Η περιπετειώδης διαδρομή της αρχαίας λύρας του τύπου της χέλυος του 5ου αι. π.Χ. από την εύρεση έως την ανάταξή της, η οποία βρέθηκε το 2007 στον Κεραμεικό κατά τη διάρκεια ανασκαφής της Γ΄ Εφορείας Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων (νυν Εφορεία Αρχαιοτήτων της Πόλεως των Αθηνών), σε ταφή εφήβου, παρουσιάστηκε πρόσφατα. Το εύρημα μελετήθηκε από τους πλέον ειδικούς, όπως ο Στέλιος Ψαρουδάκης, αναπληρωτής καθηγητής της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του ΕΚΠΑ.
Ποια χαρακτηριστικά ξεχωρίζει ένας αρχαιομουσικολόγος στη λύρα του τύπου της χέλυος του «Τάφου 48» των Ήριων Πυλών; Η μουσική ήταν παρούσα σε όλες σχεδόν τις περιστάσεις του βίου των αρχαίων Ελλήνων. Υπήρχαν πολλές αναφορές στην αρχαία γραμματεία και πλούσια εικονογραφική τεκμηρίωση σχετικά με τη διδασκαλία μουσικής.
«Η συγκεκριμένη ταφή χρονολογήθηκε στην περίοδο 470-450 π.Χ. Είναι λοιπόν ένα κλασικό όργανο της εποχής πριν την ανέγερση του Παρθενώνα», δηλώνει ο Στ. Ψαρουδάκης. Η μουσική διαδραμάτιζε κεντρικό ρόλο στην καθημερινή ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Στη στρατιωτική τους θητεία, τα αγόρια μάθαιναν να τραγουδούν εμβατήρια και παιάνες, ενώ τα κορίτσια συμμετείχαν σε θρησκευτικές εορταστικές εκδηλώσεις.
Ο Στ. Ψαρουδάκης αναφέρει ότι οι επαγγελματίες μουσικοί κατά κανόνα ήταν άνδρες, ενώ οι γυναίκες μουσικοί εμφανίστηκαν αργότερα στην ιστορία. Επαγγελματίες κιθαριστές και αυλητές συμμετείχαν σε θρησκευτικές πομπές και γάμους, προσφέροντας ευχάριστες μελωδίες στους πολίτες.
Αναφορικά με την ακριβή αναπαραγωγή της αρχαίας μουσικής, ο Στ. Ψαρουδάκης σημειώνει ότι «διαθέτουμε περίπου 70 παρτιτούρες της ελληνικής αρχαιότητας, οι οποίες είναι, κυρίως, όψιμες. Οι ρυθμοί των μελωδιών είναι ίδιοι με τους νεοελληνικούς, ενώ η επανακατασκευή των μουσικών οργάνων μπορεί να μας δώσει μια ικανοποιητική προσέγγιση στον αρχαίο ήχο». Η σημασία της διεπιστημονικής προσέγγισης στη μελέτη και τη συντήρηση των αρχαίων οργάνων είναι επίσης καθοριστική, καθώς οι συνεργασίες αυξάνουν τη γνώση που έχουμε για τα ευρήματα και τους χώρους στους οποίους βρέθηκαν.