Με τον χειμώνα να πλησιάζει «απειλητικά» λόγω της ενεργειακής κρίσης, πληθαίνουν συνεχώς οι συζητήσεις αναφορικά με τις πιο οικονομικές πηγές θέρμανσης, ενώ παράλληλα τίθενται στο τραπέζι πιθανές εναλλακτικές λύσεις που θα οχυρώσουν το σπίτι από το ψύχος. Μία εξ αυτών των προτάσεων είναι η καύση ξύλων.
Γράφει η Βαλάντου Γιαννακούδη
Φέτος, όσοι πολίτες διαθέτουν τζάκι ή ξυλόσομπα προμηθεύονται από νωρίς τα απαραίτητα καύσιμα προκειμένου να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις χαμηλές θερμοκρασίες με τις μικρότερες οικονομικές απώλειες, καθώς το ξύλο έχει πολύ χαμηλότερο κόστος από το πετρέλαιο, το ρεύμα και ασφαλώς το φυσικό αέριο που η τιμή του έχει εκτιναχθεί λόγω πολέμου.
Ωστόσο, η καύση ξύλου πέρα από την αδιαμφισβήτητα πολύτιμη παροχή θέρμανσης, δυστυχώς συμβάλει δραματικά στην ατμοσφαιρική ρύπανση με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το περιβάλλον και τον άνθρωπο.
Ειδικότερα, οι επιπτώσεις του καπνού από τα τζάκια, όπως επίσης και από τις πυρκαγιές, είναι πολλαπλές και άκρως επιβλαβείς, όπως εξηγεί στο politic.gr, o καθηγητής του Τομέα Μηχανικής Διεργασιών & Περιβάλλοντος του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών και συνεργαζόμενο καθηγητή του Ινστιτούτου Επιστημών Χημικής Μηχανικής του ΙΤΕ (Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας) στην Πάτρα κ. Σπύρος Πανδής.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, η καύση ξύλων αποτελεί μία από πιο επικίνδυνες πηγές ρύπανσης.
«Η καύση ξύλων – που συνήθως γίνεται χωρίς ιδιαίτερο έλεγχο – παράγει ιδιαίτερα τοξικούς ρύπους, για παράδειγμα τα αντίστοιχα σωματίδια τα οποία εκπέμπονται περιέχουν πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες οι οποίοι είναι από τις πιο καρκινογόνες ουσίες. Ταυτόχρονα, περιέχουν μια σειρά άλλων ενώσεων, όπως μαύρο άνθρακα, οι οποίες είναι εξίσου τοξικές».
«Η Νο1 πηγή ρύπανσης αυτήν την στιγμή στην Ευρώπη είναι η καύση των ξύλων. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός πως έχουμε «καθαρίσει» τα αυτοκίνητα και τις βιομηχανίες σε σημαντικό βαθμό»,.
Πόλη ή χωριό;
Ιδιαιτέρως κρίσιμος είναι ο διαχωρισμός των επιπέδων ρύπανσης που γίνεται μεταξύ επαρχίας και πόλης. Συγκεκριμένα, «όταν οι τοξικές ενώσεις- που αναφέρθηκαν παραπάνω- βρίσκονται εντός ενός σπιτιού, στο βουνό ή στην επαρχία, τότε οι ρύποι αυτοί είναι σε σχετικά χαμηλές συγκεντρώσεις οπότε ο κίνδυνος είναι σχετικά χαμηλός. Από την άλλη μεριά, όταν η καύση γίνεται σε μεγάλες πόλεις οι συγκεντρώσεις φτάνουν σε πραγματικά τεράστια επίπεδα», διευκρίνισε ο κ. Πανδής.
Και συνεχίζει λέγοντας πως το φαινόμενο αυτό, «το είδαμε πριν περίπου μια δεκαετία στην αρχή της οικονομικής κρίσης που λόγω των υψηλών φόρων που επιβληθηκαν στο πετρέλαιο, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού των πόλεων στράφηκε στην καύση ξύλου με τις συγκεντρώσεις των σωματιδίων στην Αθήνα να φτάνουν σε επίπεδα Πεκίνου ή Νέου Δελχί».
Τί εστί αιθαλομίχλη;
Μιλώντας για την αιθαλομίχλη, ο καθηγητής εξηγεί πως ουσιαστικά προκύπτει καθώς οι ρύποι βγαίνουν από την πηγή τους.
«Τον χειμώνα οι χημικές αντιδράσεις που συμβαίνουν είναι σχετικά λίγες αλλά υπαρκτές. Η διάρκεια που οι ρύποι θα παραμείνουν πάνω από την πόλη εξαρτάται από την μετεωρολογία, δηλαδή άμα είμαστε τυχεροί φυσάει κάποιο αεράκι και αυτοί απομακρύνονται». Δεν εξαφανίζονται, όπως μας εξηγεί, απλώς μετακινούνται σε άλλες περιοχές, με αποτέλεσμα κάθε νύχτα να αναπνέουμε μόνο τους σημερινούς ρύπους.
Ωστόσο, ο κ. Πανδής έφερε ένα παράδειγμα στη συζήτηση όπου απουσίαζε αυτό το πολύτιμο αεράκι που καθαρίζει την ατμόσφαιρα. «Κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα υπήρχαν περιπτώσεις κρατών που δε φύσηξε αέρας ενδιάμεσα, με αποτέλεσμα οι ρύποι προστίθενται και να πολλαπλασιάζονται φτάνοντας σε πραγματικά δυσάρεστες και επικύνδυνες καταστάσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στην Ελλάδα, όπως είπε, το πρωί φυσάει λίγο με αποτέλεσμα ο αέρας να αναμειγνύεται και οι συγκεντρώσεις των ρύπων να πέφτουν.
