Τη διατήρηση του geoengineering και τους κινδύνους του greenwashing, αλλά και την ανάγκη και τους τρόπους μετάβασης προς τις πράσινες τεχνολογίες, συζήτησαν τρεις ειδικοί στο πλαίσιο του 12ου Athens Democracy Forum, που πραγματοποιείται στην Αθήνα από την 1η έως τις 3 Οκτωβρίου και διοργανώνεται από το Democracy & Culture Foundation σε συνεργασία με τους The New York Times.
Όπως τόνισε ο Azeem Azhar, Founder του “Exponential View”, τα τελευταία χρόνια έχουν επενδυθεί πάνω από 100 δισ. στον ενεργειακό τομέα. «Πριν δύο χρόνια οι επενδύσεις στις ανανεώσιμες τεχνολογίες ξεπέρασαν τις επενδύσεις για τα ορυκτά καύσιμα. Το 2023 αποδόθηκαν 1,7 τρισ. δολάρια στις ανανεώσιμες τεχνολογίες, σε σχέση με το περίπου 1 τρισ. στα ορυκτά καύσιμα» σημείωσε ο ίδιος, προσθέτοντας πως σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, «έχουμε φτάσει στο σημείο κορύφωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα ως είδος».
Αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί ως προς την προστασία του περιβάλλοντος, θα χρειαστούμε μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές στις οικονομίες μας και τεράστιες επενδύσεις. Παράλληλα, διευκρίνισε πως η κλιματική κρίση είναι πολύ ευρύτερη από το πρόβλημα των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και σχετίζεται επίσης με τη βιοποικιλότητα, τη φύση, το νερό, «ωστόσο όλα ξεκινούν με την αντιμετώπιση του διοξειδίου του άνθρακα». Σύμφωνα με τον ίδιο, «το 2015, περίπου 1,5% του παγκόσμιου ηλεκτρικού ρεύματος παραγόταν μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Πέρυσι, το ποσοστό αυτό είχε φτάσει το 6%, με τις ενεργειακές εγκαταστάσεις να αναπτύσσονται κατά 30% ετησίως».
Από την πλευρά της, η Beata Javorcik, Chief Economist, European Bank for Reconstruction and Development, επεσήμανε πως όλα εξαρτώνται από την ενεργειακή τεχνολογία. «Αν μιλάμε για καλύτερους, φθηνότερους τρόπους παραγωγής ανανεώσιμων πηγών, είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε. Αν μιλάμε για geoengineering, τότε μπαίνουμε σε επικίνδυνα εδάφη διότι δεν θέλουμε λαϊκιστές πολιτικούς που λένε ότι δεν χρειαζόμαστε φόρους διοξειδίου του άνθρακα, βασιζόμαστε μόνο στο geoengineering που θα λύσει όλα τα προβλήματα».
Η ίδια αναφέρθηκε στα ηλιακά πάνελ που είναι εξαιρετικά φθηνά, επικαλούμενη το παράδειγμα της Γερμανίας, όπου τα οικιακά πάνελ είναι φθηνότερα από τις ξύλινες περιφράξεις των σπιτιών. «Η έκθεση Ντράγκι εκτιμά πως η Ευρώπη δεν έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην παραγωγή ηλιακών πάνελ, λόγω αυξημένου εργασιακού κόστους, ακριβών πρώτων υλών και υψηλότερου ενεργειακού κόστους. Πώς λύνεται αυτό το πρόβλημα; Νομίζω στην Ευρώπη χρειαζόμαστε υψηλότερους στόχους για τον συντονισμό των πολιτικών. Και ο πρώτος στόχος θα πρέπει να είναι η επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης».
«Αυτό που κάνουμε είναι να προσπαθούμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους που βασίζονται επί πολλές γενιές στα ορυκτά καύσιμα για την επιβίωσή τους, να κάνουν μια μετάβαση συναισθηματική, ταυτοτική και ηθική προς την άλλη κατεύθυνση» τόνισε ο Ivan Sergejev, Architect, Strategist, and Coordinator of the Just Transition Process, Ministry of Finance, Estonia.
«Πιστεύω στα δίκτυα διανομής, ωστόσο όλοι κατανοούμε πως αυτό δεν εμποδίζει τις κυβερνήσεις να σκεφτούν στρατηγικά για τις υποδομές που πρέπει να κατασκευαστούν. H ανάπτυξη ικανοτήτων και θεσμών έχει τεράστιο ρόλο σ’ αυτή τη μετάβαση. Παρόλα αυτά, πρέπει να καταλάβουμε πως όλο αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με κρατικά κονδύλια, χρειάζονται και ιδιωτικές επενδύσεις», πρόσθεσε, δίνοντας έμφαση στο ότι για να γίνει αυτό, χρειάζεται να υπάρξουν πολιτικές και θεσμοί που οι επενδυτές θα εμπιστευτούν.