Έκθεση που δόθηκε χθες Τετάρτη στη δημοσιότητα έδειξε ότι οι ασθενείς που έχουν μολυνθεί από τον νέο κοροναϊό μολύνουν σε μεγάλο βαθμό το δωμάτιο όπου βρίσκονται και την τουαλέτα τους και υπογραμμίζει την ανάγκη να καθαρίζονται τακτικά οι επιφάνειες, όπως οι λεκάνες και οι νιπτήρες.
Ο ιός SARS-CoV-2 δεν μπορεί να επιβιώσει μετά τον καθαρισμό των επιφανειών που έχουν μολυνθεί με κάποιο κοινό απολυμαντικό δύο φορές την ημέρα, κατάληξε η ίδια έρευνα που δημοσιεύθηκε στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό JAMA.
Η έρευνα, η οποία διεξήχθη από ερευνητές του Εθνικού Κέντρου Μολυσματικών Ασθενειών της Σιγκαπούρης και των DSO National Laboratories, πραγματοποιήθηκε μετά την εξάπλωση του νέου κοροναϊού σε κάποια κινεζικά νοσοκομεία. Αυτό ώθησε τους επιστήμονες να υποθέσουν ότι πέρα από τον βήχα, η μόλυνση του περιβάλλοντα χώρου αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην εξάπλωση της ασθένειας.
Από τα τέλη Ιανουαρίου ως τις αρχές Φεβρουαρίου εξέτασαν τα δωμάτια τριών ασθενών που παρέμεναν σε καραντίνα. Το ένα δωμάτιο εξετάστηκε πριν καθαριστεί, ενώ τα άλλα δύο αφού είχαν ληφθεί μέτρα απολύμανσης.
Ο ασθενής το δωμάτιο του οποίου εξετάστηκε πριν τον καθαρισμό είχε απλώς βήχα, ενώ οι άλλοι δύο πιο σοβαρά συμπτώματα της covid-19, όπως βήχα, πυρετό, δύσπνοια ο ένας και βλέννα στους πνεύμονες ο άλλος.
Παρά τα ήπια συμπτώματά του ο πρώτος ασθενής μόλυνε 13 από τις 15 επιφάνειες που εξετάστηκαν από τους ερευνητές, περιλαμβανομένης της καρέκλας, του κρεβατιού, του παραθύρου του αλλά και του πατώματος.
Στις τουαλέτες τρεις από τις πέντε επιφάνειες που ελέγχθηκαν, ανάμεσά τους η λεκάνη του και ο νιπτήρας του, είχαν ίχνη του ιού και θα μπορούσαν να αποτελέσουν οδό μετάδοσής του.
Εξάλλου τα δείγματα από τον αέρα του δωματίου βρέθηκαν αρνητικά, αλλά αυτά που ελήφθησαν από τον εξαερισμό θετικά, κάτι που σημαίνει ότι ο νέος κοροναϊός μπορεί να μεταδοθεί μέσω του συστήματος εξαέρωσης.
Αντίθετα, τα άλλα δύο δωμάτια που ελέγχθηκαν αφού είχαν απολυμανθεί δεν εμφάνιζαν ίχνη του ιού.
Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο περιβάλλοντας χώρος αποτελεί «μέσο πιθανής μετάδοσης» και τόνισαν ότι είναι απαραίτητο να «τηρούνται αυστηρά κανόνες υγιεινής για τους χώρους και τα χέρια».