Οι επιπλοκές που μπορεί να εμφανιστούν κατά την εγκυμοσύνη μιας γυναίκας, όπως η αποβολή, η προεκλαμψία, ο διαβήτης κύησης και ο πρόωρος τοκετός, συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιοπάθειας ή εγκεφαλικού αργότερα στη ζωή της, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική μελέτη.
Ο κίνδυνος είναι αυξημένος, αν συνδυάζεται με άλλους παράγοντες, όπως η πρόωρη έναρξη της εμμηνόρροιας (περιόδου) κατά την εφηβεία, η χρήση αντισυλληπτικών χαπιών επί χρόνια, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και η πρόωρη εμμηνόπαυση. Από την άλλη, ο θηλασμός του μωρού για αρκετό καιρό σχετίζεται με μειωμένο καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal» (BMJ), αξιολόγησαν όλες τις έως τώρα συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις ερευνών (συνολικά 32) σχετικά με τη σχέση του αναπαραγωγικού «προφίλ» μιας γυναίκας και του καρδιαγγειακού κινδύνου της σε βάθος δεκαετίας.
Η νέα μελέτη-ομπρέλα συμπέρανε ότι αρκετοί παράγοντες κινδύνου και επιπλοκές (πρόωρη περίοδος ή/και εμμηνόπαυση, αντισυλληπτικά, αποβολή, θνησιγένεια, προεκλαμψία, διαβήτης κύησης, πρόωρος τοκετός, γέννηση λιποβαρούς μωρού) σχετίζονται με έως διπλάσιο καρδιαγγειακό κίνδυνο για τη γυναίκα αργότερα. Ειδικότερα η προεκλαμψία τετραπλασιάζει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας.
Οι επιστήμονες τόνισαν ότι, όπως δείχνει η νέα μελέτη, το αναπαραγωγικό «προφίλ» μιας γυναίκας από την έναρξη της εμμηνόρροιας έως την εμμηνόπαυση της, και ενδιάμεσα τις εγκυμοσύνες της, σχετίζεται σημαντικά με τον μελλοντικό καρδιαγγειακό κίνδυνο.