Οι αλλαγές όταν πέφτει το φως
«Μέχρι πρόσφατα γνωρίζαμε πως οι ρύποι αντιδρούν και αλλάζουν κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά πιστεύαμε ως επιστημονική κοινότητα πως τη νύχτα είναι σχετικά ανδρανείς. Αυτό που ανακαλύψαμε αρχικά στην Πάτρα, και αργότερα στην Αθήνα, είναι πως ακόμη και τις χειμερινές νύχτες υπάρχουν αντιδράσεις». Ακολούθως, διευκρινίζει πως υπάρχει μία ένωση που ονομάζεται ελεύθερη ρίζα, η οποία δημιουργείται όταν αναμειγνύονται ρύποι από άλλες πηγές. Για παράδειγμα, όταν αναμειγνύονται οι ρύποι από τα αυτοκίνητα με τους ρύπους από τα τζάκια, η τοξικότητα των τελευταίων επιδεινώνεται σημαντικά.
Με άλλα λόγια, αυτό που αποδεικνύεται, στην έρευνα που φέρει την υπογραφή του κ. Πανδή, είναι πως κατά τη διάρκεια της νύχτας στις μεγάλες πόλεις όπου συνυπάρχουνε τα αυτοκίνητα με τα τζάκια γίνονται ακόμη πιο επιβαρυντικά για εμάς. Μάλιστα, «κατά τη διάρκεια της νύχτας που εμφανίζονται αυτές οι συγκεντρώσεις, οι μετρήσεις μας τόσο στην Αθήνα όσο και στην Πάτρα δείχνουν πως το 90% οφείλεται στην καύση των ξύλων», επισημαίνει ο καθηγητής.
Άκρως σοκαριστικά είναι τα στοιχεία που παρουσιάζει ο κ. Πανδής αναφορικά με τον όγκο των ρύπων που εκλύονται στην ατμόσφαιρα αναλόγως την πηγή θέλοντας να καταδείξει και να προσυπογράψει την επικινδυνότητα της καύσης ξύλου.
«Ένα συνηθισμένο τζάκι αν το κάψουμε για 4 ώρες απελευθερώνει όσους ρύπους βγάζουν 1.000 αυτοκίνητα. Αν, μάλιστα, μιλάμε για καινούργια αυτοκίνητα η αναλογία κορυφώνεται στα 10.000 αυτοκίνητα», ανέφερε ο ίδιος.
Φυσικά, οι αρνητικές επιπτώσεις μειώνονται σημαντικά στην περίπτωση χρήσης ενεργειακού τζακιού ή ξύλου πέλλετ συγκριτικά με το παραδοσιακό τζάκι.
Απροστάτευτοι… μέσα στο σπίτι
Για να μας απαντήσει στο ερώτημα αναφορικά με την εσωτερική ρύπανση, ο κ. Πάνδης αναφέρθηκε στις μετρήσεις που πραγματοποίησε με την ομάδα του σε ένα σχετικά καινούργιο σπίτι στην Πάτρα. Όπως εξήγησε, «τα παράθυρα και οι πόρτες του σπιτιού παρέμεναν κλειστά, με την ρύπανση να εισέρχεται εντός της οικίας μόνο μέσω των χαραμάρων που υπάρχουν σε κάθε σπίτι. Αυτό που έδειξε η συγκεκριμένη μέτρηση, είναι πως χωρίς καθόλου τζάκι, ένα 20-30% των ρύπων που υπήρχαν απ΄ έξω έμπαιναν μέσα. Αυτό που ήταν ακόμη πιο ανησυχητικό, είναι πως οι ρύποι παρέμεναν εντός του σπιτιού, ενώ οι συγκεντρώσεις ρύπων έξω έπεφταν σταδιακά, μέσα στο σπίτι παρέμεναν στο ίδιο επίπεδο».
Μιλώντας για την τωρινή του έρευνα, ο κ. Πανδής σημείωσε πως το αντικείμενο μελέτης είναι αν και κατά πόσο τοξικοί γίνονται οι ρύποι από την καύση ξύλων κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα παρατηρούνται οι εκπομπές από πυρκαγιές στην Ουκρανία, επομένως οι ρύποι διανύουν μια αρκετά μεγάλη απόσταση και εγείρονται εύλογα ερωτήματα που χρήζουν μελέτης.
«Δυστυχώς η Ελλάδα με την καύση των ξύλων έχει γίνει ένα επιστημονικό εργαστήριο για εμάς», δήλωσε ο καθηγητής φανερά πικραμμένος.
Είναι σαφές πως η καύση ξύλου εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους και θέτει καίριες απειλές στην ανθρώπινη υγεία και στη βιωσιμότητα του πλανήτη, ειδικά όταν συνδυάζεται με το φλέγον ζήτημα της λαθροϋλοτομίας. Ο χειμώνας είναι προ το πυλών, και όπως πάντα στο τέλος θα γίνει ο λογαριασμός, οικονομικός και περιβαλλοντικός.
Δείτε επίσης: Ρεύμα: Αυτά είναι τα τιμολόγια για τον Οκτώβριο – Στις 09:30 οι ανακοινώσεις επιδότησης από τον Σκρέκα