Φόβους ότι η επόμενη μεγάλη απειλή στη δημόσια υγεία μπορεί να προκύψει από μύκητα, τον οποίο η ανθρωπότητα δεν θα είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει, εκφράζει σε συνέντευξη του στο Πρακτορείο Fm και στη δημοσιογράφο Τάνια Μαντουβάλου ο αναπληρωτής διευθυντής του Τμήματος Κλινικής Ανοσολογίας και Μικροβιολογίας και διευθυντής στο τμήμα της Παθοφυσιολογίας των Μυκήτων του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (NIH – National Institutes of Health) των ΗΠΑ, Μιχάλης Λιονάκης.
Η μικροβιακή ανθεκτικότητα δεν είναι μόνο κορυφαία απειλή για τη δημόσια υγεία, αλλά και για την παγκόσμια οικονομία, αφού υπολογίζεται ότι θα μπορούσε να κοστίσει έως και 100 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2025, αναφέρει ο διεθνώς αναγνωρισμένος ερευνητής, για να προσθέσει στη συνέχεια ότι αυτή τη στιγμή 49 νέα αντιβιοτικά και βιολογικά προϊόντα βρίσκονται σε κλινικές μελέτες φάσης Ι, ΙΙ και ΙΙΙ. «Μπορεί ο αριθμός αυτός να είναι αυξημένος σε σχέση με το παρελθόν, όμως παραμένει ανεπαρκής για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της αυξανόμενης εξάπλωσης της μικροβιακής ανθεκτικότητας. Γίνονται βήματα προς τη θετική κατεύθυνση τα τελευταία χρόνια, αλλά έχουμε ακόμα πολύ δουλειά να κάνουμε», τονίζει ο διακεκριμένος λοιμωξιολόγος και ανοσολόγος.
Μιλώντας για την έρευνα του εργαστηρίου του, επισημαίνει ότι υπάρχουν πλέον επιστημονικά δεδομένα που εμπλέκουν τη γενετική ποικιλομορφία γονιδίων, που ρυθμίζουν την ανοσοαπόκριση μας στα μικρόβια, και τα οποία φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο στην έκβαση των λοιμώξεων από βακτήρια, ιούς και μύκητες. «Η κατανόηση αυτών των γενετικών και ανοσολογικών παραγόντων, θα επιτρέψει την αναγνώριση των ασθενών υψηλού κινδύνου και θα οδηγήσει σε πιο στοχευμένες ή προσωποποιημένες θεραπείες. Το παράδειγμα της εξατομικευμένης αντιμετώπισης των ογκολογικών νοσημάτων τα τελευταία χρόνια, αποτελεί κατά τη γνώμη μου λαμπρό οδηγό προς αυτή την κατεύθυνση και για την ειδικότητα της λοιμωξιολογίας. Ένα σημαντικό τμήμα του εργαστηρίου μου στο ΝΙΗ δουλεύει στο να κατανοήσουμε γιατί κάποιοι ασθενείς έχουν προδιάθεση για σοβαρότερα ή ηπιότερα συμπτώματα και γιατί κάποιοι ασθενείς έχουν καλύτερη, ή χειρότερη πρόγνωση μετά από μια λοίμωξη, έτσι ώστε να συνδράμουμε στην ανάπτυξη εξατομικευμένων αντιμηκυτιασικών θεραπειών».
Όσον αφορά τον μύκητα Candida auris που τρομάζει την επιστημονική κοινότητα, αλλά και ολόκληρη την ανθρωπότητα, ο κ. Λιονάκης αναφέρει ότι η κλιματική αλλαγή είναι πιθανά ένας από τους λόγους της παγκόσμιας εξάπλωσης του την τελευταία δεκαετία, τονίζοντας παράλληλα ότι η ανθεκτικότητα του συγκεκριμένου μύκητα τριπλασιάστηκε τα τελευταία δύο χρόνια. Σύμφωνα με τον ερευνητή, η ανακάλυψη του τρόπου που προσκολλάται ο Candida auris στο δέρμα και σε κεντρικούς φλεβικούς καθετήρες μέσω του Επιφανειακού Παράγοντα Αποικισμού, όπως ονομάζεται, μπορεί να οδηγήσει μελλοντικά τους επιστήμονες στην δημιουργία αντιβιοτικών που θα αναστέλλουν αυτό το μηχανισμό προσκόλλησης.
