Του Χρήστου Μανταρτζίδη *
Όλες οι εκθέσεις διεθνών επενδυτικών οίκων και τραπεζών προβλέπουν από αρνητικά έως εφιαλτικά σενάρια για την οικονομία της Ελλάδας, ως αποτέλεσμα του lockdown της οικονομίας εξαιτίας της πανδημίας. Στην πραγματικότητα κανένας δεν γνωρίζει τι θα αφήσει όρθιο ο επερχόμενος οικονομικός Αρμαγεδδών.
Το lockdown–δεν υπάρχει αμφιβολία- σκοτώνει την οικονομία. Το οικονομικό impact που προκαλεί οδηγεί σε αλυσιδωτές αντιδράσεις. Πυροδοτεί ένα αρνητικό καθοδικό σπιράλ στην οικονομία το οποίο αναμένεται να διαρκέσει, με αποτέλεσμα λουκέτα, χρεωκοπίες (και όχι μόνον μικρών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων), εκτόξευση της ανεργίας και ίσως κοινωνικές αναταραχές.
Όσο παρατείνεται το lockdown τόσο η Ελλάδα θα μπαίνει πιο βαθιά στην κρίση. Και όσο οι κυβερνώντες συνεχίζουν να αγνοούν τα μαθηματικά και τους αριθμούς, απλά στρουθοκαμηλίζουν. Άλλωστε η Ελλάδα πέρασε –και ακόμη περνάει- μια 10ετή οικονομική κρίση και οι Έλληνες δεν μπορούν να είναι αισιόδοξοι όσο αφορά τις αντοχές αλλά και τις ανοχές της κοινωνίας. Η επερχόμενη οικονομική κρίση θα επηρεάσει ενδεχομένως την κοινωνία. Είναι πιθανόν σε λίγους μήνες να μετράμε στατιστικά, πτωχεύσεις επιχειρήσεων και ληστείες σε καθημερινή βάση.
Γι’ αυτό και είναι προκλητική η ανακοίνωση της κυβέρνησης μέσω του κ Πέτσα ότι δεν θα μειωθούν οι μισθοί στο δημόσιο και οι συντάξεις. Είναι λαϊκίστικη πολιτική και ταυτόχρονα επικίνδυνη. Μάλιστα την ώρα αυτή που «έχουμε πόλεμο» σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό και έχει πληγεί η Ελληνική κοινωνία, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συνταξιούχοι (τουλάχιστον αυτοί με τις παχυλές συντάξεις) δεν μπορεί να μείνουν αλώβητοι. Την υγειονομική κρίση δεν πρέπει να την πληρώσει ακόμη μια φορά ο ιδιωτικός τομέας και οι ιδιωτικοί υπάλληλοι ενώ ταυτόχρονα οι δημόσιοι υπάλληλοι θα απολαμβάνουν μονιμότητα και υψηλούς μισθούς.
Όταν θα τελειώσει η κρίση, τα κράτη που διαθέτουν παραγωγικές οικονομίες, θα βρουν ξανά τον δρόμο τους προς την ανάπτυξη. Η Ελλάδα όμως δεν διαθέτει παραγωγική βάση και θα φανεί ξεκάθαρα πόσο μεγάλο λάθος ήταν η αποβιομηχάνιση της χώρας. Μια χώρα στην οποία οι παραγωγικές επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι σ’ αυτές είναι μια μειοψηφία, δεν μπορεί να επιβιώσει. Θα φανεί ξεκάθαρα πόσο κακό έκαναν οι πολιτικοί ταγοί (κυρίως οι σοσιαλιστές του ΠΑΣΟΚ) που επέτρεψαν στους χαραμοφάηδες συνδικαλιστές, ινστρούχτορες και εργατοπατέρες να κλείσουν τις επιχειρήσεις και τις βιοτεχνίες, να διαλύσουν την όποια βιομηχανία και να μεταμορφώσουν την οικονομία Ελλάδας σε μια κρατικοδίαιτη, παρασιτική οικονομία δημοσίων υπαλλήλων, επαγγελματιών συνδικαλιστών και επαγγελματιών συνταξιούχων. Και όσο η χώρα παραμένει σε αυτή την δημοσιοϋπαλληλοκρατούμενη κατάσταση, και κάνουν κουμάντο 5-10 διαπλεκόμενοι επιχειρηματίες μαζί με τους πολιτικούς συνεταίρους, ας μην περιμένουμε την ανάκαμψη. Η χώρα θα σέρνεται στο διηνεκές, περιμένοντας μέχρι την επόμενη κρίση.
