Επιστήμονες στη Βρετανία ανακάλυψαν στα δόντια προϊστορικών γεωργών τις αρχαιότερες άμεσες ενδείξεις κατανάλωσης γάλακτος στον κόσμο πριν περίπου 6.000 χρόνια.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Σόφι Τσάρλτον του Τμήματος Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Υόρκης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό αρχαιολογικών και ανθρωπολογικών επιστημών «Archaeological and Anthropological Sciences», ανίχνευσαν μία πρωτεΐνη του γάλακτος, τη βήτα λακτοσφαιρίνη, στην οδοντική πλάκα επτά ατόμων που είχαν ζήσει στη Νεολιθική Περίοδο γύρω στο 4.000 π.Χ.
Αυτά τα δείγματα οδοντικής πλάκας, που προέρχονται από τρεις διαφορετικές νεολιθικές τοποθεσίες στη Βρετανία, είναι τα αρχαιότερα που έχουν αναλυθεί διεθνώς, γι’ αυτό ο εντοπισμός της εν λόγω πρωτεΐνης παραπέμπει στην αρχαιότερη γνωστή κατανάλωση γάλακτος στον κόσμο. Όλα τα δείγματα που αναλύθηκαν με φασματομετρία μάζας, αποκάλυψαν την παρουσία πρωτεϊνών γάλακτος και μάλιστα από διάφορα ζώα (αγελάδες, πρόβατα, κατσίκες), πράγμα που δείχνει ότι εκείνοι οι άνθρωποι ήδη αξιοποιούσαν διαφορετικά ζώα για να παίρνουν γαλακτοκομικά προϊόντα.
«Το γεγονός ότι βρήκαμε αυτήν την πρωτεΐνη στα δόντια ατόμων από τρεις διαφορετικές νεολιθικές τοποθεσίες, δείχνει ότι η κατανάλωση γαλακτοκομικών ήταν μία εξαπλωμένη διατροφική πρακτική από τότε», δήλωσε η Τσάρλτον.
Αυτό έρχεται σε αντίθεση με πρόσφατες γενετικές μελέτες, που έχουν συμπεράνει ότι οι άνθρωποι εκείνης της εποχής ακόμη δεν είχαν αναπτύξει στον οργανισμό τους την ικανότητα να χωνεύουν τη λακτόζη του γάλακτος. Η ανοχή στη λακτόζη, την οποία πλέον έχουν οι περισσότεροι άνθρωποι χάρη σε μία γενετική μετάλλαξη που αφορά το γονίδιο της λακτάσης, του ενζύμου που διασπά τα σάκχαρα της λακτόζης (άγνωστο ακόμη πώς και πότε αυτό συνέβη), επιτρέπει τη συνεχή κατανάλωση γάλακτος από την παιδική έως προχωρημένη ηλικία. Οι άνθρωποι με δυσανεξία στη λακτόζη μέχρι σήμερα εμφανίζουν διάφορα συμπτώματα όταν πίνουν γάλα, όπως πόνους στην κοιλιά, διάρροια, ναυτία κ.ά.
Οι ερευνητές θεωρούν πιθανό ότι για να ξεπεράσουν το πρόβλημα της δυσανεξίας πριν 6.000 χρόνια (στο μέτρο που ακόμη τότε δεν είχε λάβει χώρα η μετάλλαξη στο DNA), οι νεολιθικοί Βρετανοί γεωργοί ίσως κατανάλωναν μικρές μόνο ποσότητες γάλακτος ή το επεξεργάζονταν σε άλλα τρόφιμα, όπως το τυρί ή το γιαούρτι, ώστε έτσι να είναι πιο ανεκτό από το στομάχι τους.
Οι γενετικές μελέτες αρχαίων πληθυσμών από διάφορα μέρη της Ευρασίας δείχνουν ότι η ανοχή στη λακτόζη έγινε ευρεία μόνο πολύ πρόσφατα, παρόλο που υπολείμματα γαλακτοκομικών έχουν βρεθεί σε νεολιθικά κεραμικά σκεύη σε πολλές περιοχές. Η μετάλλαξη είχε αρχίσει να εμφανίζεται στην Εποχή του Χαλκού, αλλά εκτιμάται ότι ήταν παρούσα τότε μόνο στο 5% ως 10% των Ευρωπαίων.