Πέρα από την Candida auris, είναι ανησυχητικά αυξανόμενη και η συχνότητα ανθεκτικότητας σε άλλα είδη Candida, όπως η Candida albicans, και η Candida glabrata, σύμφωνα με τον κ. Λιονάκη, ο οποίος αναφέρει ότι ένα ακόμα αναδυόμενο πρόβλημα ανθεκτικότητας απαντάται στον Ασπέργιλλο, που μπορεί να προκαλέσει θανατηφόρα πνευμονία σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς και η θνητότητα να φτάσει έως και 90%.
Ακολουθεί η πλήρης συνέντευξη του Μιχάλη Λιονάκη:
Ερ: Η επόμενη απειλή ίσως προκύψει από μύκητα, είπε πρόσφατα ο Σωτήρης Τσιόδρας σε ομιλία του. Ανέφερε το παράδειγμα ενός μύκητα που έχει εντοπιστεί στην Αριζόνα των ΗΠΑ, ο οποίος αν προσβάλει τον οργανισμό, προκαλεί ασθένεια σαν τη φυματίωση. Τι γνωρίζετε για αυτό τον μύκητα. Συμφωνείτε με τον καθηγητή Τσιόδρα ότι η επόμενη απειλή ίσως προκύψει από μύκητα;
Απ: Οι σοβαρές λοιμώξεις από μύκητες είναι ένα σημαντικό αναδυόμενο πρόβλημα τις τελευταίες 2 δεκαετίες και η πρόβλεψη είναι ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται σε αριθμό και σοβαρότητα τα επόμενα χρόνια. Ο καθηγητής Τσιόδρας αναφέρθηκε στην κοκκιδιοειδομυκητίαση, η οποία είναι ενδημική στην Αριζόνα και την Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, στο Μεξικό, και σε άλλες χώρες της Κεντρικής και Λατινικής Αμερικής. Ο μύκητας που προκαλεί αυτή τη λοίμωξη λέγεται Κοξιδιοϊδες και προκαλεί πνευμονία ακόμα και σε ανθρώπους που δεν έχουν πρόβλημα με το ανοσοποιητικό τους σύστημα εξαιτίας κάποιου υποκείμενου νοσήματος ή λήψης ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων. Υπολογίζεται ότι περίπου 150.000 άνθρωποι προσβάλλονται από αυτό το μύκητα κάθε χρόνο στην Αμερική. Σε ένα ποσοστό αυτών των ασθενών η λοίμωξη προκαλεί διάσπαρτη νόσο πέρα από τους πνεύμονες στα οστά και τον εγκέφαλο με πολύ υψηλή θνητότητα. Θα συμφωνήσω με τον κ. Τσιόδρα ότι είναι πιθανή η απειλή στο μέλλον από κάποιο μύκητα.
Ερ: Πώς και γιατί όμως μπορεί να προκύψει αυτή η απειλή και τι ρόλο μπορεί να παίζει η κλιματική αλλαγή;
Απ: Τα περισσότερα από τα περίπου 5 εκατομμύρια είδη μυκήτων που υπάρχουν διάσπαρτα στο περιβάλλον και ήδη προκαλούν σοβαρές νόσους στο φυτικό βασίλειο και απειλούν με αφανισμό ορισμένα είδη του ζωικού βασιλείου δεν μπορούν να προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό, γιατί δεν μπορούν να επιζήσουν στους 37οC. Υπάρχει δηλαδή αποκλεισμός των περισσοτέρων μυκήτων από τον οργανισμό μας, λόγω της υψηλότερης θερμοκρασίας μας. Με τις συνεχιζόμενα αυξανόμενες θερμοκρασίες στον πλανήτη όμως, υπάρχει κίνδυνος πολλοί μύκητες να προσαρμοστούν σε υψηλότερες θερμοκρασίες στο περιβάλλον και ως εκ τούτου να προκαλέσουν σοβαρή νόσο σε μας. Για παράδειγμα, η κλιματική αλλαγή είναι πιθανά ένας από τους λόγους της εμφάνισης και παγκόσμιας εξάπλωσης του μύκητα Candida auris την τελευταία δεκαετία. Εν μέρει λόγω αυτών των κλιματικών αλλαγών πιστεύεται ότι και η κοκκιδιοειδομυκητίαση στην οποία αναφέρθηκε ο κ. Τσιόδρας έχει πρόσφατα εξαπλωθεί γεωγραφικά σε περιοχές της Αμερικής, όπου δεν ήταν ενδημική πριν μερικά χρόνια. Αν αυτό το στοιχείο το συνδυάσουμε με την έλλειψη επαρκών επιλογών αντιβιοτικών που να είναι αποτελεσματικά και την έλλειψη εμβολίων έναντι των μυκήτων, μπορούμε να φανταστούμε ότι αν μια τέτοια παγκόσμια απειλή γίνει πράξη στο μέλλον, μπορεί να μην είμαστε προετοιμασμένοι να την αντιμετωπίσουμε επαρκώς.
