Του Τάσου Μπαρτζώκα*
Τον τελευταίο καιρό ο δημόσιος λόγος κατακλύζεται από το επίμαχο θέμα: την τουρκική προκλητικότητα εις βάρος της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας και των ελληνικών συμφερόντων, όπως εκδηλώθηκε με τη σύναψη του «Μνημονίου Κατανόησης», μεταξύ της Τουρκίας και της Λιβύης.
Επί της νομιμότητας του συγκεκριμένου δεν θα επεκταθώ. Άλλωστε, έγκριτοι νομικοί και διεθνολόγοι, τόσο στο εγχώριο όσο και στο διεθνές στερέωμα, έχουν εκφράσει την θεμελιωμένη, με νομικά επιχειρήματα, άποψη, ότι πρόκειται για μία «έωλη» συμφωνία. Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι οι επιδιώξεις για καθορισμό των υποτιθέμενων συνόρων και ΑΟΖ, μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι εντελώς ανυπόστατες, άρα και αδύνατες.
Η Συμφωνία εντάσσεται στην τακτική που συστηματικά ακολουθεί ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος νομίζοντας ότι είναι πανίσχυρος, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τη παγκόσμια γεωστρατηγική αστάθεια και την αλλαγή των συσχετισμών ισχύος, που αναπόφευκτα η τελευταία κομίζει. Ο ίδιος, βέβαια, υποτιμά το αρνητικό κλίμα που δημιουργεί η κατ’ επίφασιν δημοκρατία της χώρας του. Υποεκτιμά επίσης, την ευαίσθητη σε κλυδωνισμούς οικονομία της. Ακριβώς για τους άνωθεν λόγους, υφίσταται μια θεωρητική αναλογία: η τουρκική επιθετικότητα είναι ανάλογη με την ευαισθησία της στην αλλαγή συσχετισμών. Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι ο «νέος Κεμάλ».
Ωστόσο, εστιάζοντας μόνο στις αναθεωρητικές θέσεις της Τουρκίας, αποπροσανατολίζουμε το δημόσιο λόγο από εκεί που πραγματικά θα έπρεπε να στρέφεται. Το μείζον ερώτημα είναι (ή τουλάχιστον θα έπρεπε) μόνο ένα. Πώς πρέπει να αντιδράσουμε ως χώρα απέναντι στην Τουρκία.
Ορισμένοι, αγνοώντας, ίσως εσκεμμένα, τόσο την αρχή της διπλωματίας περί μετριασμού του υπερβολικού ζήλου (Surtout pas trop de zèle), όσο και βασικά νομικά δεδομένα, υπερασπίζονται επικίνδυνες και ανεδαφικές λύσεις. Κάποιοι, προτείνουν ανοικτή ρήξη με την Τουρκία. Άλλοι, ενστερνίζονται την άποψη ότι ο καιρός γαρ εγγύς για οριοθέτηση της δικής μας ΑΟΖ, αποκρύπτοντας ότι πρόκειται για μία διαδικασία που γίνεται με συγκεκριμένους τρόπους: διμερή συμφωνία ή προσφυγή σε διαιτησία ή προσφυγή σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο.
Υπάρχουν και κάποιοι που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν ένα εθνικής σημασίας θέμα, προς όφελος των κομματικών σκοπιμοτήτων. Η δική τους πρόταση είναι «δημιουργικά ασαφής». Επί της ουσίας, δεν προτείνουν κάτι. Εξαντλούνται στην επίκληση σύγκλησης του Πολιτικού Συμβουλίου Αρχηγών, επαναλαμβάνοντας αρχές και διακηρύξεις, ή χειρότερα, επιδίδονται σε καταστροφολογία. Στην τακτική, δηλαδή, που ακολουθεί κάποιος όταν δεν παράγει πολιτική.
Απέναντι σε αυτές τις θέσεις, υπάρχει η νηφάλια απάντηση της Νέας Δημοκρατίας. Επιδιώκοντας μία πραγματιστική λύση που δεν εμποδίζει την οικονομική ανάκαμψη της χώρας, επιχειρεί αρχικά να δημιουργήσει ένα κοινό ευρωπαϊκό μέτωπο. Και ήδη το έχει καταφέρει, καθώς πλείστες χώρες καταδίκασαν σε διπλωματική απομόνωση την Τουρκία. Επιπλέον, γνωρίζοντας ότι οι ασάφειες του Διεθνούς Δικαίου λειτουργούν υπέρ του πολιτικά και γεωστρατηγικά ισχυρότερου, επιδιώκει την ενδυνάμωση της χώρας, μέσω της σύναψης οικονομικών και πολιτιστικών συμβάσεων.
Αυτά ορίζονται ως ολοκληρωμένη στρατηγική, υπό την έννοια της μεθοδευμένης απάντησης. Αλλά κυρίως, ως απόδειξη της αυτογνωσίας του πού είμαστε και πού ακριβώς θέλουμε να φτάσουμε. Ή εναλλακτικά, που δε θέλουμε να φτάσουμε.
* Ο κ. Μπαρτζώκας είναι βουλευτής Ημαθίας- Νέα Δημοκρατία