Έρευνα – Covid-19: Μετά από ήπια λοίμωξη, τα περισσότερα συμπτώματα μακράς νόσησης έχουν φύγει μέσα σε ένα έτος

Έρευνα – Covid-19: Μετά από ήπια λοίμωξη, τα περισσότερα συμπτώματα μακράς νόσησης έχουν φύγει μέσα σε ένα έτος

Σύμφωνα με μια νέα μεγάλη ισραηλινή επιστημονική έρευνα τα πιο πολλά συμπτώματα που εμφανίζονται μετά από ήπια λοίμωξη Covid-19, επιμένουν για αρκετούς μήνες, αλλά έχουν πια φύγει ύστερα από ένα έτος

Ιδίως οι εμβολιασμένοι έχουν μικρότερο κίνδυνο για μακρόχρονες αναπνευστικές δυσκολίες – το συχνότερο πρόβλημα μετά από ήπια λοίμωξη – σε σύγκριση με τους ανεμβολίαστους.

Ως μακρά θεωρείται η Covid-19, όταν τα συμπτώματα διαρκούν για περισσότερες από τέσσερις εβδομάδες μετά την αρχική λοίμωξη. Τα νέα ευρήματα δείχνουν ότι μολονότι η μακρά Covid-19 αποτελεί μια επίφοβη πραγματικότητα, η συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων των ασθενών με ήπια Covid-19 δεν υποφέρουν από σοβαρά συμπτώματα σε βάθος χρόνου.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Μαϊτάλ Μπίβας-Μπενίτα του Ινστιτούτου Ερευνών ΚΙ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό BMJ (British Medical Journal), ανέλυσαν ιατρικά στοιχεία για σχεδόν δύο εκατομμύρια άτομα. Αποκλείστηκαν άνθρωποι που είχαν εισαχθεί σε νοσοκομεία λόγω σοβαρότερης Covid-19.

Σε σύγκριση με όσους δεν είχαν μολυνθεί από κορονοϊό, εκείνοι με ήπια λοίμωξη Covid-19 είχαν κατά μέσο όρο 4,5 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα για απώλεια όσφρησης ή/και γεύσης. Σε βάθος χρόνου ενός έτους μετά την αρχική λοίμωξη, τα συνηθέστερα επίμονα συμπτώματα ήσαν η αίσθηση σωματικής αδυναμίας και οι δυσκολίες στην αναπνοή. Μικρές ήσαν οι διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα, ενώ τα παιδιά είχαν μικρότερη πιθανότητα επίμονων συμπτωμάτων σε σχέση με τους ενήλικες.

Η μελέτη μας δείχνει ότι οι ασθενείς με ήπια Covid-19 αντιμετωπίζουν κίνδυνο για ένα μικρό αριθμό συμπτωμάτων στη συνέχεια, αλλά τα περισσότερα από αυτά έχουν φύγει μέσα σε ένα έτος από την αρχική διάγνωση. Είναι σημαντικό ότι ο κίνδυνος για επίμονη δύσπνοια είναι μειωμένος στους εμβολιασμένους σε σχέση με τους ανεμβολίαστους“, τόνισαν οι ερευνητές.

Δείτε επίσης: ΠΟΥ: Πιο μεταδοτική η υποπαραλλαγή της Όμικρον ΧΒΒ.1.5, αλλά όχι πιο επικίνδυνη

Loading

Play