Οι άνθρωποι που συνεχίζουν να έχουν απώλεια όσφρησης μετά από λοίμωξη Covid-19 είναι πιθανότερο να εμφανίζουν επίσης απώλεια μνήμης και άλλα γνωστικά προβλήματα, σε σχέση με όσους ποτέ δεν έχασαν την όσφρησή τους όταν αρρώστησαν από κορονοϊό ή την ανέκτησαν γρήγορα.
Αυτό συμπέρανε μια νέα επιστημονική έρευνα από την Αργεντινή, σύμφωνα με την οποία η επίμονη απώλεια της όσφρησης -παρά τη βαρύτητα της λοίμωξης- συνιστά καλύτερη ένδειξη για την πιθανότητα μακρόχρονων γνωστικών και ειδικότερα μνημονικών συμπτωμάτων μετά από Covid-19.
Ένα συχνό σύμπτωμα της μόλυνσης από κορονοϊό είναι η ξαφνική απώλεια όσφρησης. Προηγούμενες μελέτες έχουν συσχετίσει μια τέτοια απώλεια με προειδοποιητικά σημάδια για νόσο Αλτσχάιμερ. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η Covid-19 μπορεί επίσης να οδηγήσει σε χρόνια νευρολογικά προβλήματα όπως η απώλεια μνήμης και η δυσκολία συγκέντρωσης. Η νέα μελέτη επιβεβαιώνει ότι η απώλεια όσφρησης λόγω Covid-19 σχετίζεται με τέτοια επίμονα γνωστικά συμπτώματα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρ Γκαμπριέλα Γκονζάλεζ-Αλεμάν του Ποντιφικού Καθολικού Πανεπιστημίου της Αργεντινής στο Μπουένος Άιρες, οι οποίοι έκαναν τη σχετική ανακοίνωση σε διεθνές συνέδριο για το Αλτσχάιμερ στην Καλιφόρνια, ανέλυσαν στοιχεία για 766 ανθρώπους άνω των 60 ετών χωρίς ιστορικό γνωστικής εξασθένησης. Από αυτούς, το 90% είχαν διαγνωσθεί θετικοί στον κορονοϊό με μοριακό τεστ και υποβλήθηκαν επίσης σε οσφρητικό τεστ, καθώς και σε γνωστικά τεστ τουλάχιστον τρεις μήνες μετά τη λοίμωξη Covid-19.
Διαπιστώθηκε ότι τα δύο τρίτα των ατόμων που είχαν περάσει Covid-19, εμφάνιζαν στη συνέχεια κάποιας μορφής εξασθένηση της μνήμης τους και για τους μισούς περίπου το πρόβλημα ήταν αρκετά σοβαρό για να επηρεάζει την καθημερινή ζωή τους. Οι άνθρωποι με πλήρη απώλεια όσφρησης (ανοσμία) τρεις μήνες μετά την λοίμωξη από κορονοϊό είχαν περίπου μιάμιση φορά μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίζουν προβλήματα μνήμης και άλλες γνωστικές διαταραχές, σε σχέση με όσους είτε δεν είχαν χάσει ποτέ την όσφρησή τους στη διάρκεια της Covid-19, είτε την είχαν ανακτήσει γρήγορα.
Τα νέα ευρήματα ενισχύουν την άποψη ότι ο κορονοϊός μπορεί να επηρεάσει τον εγκέφαλο μέσω μύτης, σύμφωνα με τους επιστήμονες.
Δεδομένου όμως ότι τα περισσότερα εγκεφαλικά κύτταρα δεν διαθέτουν τον υποδοχέα ACE2 που ο κορονοϊός συνήθως χρησιμοποιεί για να μολύνει τα κύτταρα, δεν είναι σαφές αν τα μνημονικά και άλλα γνωστικά συμπτώματα οφείλονται στην άμεση μόλυνση του εγκεφάλου από τον ιό. Πιθανώς ο κορονοϊός αφού μολύνει τα κύτταρα της μύτης, προκαλώντας φλεγμονή και δυσλειτουργία στους οσφρητικούς νευρώνες και κατ’επέκταση απώλεια όσφρησης, στη συνέχεια μπορεί να διεισδύσει μέσω αυτών των νευρικών κυττάρων στον εγκέφαλο, επιφέροντας και πρόσθετα γνωστικά-μνημονικά προβλήματα.
Δείτε επίσης: Βασιλακόπουλος: Είμαστε στην κορυφή του επιδημικού κύματος – Έρχεται αποκλιμάκωση (vid)