Του Στράτου Σιμόπουλου*
Η επιστολή η οποία μου εστάλη από εσάς, όπως γνωρίζετε, ήρθε ταυτόχρονα και από δεκάδες ίσως εκατοντάδες άλλους αποστολείς. Παράλληλα, επειδή εδώ και μέρες έχω συνταχθεί δημόσια υπέρ των κυβερνητικών μέτρων, έχω δεχθεί ιδιωτικώς ευγενικές αλλά αυστηρές συστάσεις από ορισμένους κληρικούς και πιστούς.
Φυσικά, όπως όφειλα, προώθησα την επιστολή στους αρμοδίους με την παράκληση να ληφθεί επειγόντως υπόψη.
Άλλωστε επρόκειτο για μια «κραυγή αγωνίας» εκφρασμένη, μάλιστα, σε ήπιους τόνους.
Σήμερα, Μεγάλη Πέμπτη, παίρνω την πρωτοβουλία να απαντήσω σε αυτήν έχοντας την πεποίθηση ότι έτσι πράττω το καθήκον μου ανεξάρτητα αν στεναχωρήσω ορισμένους φίλους, γνωστούς ή συμπολίτες μου. Η σιωπή αυτές τις ώρες από όσους έχουμε θέση ευθύνης, επιτρέψτε μου να το ισχυριστώ, δεν αποτελεί σιωπηλή προσευχή και έμμεση συμπαράσταση προς τους υπογράφοντες την επιστολή, αλλά φόβο μπροστά στην ευθύνη.
Κατ’ αρχάς οι εισηγήσεις προς την κυβέρνηση γίνονται από την αρμόδια επιτροπή, επικεφαλής της οποίας είναι ο λοιμωξιολόγος κ. Σωτήρης Τσιόδρας. Πρόκειται για έναν εξαιρετικό επιστήμονα και πολύτεκνο πιστό χριστιανό. Οι, έως σήμερα, εισηγήσεις είχαν ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να έχει κατορθώσει σε σχέση με άλλες χώρες, να θρηνεί τον θάνατο δέκα περίπου κατοίκων ανά ένα εκατομμύριο πληθυσμού. Μακάρι να είχαμε, βέβαια, μηδέν θανάτους. Όλοι συμφωνούμε ότι η ζωή είναι δώρο Θεού και η προστασία της αποτελεί υπέρτατη υποχρέωση και της πολιτείας.
Στο σημείο αυτό, επιτρέψτε μου να σημειώσω ότι η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή ήταν εκείνη, η οποία κατά την πρόσφατη συνταγματική αναθεώρηση αρνήθηκε σθεναρά να θεσμοθετηθεί επί της ουσίας ότι η χώρα μας είναι ουδετερόδοξο κράτος.
Η προτεραιότητα, λοιπόν, στην ανθρώπινη ζωή οδήγησε την κυβέρνηση, κατόπιν όπως προανέφερα εισηγήσεων της επιτροπής, να αποφασίσει οι ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος να γίνουν χωρίς πιστούς και χωρίς δυνατότητα επισκέψεων για προσκύνημα. Το έκανε με βαριά καρδιά. Επίσης είμαι σίγουρος ότι όλοι στην κυβέρνηση όπως και οι κυβερνητικοί βουλευτές επιθυμούσαμε να είχαμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε, όπως κάθε χρόνο, τις ακολουθίες και να συμμετάσχουμε, ο καθένας με τον τρόπο του, στο Θείο Δράμα.
Για να γίνω περισσότερο συγκεκριμένος όσον αφορά στην επιστολή σας και στα επιχειρήματά της επιθυμώ να τονίσω ότι, ευτυχώς, ο λαός μας είναι πιστός στη συντριπτική του πλειοψηφία, και σε περίπτωση οποιασδήποτε χαλάρωσης των μέτρων θα πλημμύριζε τις εκκλησίες.
Υπάρχουν παραδείγματα Ιερών Ναών της Θεσσαλονίκης, στους οποίους κάθε Μεγάλη Παρασκευή και όλη την ημέρα η «ουρά» για το προσκύνημα του Επιταφίου είναι έως το προαύλιο. Φανταστείτε να έμενε η εκκλησία ανοικτή μόνο δύο ώρες και να έπρεπε οι πιστοί να είναι κάθε δύο μέτρα στη σειρά. Όση προσπάθεια και να κατέβαλαν οι ιερείς και οι επίτροποι θα ήταν αδύνατον να επιβληθεί η τάξη.
Όσον αφορά στα μεγάφωνα και στο «μοίρασμα» του Αγίου Φωτός, αμφιβάλλει κανείς ότι θα γέμιζαν τα προαύλια και το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου θα υπήρχε μεγάλη κίνηση στους δρόμους;
Επίσης πώς η αστυνομία θα προχωρούσε σε ελέγχους; Σίγουρα θα υπήρχαν συμπολίτες μας, οι οποίοι με πρόσχημα ότι πηγαίνουν στην εκκλησία ουσιαστικά θα καταστρατηγούσαν τα περιοριστικά μέτρα.
Θα επαναλάβω πάλι ότι, ευτυχώς, είμαστε λαός πιστός και αν η κυβέρνηση δεν έπαιρνε τα συγκεκριμένα μέτρα θα υπήρχε η βεβαιότητα ότι θα γεμίσουν οι δρόμοι, τα προαύλια και οι εκκλησίες μας. Έτσι μπροστά στη μεγάλη πιθανότητα για έξαρση της πανδημίας, η κυβέρνηση κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας επιτροπής, πήρε μια απόφαση με βαριά καρδιά. Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θέσουμε σε κίνδυνο ότι έως σήμερα επιτύχαμε.
Τέλος, ας μην παρασυρόμαστε από ορισμένα μεμονωμένα περιστατικά παράνομων Τζαμιών που πιθανώς να λειτουργούν. Όταν το πληροφορούνται οι αρμόδιες αρχές επεμβαίνουν αμέσως.
Καλή Ανάσταση! Εύχομαι του χρόνου όλοι μαζί να συμμετάσχουμε στο Θείο Δράμα και να γιορτάσουμε το Ελληνικό Πάσχα.
*Ο Στράτος Σιμόπουλος είναι βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης της ΝΔ