Ερ: Ο ΠOY χαρακτήρισε πρόσφατα τον μύκητα Candida auris ως μια από τις μεγαλύτερες απειλές από μύκητες, για την παγκόσμια υγεία. Προκαλεί εξάρσεις στα νοσοκομεία, πλήττει κυρίως ευάλωτους ασθενείς, και η θνητότητα είναι αρκετά υψηλή από 30-40 έως και 60% σε βαρέως πάσχοντες. Ποια είναι τα νεότερα δεδομένα για αυτό τον επικίνδυνο μύκητα;
Απ: Tα τελευταία 30 χρόνια η κατακόρυφη αύξηση των ανοσοκατασταλμένων ασθενών με καρκίνους, αιματολογικές κακοήθειες ή μεταμοσχεύσεις οργάνων ή μυελού των οστών και η ραγδαία βελτίωση της περίθαλψης στις μονάδες εντατικής θεραπείας με επακόλουθη αύξηση του αριθμού των βαρέως πασχόντων ασθενών, έχει αυξήσει κατακόρυφα τη συχνότητα της διηθητικής καντιντίασης, δηλαδή της λοίμωξης από Candida στο αίμα με διασπορά και σε όργανα όπως το ήπαρ και τα νεφρά. Αυτή τη στιγμή, υπολογίζεται ότι εκδηλώνονται πάνω από 50.000 τέτοιες νοσοκομειακές λοιμώξεις από Candida στην Αμερική ετησίως, με θνητότητα που φτάνει το 40%, παρά τη χορήγηση αντιβιοτικών. Δηλαδή υπολογίζονται πάνω από 20.000 θάνατοι από αυτή τη λοίμωξη. Αριθμός που είναι παρόμοιος ή και μεγαλύτερος από τους θανάτους που προκαλούνται από τον σταφυλόκοκκο, ή από AIDS. Την τελευταία δεκαετία, ο μύκητας Candida auris έκανε την εμφάνιση του αιφνιδίως και εξαπλώθηκε ραγδαία και σχεδόν ταυτόχρονα σε 5 ηπείρους. Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων της Αμερικής, (CDC), έκρουσε φέτος τον κώδωνα του κινδύνου σημειώνοντας την συνεχιζόμενη αύξηση των λοιμώξεων από Candida auris με διπλασιασμό αυτών των λοιμώξεων στην Αμερική, μόλις τον τελευταίο χρόνο, συμπεριλαμβανομένης της εμφάνισης πολλών επιμολύνσεων με Candida auris σε νοσηλευόμενους ασθενείς με σοβαρή νόσο Covid. Πρόσφατα έχει αναφερθεί μία παρόμοια εκθετική αύξηση στον αριθμό ασθενών με candida auris και στην Ελλάδα, και ειδικότερα σε Νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης.
Ερ: Τι κάνει όμως την Candida auris τόσο απειλητική;
Απ: Πρώτον, η ανθεκτικότητα του μύκητα στα αντιβιοτικά. Περίπου 95% των στελεχών είναι ανθεκτικό σε τουλάχιστο μια κατηγορία διαθέσιμων αντιμυκητιασικών φαρμάκων. Σε πρόσφατη δημοσίευση του CDC, τονίστηκε ότι η ανθεκτικότητα της Candida auris σε εχινοκανδίνες, τα φάρμακα εκλογής για την θεραπεία αυτής της λοίμωξης, τριπλασιάστηκε μόλις τα τελευταία δύο χρόνια. Πλέον, περίπου το 5% των στελεχών Candida auris είναι πολυανθεκτικά, σε όλα τα διαθέσιμα αντιβιοτικά. Αυτό προφανώς προκαλεί μεγάλη ανησυχία λόγω της πλήρους έλλειψης επιλογών θεραπείας σε ορισμένες περιπτώσεις ασθενών. Το δεύτερο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Candida auris είναι ότι αποικίζει το δέρμα των ασθενών και το περιβάλλον του νοσοκομείου για μεγάλα χρονικά διαστήματα και εξαπλώνεται από ασθενή σε ασθενή ενδονοσοκομειακά, κάτι το οποίο δεν το είχαμε ξαναδεί με άλλους μύκητες του γένους Candida. Θυμίζουν δηλαδή αυτά τα χαρακτηριστικά της Candida auris παρόμοια χαρακτηριστικά που συναντάμε σε πολυανθεκτικά βακτήρια όπως το Acinetobacter ή η Klebsiella. Αυτό γίνεται γιατί η Candida auris