Το χαμηλό ύψος ενός ανθρώπου αποτελεί παράγοντα αυξημένου κινδύνου για την εμφάνιση διαβήτη, ενώ αντίθετα οι ψηλοί κινδυνεύουν λιγότερο, σύμφωνα με μια νέα γερμανική επιστημονική έρευνα, που επιβεβαιώνει ανάλογα ευρήματα προηγούμενων μελετών.
Για κάθε δέκα εκατοστά μεγαλύτερου ύψους, ο κίνδυνος εκδήλωσης στο μέλλον διαβήτη τύπου 2 μειώνεται κατά 41% στους άνδρες και κατά 33% στις γυναίκες.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Ματίας Σούλτσε του Γερμανικού Ινστιτούτου Ανθρώπινης Διατροφής του Πότσνταμ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Diabetologia της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη, ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν 27.600 άτομα ηλικίας 35 έως 65 ετών.
Η συσχέτιση ύψους και κινδύνου διαβήτη φαίνεται να είναι μεγαλύτερη στους ανθρώπους με κανονικό βάρος, καθώς σε αυτές τις περιπτώσεις ο κίνδυνος διαβήτη μειώνεται κατά 86% στους άνδρες και κατά 67% στις γυναίκες για κάθε δέκα παραπάνω εκατοστά ύψους. Στους υπέρβαρους και παχύσαρκους τα αντίστοιχα ποσοστά για τα δύο φύλα είναι 36% και 30%.
Ο αυξημένος κίνδυνος των κοντών, πιθανώς οφείλεται στο ότι έχουν αναλογικά περισσότερο λίπος στο ήπαρ και χειρότερο «προφίλ» των παραγόντων καρδιομεταβολικού κινδύνου (αρτηριακή πίεση, λιπίδια αίματος, φλεγμονή κ.α.), άρα και αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Οι ψηλοί εμφανίζουν συνήθως καλύτερη ευαισθησία στην ινσουλίνη και πιο υγιή λειτουργία των βήτα κυττάρων που παράγουν ινσουλίνη.
Η νέα μελέτη δείχνει ότι ειδικότερα το μεγαλύτερο μήκος των ποδιών σχετίζεται με μικρότερο κίνδυνο διαβήτη. Οι ερευνητές ανέφεραν ότι το ύψος πρέπει να θεωρηθεί πλέον ότι αποτελεί ένα χρήσιμο προγνωστικό δείκτη κινδύνου για διαβήτη.