Η Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζει προκλήσεις στα εθνικά θέματα, καθώς οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επηρεάζουν τη συνοχή της κυβέρνησης. Σημαντικός Έλληνας αναλυτής των Διεθνών Σχέσεων* συνήθιζε να λέει χαριτολογώντας πως η Αριστερά είναι για να προδίδει τη τάξη και η Δεξιά την πατρίδα. Προφανώς, το αφοριστικό αυτό σχήμα δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, όμως στη πράξη φανερώνει τους μεγάλους κινδύνους που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα αριστερά κόμματα όταν κάνουν βήματα πίσω από μεγάλα κοινωνικά ζητήματα, αλλά και τα δεξιά κόμματα όταν καλούνται να κάνουν συμβιβασμούς στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και δη στα ελληνοτουρκικά.
Τα εθνικά ζητήματα ήταν ανέκαθεν ένα προνομιακό πεδίο για την ελληνική δεξιά, κυρίως όταν αυτή βρισκόταν στην αντιπολίτευση. Τα πράγματα όμως ήταν τελείως διαφορετικά όταν η δεξιά παράταξη καλείτο ως κυβέρνηση να δώσει απαντήσεις στα μείζονα ερωτήματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, προχωρώντας σε συμφωνίες που φυσικά επέφεραν και υποχωρήσεις από τις αρχικές θέσεις που εξέφραζε.
Σήμερα, η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται μπροστά σε μια νέα κρίση που αφορά τα ελληνοτουρκικά, με την κυβέρνηση να μην ανταποκρίνεται επαρκώς στις προκλήσεις. Οι παρεμβάσεις των Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά τρομάζουν, καθώς συνεχίζουν μετ’ επιτάσεως να θέτουν το ζήτημα και να προειδοποιούν πως μια συμφωνία που θα φέρει υποχωρήσεις δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρότι τραυματισμένος, παραμένει κυρίαρχος, όμως τουλάχιστον 15 βουλευτές εκφράζουν την αντίθεσή τους σε έναν διάλογο που θα παραβιάσει τις κόκκινες γραμμές της Αθήνας.
Το κύμα αυτό δεν αποκλείεται να γιγαντωθεί ακόμα περισσότερο το επόμενο διάστημα καθώς ο ελληνοτουρκικός διάλογος θα μπει σε ράγες, με τους πρώην πρωθυπουργούς να αναμένεται να αυξήσουν τις δημόσιες εμφανίσεις τους στον δρόμο προς τις εκλογές. Ωστόσο, η εξίσωση των γαλάζιων ισορροπιών είναι περίπλοκη, καθώς η κυβέρνηση προσπαθεί να απαλλαγεί από το κλίμα δυσπιστίας και τις φήμες περί υποχωρήσεων.