προσκολλάται στο δέρμα εξαιτίας ενός μοναδικού παράγοντα που διαθέτει ο οποίος δεν υπάρχει σε άλλα είδη Candida και λέγεται SCF1 ή αλλιώς Επιφανειακός Παράγοντας Αποικισμού. Αυτός ο παράγοντας προσδίδει στο μύκητα τη δυνατότητα να προσκολλάται αποτελεσματικά στο δέρμα και σε κεντρικούς φλεβικούς καθετήρες και να προκαλεί λοίμωξη. Αυτή η ανακάλυψη που δημοσιεύτηκε πριν ένα μήνα στο επιστημονικό περιοδικό «Science» είναι σημαντική, γιατί ίσως οδηγήσει μελλοντικά σε ένα καινούριο τρόπο αντιμετώπισης του μύκητα αυτού, με την δημιουργία νέων αντιβιοτικών που θα αναστέλλουν το παράγοντα SCF1 και τη δυνατότητα προσκόλλησης του μύκητα. Εξαιτίας αυτών των 2 χαρακτηριστικών, δηλαδή της ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά και της εύκολης προσκόλλησης του στο δέρμα και άλλες επιφάνειες, η Candida auris προκαλεί εξάρσεις σε νοσοκομεία, με αναγκαίο το κλείσιμο ολόκληρων μονάδων νοσοκομείων σε ορισμένες περιπτώσεις, για να αποφευχθεί η εξάπλωση του μύκητα σε άλλους ασθενείς.
Ερ: Το πρόβλημα της μικροβιακής αντοχής, θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τη δημόσια υγεία. Περίπου πέντε εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν ετησίως εξ αυτού του λόγου και ο αριθμός δυστυχώς προβλέπεται να διπλασιαστεί έως το 2050. Υπάρχουν θεωρείτε ελπίδες για καινούργια αντιβιοτικά;
Απ: Με βάση τα στοιχεία του ΠΟΥ, η μικροβιακή ανθεκτικότητα είναι μία από τις 10 κορυφαίες παγκόσμιες απειλές για τη δημόσια υγεία. Αποτελεί επίσης απειλή για την παγκόσμια οικονομία, αφού υπολογίζεται ότι θα μπορούσε να κοστίσει έως και 100 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2025. Και πέρα από την Candida auris, είναι ανησυχητικά αυξανόμενη και η συχνότητα ανθεκτικότητας σε άλλα είδη Candida, όπως η Candida albicans, και η Candida glabrata. Ένα ακόμα αναδυόμενο πρόβλημα ανθεκτικότητας μυκήτων συναντάμε στον Ασπέργιλλο, ένα μύκητα που μπορεί να προκαλέσει θανατηφόρα πνευμονία σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς. Για παράδειγμα, σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης όπως η Ολλανδία, η ανθεκτικότητα στελεχών Ασπέργιλλου στις αζόλες που είναι τα φάρμακα εκλογής για αυτή τη μυκητίαση φτάνει έως και το 30 με 40% κατά περίπτωση, και η θνητότητα των ασθενών που προσβάλλονται από τέτοια ανθεκτικά στελέχη Ασπέργιλλου μπορεί να ξεπεράσει το 80 με 90%. Αυτή η μορφή ανθεκτικότητας έχει συσχετιστεί με τη αυξημένη χρήση φαρμάκων για την καταπολέμηση των μυκήτων στη γεωργία, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη ανθεκτικότητας από τους μύκητες στο περιβάλλον. Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν 7 καινούρια αντιμυκητιασικά φάρμακα σε κλινικές μελέτες φάσης ΙΙ και ΙΙΙ αλλά χρειάζονται περισσότερα νέα φάρμακα με καινούριους μηχανισμούς αντιμυκητιασικής δράσης και λιγότερη τοξικότητα για να καλυφθούν οι ανάγκες των ασθενών. Στα βακτήρια δε, το πρόβλημα της ανθεκτικότητας είναι ακόμα μεγαλύτερο ειδικά σε Gram αρνητικά βακτήρια όπως για παράδειγμα η ψευδομονάδα, η Klebsiella, το Acinetobacter.
