Γουίλιαμ Φώκνερ: Η απλή ζωή ενός γίγαντα της λογοτεχνίας

Γουίλιαμ Φώκνερ: Η απλή ζωή ενός γίγαντα της λογοτεχνίας

Στις 25 Σεπτεμβρίου 1897 γεννήθηκε στο Νιου Όλμπανι της πολιτείας του Μισισιπή ο νομπελίστας αμερικανός συγγραφέας Γουίλιαμ Φώκνερ (William Cuthbert Faulkner). Ο Φώκνερ, ζώντας μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα των ΗΠΑ και απέχοντας συνειδητά από τα φώτα της δημοσιότητας, δημοσίευσε το πρώτο του διήγημα το 1919.

Το 1926 κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα («Το μεροκάματο του στρατιώτη»). Το 1929 νυμφεύτηκε την Εστέλ Όουλνταμ (Estelle Oldham), και το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, εργαζόμενος ως νυχτοφύλακας σε ένα σταθμό παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, έγραψε ανάμεσα στα μεσάνυχτα και τις τέσσερις το πρωί, μέσα σε έξι μόλις εβδομάδες, ένα από τα αριστουργήματα της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, το «Καθώς Ψυχορραγώ». Ακολούθησε το «Ιερό» (1931), το μυθιστόρημα που τον κατέστησε ευρέως γνωστό.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’30, ο Φώκνερ άρχισε να γράφει σενάρια για τον κινηματογράφο, χωρίς πάντως να καταφέρει να σταδιοδρομήσει ως σεναριογράφος στο Χόλιγουντ. Κυριότερα έργα του υπήρξαν τα ακόλουθα: «Η Βουή και η Μανία» (1929), «Φως τον Αύγουστο» (1932), «Ο Ακατάβλητος» (1938), «Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ!» (1936), «Πορεύου, Μωυσή» (1942).

Το 1949 απονεμήθηκε στον Φώκνερ το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ο Φώκνερ τιμήθηκε επίσης με δύο Βραβεία Πούλιτζερ και δύο Βραβεία Εθνικού Βιβλίου των ΗΠΑ. Ο σπουδαίος αυτός συγγραφέας απεβίωσε από καρδιακή προσβολή στις 6 Ιουλίου 1962, στην κωμόπολη Byhalia της πολιτείας του Μισισιπή, αφήνοντας ανεξίτηλη τη σφραγίδα της προσωπικότητάς του στην πεζογραφία του 20ού αιώνα.

Η επιτύμβια πλάκα στον τάφο του Φώκνερ υπήρξε απολύτως δηλωτική τής εν γένει κοσμοαντίληψής του: «Έγραψε βιβλία και πέθανε». Την επομένη της απώλειας του Φώκνερ, στις 7 Ιουλίου 1962, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Τα Νέα» το κείμενο μιας συνέντευξης που είχε παραχωρήσει ο συγγραφέας σε αμερικανικό μέσο λίγες μόλις ημέρες πριν από το θάνατό του. Από το εν λόγω δημοσίευμα αποσπάσαμε τα ακόλουθα αποσπάσματα:

Μιλάει με χαμηλή φωνή, γράφει σε κυματισμούς, με μια μετριοφροσύνη που ξαφνιάζει. «Δεν πιστεύει ότι ο συγγραφέας πρέπει να απομονωθεί σε μια τρύπα, σ’ ένα δάσος, για να γράψει κάτι καλό. Αν έχει κάτι καλό, θα το γράψει όπου και αν είναι». Καπνίζει συνεχώς την πίπα του, που δίνει την εντύπωση προέκτασης του χεριού του. Σε ηλικία 64 ετών σήμερα, δίνει το νέο του μυθιστόρημα «Οι Ρήβερς» σε νέο στυλ, και αυτό δείχνει τη δυνατότητα της προσαρμογής του, καθώς και την ανησυχία του στην αναζήτηση νέων μορφών έκφρασης.

Τα πρώτα σχόλια για το νέο του έργο είναι θριαμβευτικά. Αρνιέται να απαντήσει καταφατικά ή αρνητικά στο ερώτημα αν ετοιμάζει νέο έργο. Γράφει σε μια γραφομηχανή που είναι ηλικίας 40 ετών — την αγαπάει γιατί με αυτήν έγραψε τα πρώτα του έργα. Αγαπάει τα παιδιά του — τις κόρες του, που τον λατρεύουν. Είναι ριζωμένος στον Μισσισιπή. Όταν χαμογελάει, το μουστάκι του δεν μετέχει στο γέλιο του, γιατί είναι αρκετά παχύ.

«Δεν είμαι επαγγελματίας συγγραφέας» λέει. «Είμαι ερασιτέχνης. Πιστεύω ότι το κείμενο ενός συγγραφέα δεν μπορεί ποτέ να είναι τέλειο. Ένας επιπλοποιός μπορεί να φτιάξει ένα τέλειο έπιπλο, ένας χτίστης να χτίσει έναν τέλειο τοίχο, ένας συγγραφέας πρέπει να προσπαθεί συνεχώς».

Μιλάει για τη ζωή του και για τη συγγραφική του εργασία ως εξής: «Η συγγραφική ζωή και η κανονική ζωή είναι διαφορετικά πράγματα. Και πρέπει να μείνουν χωριστά. Το γράψιμο είναι κάτι που γεννιέται στη φαντασία και φυλακίζεται μέσα στη φαντασία». Ο δημοσιογράφος δίνει, τέλος, ένα σύντομο πορτραίτο του Φώκνερ: Ένας μικροσκοπικός άνθρωπος με πελώρια αξιοπρέπεια. Ακτινοβολεί ένα είδος γαλήνιας δύναμης, με τη φωνή του και τις κινήσεις του να αποπνέουν ηρεμία και αυτοπεποίθηση.

Loading

Play