Τα υψηλά επίπεδα μικροσκοπικών σωματιδίων (ΡΜ 2,5) που ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα, καθώς επίσης –σε μικρότερο βαθμό– το επιφανειακό όζον, μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο για την εμφάνιση καρκίνου του στόματος, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική μελέτη, την πρώτη που κάνει αυτή τη συσχέτιση.
Ο αριθμός των περιστατικών καρκίνου του στόματος εμφανίζει αύξηση σε πολλές χώρες. Οι ήδη γνωστοί παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν το κάπνισμα, το αλκοόλ, τον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων HPV, καθώς και την έκθεση ενός ανθρώπου σε βαρέα μέταλλα και εκπομπές πετροχημικών εργοστασίων.
Τα μικροσκοπικά σωματίδια της ρύπανσης (ΡΜ2,5), που διεισδύουν βαθιά στους πνεύμονες, είναι γνωστό ότι αυξάνουν τον κίνδυνο για αναπνευστικές και καρδιαγγειακές παθήσεις. Η νέα μελέτη δείχνει ότι μπορεί να παίζουν ρόλο και στην ανάπτυξη καρκίνου στο στόμα.
Οι ερευνητές από την Ταϊβάν, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «Journal of Investigative Medicine», ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν 483.000 άνδρες ηλικίας άνω των 40 ετών, από τους οποίους οι 1.617 είχαν διαγνωσθεί με καρκίνο του στόματος.
Η ανάλυση έδειξε ότι, πέρα από παράγοντες όπως το συχνό κάπνισμα, όσο μεγαλύτερη ήταν η ρύπανση του αέρα στην οποία ήταν εκτεθειμένος ένας άνθρωπος (επίπεδα των σωματιδίων ΡΜ2,5), τόσο μεγαλύτερη ήταν η πιθανότητα να διαγνωσθεί με τον εν λόγω καρκίνο. Για τα μεγαλύτερα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ο κίνδυνος καρκίνου του στόματος ήταν αυξημένος κατά 43%, σε σχέση με τα χαμηλά επίπεδα.
Κάτι ανάλογο, αλλά σε μικρότερο βαθμό, παρατηρήθηκε και για τις συγκεντρώσεις όζοντος. Σε κάθε περίπτωση, οι ερευνητές ανέφεραν ότι το θέμα πρέπει να μελετηθεί περαιτέρω.
Δεν είναι ακόμη σαφές γιατί τα σωματίδια μπορεί να συμβάλλουν στην εκδήλωση στοματικού καρκίνου. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι μερικά από αυτά περιέχουν βαρέα μέταλλα, καθώς και καρκινογόνες ουσίες, όπως οι πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