Η χρήση φαρμάκων αδυνατίσματος οδηγεί σε αύξηση των διαγνώσεων και αλλαγές στην υγειονομική περίθαλψη στις ΗΠΑ. Τα ισχυρά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την απώλεια βάρους έχουν κερδίσει σημαντική δημοτικότητα, κυρίως μεταξύ εκείνων που επιθυμούν ή αναγκάζονται να χάσουν βάρος. Ωστόσο, οι ενδείξεις δείχνουν ότι αυτή η τάση ενδέχεται να έχει απρόσμενες συνέπειες, καθώς οι ασθενείς συχνά διαγιγνώσκονται με παθήσεις που σχετίζονται με την παχυσαρκία ή επιδιώκουν να λάβουν τα φάρμακα προκειμένου να γίνουν επιλέξιμοι για άλλες ιατρικές υπηρεσίες. Σύμφωνα με υγειονομικά αρχεία και συνεντεύξεις με γιατρούς, η χρήση αυτών των φαρμάκων φέρνει περισσότερους ανθρώπους στην πρωτοβάθμια περίθαλψη.
Μια ανάλυση από την εταιρεία Truveta, που περιλάμβανε εκατοντάδες χιλιάδες ηλεκτρονικά ιατρικά αρχεία, αποκάλυψε ότι από το 2020 μέχρι το 2024 υπήρξε μια ήπια αλλά μετρήσιμη αύξηση στις διαγνώσεις υπνικής άπνοιας, καρδιοαγγειακών παθήσεων και διαβήτη τύπου 2 εντός 15 ημερών από την αρχική συνταγογράφηση φαρμάκων GLP-1. Επιπλέον, ορισμένοι ασθενείς λαμβάνουν αυτά τα φάρμακα προκειμένου να επιτύχουν τις προϋποθέσεις για άλλες ιατρικές υπηρεσίες, όπως μεταμοσχεύσεις και θεραπείες γονιμότητας.
Η παχυσαρκία παραδοσιακά εμπόδιζε την πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες, με τους ασθενείς συχνά να αποφεύγουν να επισκεφτούν γιατρούς λόγω στίγματος. Ωστόσο, η νέα τάση δείχνει ότι οι ασθενείς που ξεκινούν θεραπεία με φάρμακα αδυνατίσματος γίνονται πιο πρόθυμοι να ζητήσουν ιατρική βοήθεια και να συμμετάσχουν ενεργά στη φροντίδα της υγείας τους. Τα φάρμακα αυτά έχουν αποδείξει ότι οδηγούν σε μέση απώλεια βάρους τουλάχιστον 15%.
Αυτές οι εξελίξεις εγείρουν ερωτήματα σχετικά με την επίδραση των φαρμάκων στη συνολική χρήση των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης και την έγκαιρη διάγνωση των σχετικών παθήσεων, όπως η υπνική άπνοια και ο διαβήτης.
Πηγή περιεχομένου: in.gr