Ερ: Πώς μπορεί άραγε να λυθεί το πρόβλημα;
Απ: Υπάρχουν σημαντικές προσπάθειες που γίνονται τα τελευταία χρόνια σε παγκόσμια κλίμακα για την ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών με συνέργειες της επιστημονικής κοινότητας, των φαρμακευτικών εταιρειών, και των κυβερνήσεων και τη δημιουργία κινήτρων που θα υποστηρίζουν τις επενδύσεις για την ανακάλυψη και προώθηση νέων αντιβακτηριακών προϊόντων. Για παράδειγμα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κατέγραψε πρόσφατα 49 συνολικά νέα αντιβιοτικά και βιολογικά προϊόντα με δραστικότητα έναντι πολυανθεκτικών βακτηρίων που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε κλινικές μελέτες φάσης Ι, ΙΙ και ΙΙΙ. Συνολικά, μπορεί ο αριθμός αυτός να είναι αυξημένος σε σχέση με το παρελθόν, όμως παραμένει ανεπαρκής για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της αυξανόμενης εμφάνισης και εξάπλωσης της μικροβιακής ανθεκτικότητας. Γίνονται βήματα προς τη θετική κατεύθυνση τα τελευταία χρόνια, αλλά έχουμε ακόμα πολύ δουλειά να κάνουμε, για να φτάσουμε εκεί που χρειάζεται.
Ερ: Τι ρόλο παίζει το γενετικό προφίλ σε όλο αυτό; Η δική σας έρευνα που εστιάζεται;
Απ: Το γενετικό προφίλ παίζει σημαντικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο οι λοιμώξεις, συμπεριλαμβανομένων των μυκητιάσεων, εκδηλώνονται και επηρεάζουν τον κάθε άνθρωπο και ειδικά τους πιο ευπαθείς. Πχ σε 100 ασθενείς με γρίπη ή Kόβιντ ή βακτηριακή πνευμονία, κάποιοι θα έχουν ήπια νόσηση και κάποιοι άλλοι πολύ πιο σοβαρή που θα χρειαστεί νοσηλεία, ή θα προκαλέσει ακόμα και θάνατο. Το ίδιο ισχύει και με τις μυκητιάσεις. Αυτή την διαφορετικότητα στην έκβαση των λοιμώξεων την βλέπουμε καθημερινά στους ασθενείς μας στην κλινική πράξη.
Υπάρχουν πλέον επιστημονικά δεδομένα που εμπλέκουν τη γενετική ποικιλομορφία γονιδίων, που ρυθμίζουν την ανοσοαπόκριση μας στα μικρόβια και τα οποία φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο στην έκβαση των λοιμώξεων από βακτήρια, ιούς και μύκητες. Η κατανόηση αυτών των γενετικών και ανοσολογικών παραγόντων, θα επιτρέψει την αναγνώριση των ασθενών υψηλού κινδύνου και θα οδηγήσει σε πιο στοχευμένες ή προσωποποιημένες θεραπείες. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες η εντατική επιστημονική έρευνα οδήγησε σε καλύτερη κατανόηση της παθοφυσιολογίας και της ανοσολογίας των διαφόρων τύπων καρκίνου και αιματολογικών κακοηθειών που με τη σειρά της έχει οδηγήσει σε επαναστατικές ανοσοθεραπείες και εξατομικευμένες μοριακές θεραπείες, με φάρμακα στοχευμένα για κάθε ασθενή και τον υποκείμενο μοριακό τύπο νεοπλασίας που έχει. Αντίστοιχη πορεία πρέπει να ακολουθήσουμε στο μέλλον και στις θεραπείες για μυκητιάσεις και άλλες λοιμώξεις. Ένα σημαντικό τμήμα του εργαστηρίου μου στο ΝΙΗ δουλεύει στο να κατανοήσουμε γιατί κάποιοι ασθενείς έχουν προδιάθεση για σοβαρότερα ή ηπιότερα συμπτώματα και γιατί κάποιοι ασθενείς έχουν καλύτερη ή χειρότερη πρόγνωση μετά από μια λοίμωξη, έτσι ώστε να συνδράμουμε στην ανάπτυξη εξατομικευμένων αντιμηκυτιασικών θεραπειών. Θεωρώ ότι η ραγδαία πρόοδος στην επιστημονική έρευνα έχει πλέον δημιουργήσει ώριμες συνθήκες για την ανάπτυξή αυτών των προσωποποιημένων μεθόδων αντιμετώπισης των λοιμώξεων και το παράδειγμα της εξατομικευμένης αντιμετώπισης των ογκολογικών νοσημάτων τα τελευταία χρόνια, αποτελεί κατά τη γνώμη μου λαμπρό οδηγό προς αυτή την κατεύθυνση και για τη ειδικότητα της λοιμωξιολογίας.
Δείτε επίσης: Ματίνα Παγώνη για νοσοκομεία: «Χρειαζόμαστε νοσηλευτικό προσωπικό» (ΒΙΝΤΕΟ)