Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Στην… αυτοσχέδια κηπουρική το ‘ριξαν οι Αμερικανοί, φοβισμένοι για ενδεχόμενες ελλείψεις τροφίμων, αλλά και βρίσκοντας στην πορεία μια ευχάριστη διέξοδο στην καταθλιπτική ψυχολογία της κρίσης.
Τις τελευταίες ημέρες οι εταιρείες σπόρων ανέφεραν μια κατακόρυφη άνοδο στις πωλήσεις τους, με τους ανθρώπους να πειραματίζονται φυτεύοντας κήπους στις αυλές και τα μπαλκόνια τους. Οι εφημερίδες γέμισαν άρθρα με πληροφορίες για το πώς να αποθηκεύεις τρόφιμα ή να καλλιεργείς ντομάτες.
Οι ΗΠΑ έχουν άλλωστε μια παράδοση μαζικών εκστρατειών υπέρ της «κηπουρικής των πολιτών» ήδη από το 1917 όταν η αμερικανική κυβέρνηση, φοβούμενη μια πείνα λόγω του πολέμου, αλλά και τα αποτελέσματα μιας αρκετά σημαντικής μετανάστευσης στις πόλεις που εξασθένησε την αγροτική ζωή, απηύθυνε έκκληση στους νέους να γίνουν «Στρατιώτες της Γης». Στο πλαίσιο αυτό, εκατομμύρια παιδιά συμμετείχαν στον αμερικανικό Στρατό Σχολικών Κήπων (School Garden Army, USSGA), που συγχώνευσε μια εκπαίδευση στην κηπουρική με μια φιλοσοφία που εξίσωνε την αγροτική ζωή με τον πατριωτισμό, ακόμα και μέσα σε πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές. Το σύνθημά τους ήταν «ένας κήπος για κάθε παιδί, κάθε παιδί και ένας κήπος», το πρόγραμμα χρηματοδοτούνταν από το Υπουργείο Πολέμου, λειτουργούσε ως στρατιωτική μονάδα και διατηρήθηκε μέχρι το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν ένα μόνο από πολλά που είχαν σκοπό να αυξήσουν τις καλλιέργειες από Αμερικανούς πολίτες.
Ανάλογα επίσημα προγράμματα ενθάρρυνσης της κηπουρικής για να αυξηθεί η παραγωγή τροφίμων στη διάρκεια του πολέμου λειτούργησαν στη Βρετανία, τον Καναδά και την Αυστραλία.
Οι κρίσεις συνοδεύονται συχνά από παρόμοια φαινόμενα. Ως ανταποκριτής του ΑΠΕ-ΜΠΕ στη Μόσχα, την εποχή της σοβιετικής κατάρρευσης, γύρω στα 1990, τύχαινε συχνά να ακούω κότες να κακαρίζουν από τα μπαλκόνια καθώς περπατούσα στους δρόμους της σοβιετικής και μετέπειτα ρωσικής πρωτεύουσας. Ήταν κι αυτό ένα αντίδοτο στις μεγάλες ελλείψεις που συνόδευσαν την εποχή εκείνη την αποσύνθεση του σοβιετικού συστήματος και την απότομη είσοδο του καπιταλισμού. Στην Ελλάδα εξάλλου, ένα μεγάλο μέρος του αστικού πληθυσμού επιβίωσε κατά την Κατοχή μεταναστεύοντας στα χωριά καταγωγής του όπου μπορούσε να ζήσει καλλιεργώντας και εκτρέφοντας ζώα.
Οι Αμερικανοί προσέφυγαν στην «κηπουρική των πολιτών» και κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, φυτεύοντας τους λεγόμενους «κήπους της νίκης» τόσο σε ατομικές αυλές, όσο και σε δημόσιους χώρους όπως το Bryant Park της Νέας Υόρκης. Οι κήποι βοήθησαν να αντιμετωπισθούν οι ελλείψεις τροφίμων λόγω του πολέμου αλλά και του εγκλεισμού σε στρατόπεδα των Αμερικανών ιαπωνικής καταγωγής, πολλοί από τους οποίους ήταν ικανότατοι αγρότες και επικεφαλής αγροκτημάτων.
Ο ίδιος ο Λευκός Οίκος απέκτησε τότε έναν κήπο λαχανικών (που τον ανέστησε η Μισέλ Ομπάμα το 2009) και σε όλη τη χώρα δημιουργήθηκαν 20 εκατομμύρια κήποι. Το να φυτεύεις και να καλλιεργείς έναν κήπο θεωρήθηκε το «πατριωτικό καθήκον» κάθε Αμερικανού πολίτη, από την Πρώτη Κυρία μέχρι την τελευταία νοικοκυρά.
Εκτός από την όποια συνδρομή στην αντιμετώπιση των προβλημάτων επισιτισμού, η κηπουρική είναι και μια έξοχη ψυχολογικά ανακουφιστική δράση. Στο μέτρο μάλιστα που αναλαμβάνεται σε επίπεδο τοπικής κοινότητας ή κάποιου θεσμού, όπως ένα σχολείο, ενισχύει και τους ανθρώπινους δεσμούς μεταξύ των μελών της.
Δεν παρατηρήθηκαν άλλωστε τέτοια φαινόμενα μόνο σε περιόδους πολέμων, αλλά και κατά τη μεγάλη Κρίση του 1929, ενώ στροφή στην κηπουρική και την γεωργία των κοινοτήτων σημειώθηκε και κατά τις «δεκαετίες των αναταραχών», του 1970 και του 1980.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