες διαδικασίες ενσωμάτωσης της FYROM στο ΝΑΤΟ. Μάλιστα ο ίδιος ο ΓΓ του ΝΑΤΟ κ Στόλτνμπεργκ σε συνέντευξή του υπογράμμισε ότι η συμφωνία των Πρεσπών παράγει αποτελέσματα αλλά και κυρώσεις για όποια πλευρά την
αθετήσει.
Και ο κ Μητσοτάκης θα κληθεί να διαπραγματευτεί από μια πολύ πιο δύσκολη θέση και χωρίς να έχει (δυστυχώς) το πλέον ισχυρό μας διαπραγματευτικό όπλο το οποίο παρέδωσε αμαχητί η σημερινή κυβέρνηση.
Και όταν ολοκληρωθεί η συμφωνία, η Ελλάδα πρέπει και οφείλει (ιδιαίτερα η Βόρεια Ελλάδα και η Θεσσαλονίκη) συστηματικά και υπεύθυνα να στηρίξει και να υποστηρίξει την FYROM και να την μετατρέψει σε προνομιακό εταίρο στην περιοχή. Έτσι με τον καιρό οι κάτοικοι της θα ξεπεράσουν τα ιδεολογήματα που έχουν παγιωθεί στις συνειδήσεις τους και μακροπρόθεσμα θα είναι κερδισμένοι και οι δύο λαοί.
*O Χρήστος Μανταρτζίδης είναι οικονομολόγος