Όλες οι μεταπολιτευτικές Κυβερνήσεις άσκησαν πολιτικές 4ετίας. Οι πολιτικοί δεν ενδιαφέρθηκαν για εθνική μακροπρόθεσμη στρατηγική. Αδιαφόρησαν για την πατρίδα και το εθνικό συμφέρον. Ενδιαφέρθηκαν μόνον για την επανεκλογή τους, το κομματικό συμφέρον και το βραχυπρόθεσμο αποτέλεσμα. Στήριξαν την πολιτική τους σε προσλήψεις στο δημόσιο, εξυπηρετήσεις, δωράκια και επιδόματα. Σε χιλιάδες άχρηστους και κοστοβόρους διορισμούς και αεριτζίδικες επενδύσεις. Παράλληλα εφάρμοσαν όλες τους «σοσιαλίζουσες» οικονομικές πολιτικές, «πούλησαν» τελειωμένες και απαρχαιωμένες αναπτυξιακές θεωρίες αντί να εκπονήσουν ένα μεγάλο και μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό σχεδιασμό. Δεν διέθεταν όραμα και σχέδιο που να ξέφευγε από τη μίζερη διαχείριση της αμόρφωτης, διεφθαρμένης και φοβικής καθημερινότητας. Κανείς τους δεν διέθετε τον μεγαλοϊδεατισμό, την πυγμή και τη φιλοπατρία που αξίζει η χώρα και η Ιστορία της. Κανείς δεν είχε το απαιτούμενο ανάστημα της χώρας. Γι αυτό και κατάφεραν να μας φέρουν εδώ. Στο μη παραπέρα.
Για 10ετίες τη χώρα συντήρησε μια φούσκα χρέους και δαπανών η οποία διογκωνόταν συνεχώς και χωρίς διακοπή. Καμιά κυβέρνηση δεν επιχείρησε να νοικοκυρέψει την κατάσταση και να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα. Αντιθέτως, όταν η φούσκα του χρέους έσπασε οι Ελληνικές κυβερνήσεις σύρθηκαν και ζήτησαν εκλιπαρώντας από τους Ευρωπαίους να αποκαταστήσουν την φούσκα, κρατώντας διαρκώς την Ελλάδα σε κατάσταση ομηρείας και υποταγής.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης κατάφερε να αναδειχτεί σε κυρίαρχο του πολιτικού παιχνιδιού στην πολιτική σκηνή. Έδειξε ότι διαθέτει προσωπική κρίση, αξιοπιστία και αποφασιστικότητα. Επίσης τα πήγε καλά και στην διεθνή διπλωματία. Ο χειρισμός του στην πανδημία ήταν σε γενικές γραμμές και -δεδομένης της κατάστασης στην υγεία ορθός. Η μέχρι τώρα πολιτική όμως που άσκησε ήταν διαχειριστική και από καθόλου ως ελάχιστα μεταρρυθμιστική. Μέχρι τώρα κανένα μέτρο η νομοσχέδιο δεν είχε κάποια ουσιαστική επίπτωση στην χάραξη αναπτυξιακής πολιτικής.
Και αυτό δεν ταιριάζει σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που ακροβατεί στο τεντωμένο σχοινί της «σχεδόν» χρεοκοπίας. Που χρειάζεται καίριες και βαθιές τομές σε πολλά επίπεδα. Σήμερα με τις μεγάλες αλλαγές που αναμένεται να προκαλέσει η πανδημία, η μετάβαση την επόμενη μέρα σε μια νέα πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει μια μεγάλη ευκαιρία για την κοινωνία και την οικονομία μας ώστε να ξεπεράσουμε παθογένειες και κακές πρακτικές δεκαετιών.
Κάθε κρίση έχει ένα ρόλο. Να αποκαταστήσει την τάξη, την όποια τάξη είτε αυτή είναι οικονομική, ηθική, πολιτική. Και η κρίση αυτή όσο κι αν η πλειοψηφία των ειδικών προβλέπει καταστροφή, αποτελεί μια χρυσή ευκαιρία για την Ελλάδα, διότι θα ξεκαθαρίσει η οικονομία και ο επαγγελματικός τομέας. Ο κ. Μητσοτάκης έχει την μεγάλη ευκαιρία να αλλάξει τα πολιτικά πράγματα της χώρας. Να ασκήσει μεταρρυθμιστική πολιτική. Να τολμήσει τομές στην Ελληνική κοινωνία και οικονομία. Η Πατρίδα έχει ανάγκη για ριζική αναδιάρθρωση της οικονομίας και της κοινωνίας. Το ερώτημα όμως είναι αν μπορεί. Αν είναι αποφασισμένος. Αν διαθέτει τις ικανότητες και το σθένος.
*Ο Χρήστος Μανταρτζίδης είναι οικονομολόγος