Η πόλη Γκρας, κοιτίδα της παγκόσμιας αρωματοποιίας στη νοτιοανατολική Γαλλία, αναμένει η τεχνογνωσία της να συμπεριληφθεί στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά, καθώς η σφραγίδα της Unesco θα επιτρέψει την προστασία των αγρών με αρωματικά φυτά, οι οποίοι υφίστανται την αμείλικτη πίεση της αγοράς ακινήτων στην Κυανή Ακτή.
«Τα διάβημα άρχισε εδώ και μια δεκαετία και βρίσκεται πλέον στην τελική ευθεία», εκτιμά ο γερουσιαστής και πρώην δήμαρχος Ζαν-Πιέρ Λελέ, επικεφαλής της Ένωσης ζώσας πολιτισμικής κληρονομιάς της περιοχής της Γκρας (APVPG).
Η διακυβερνητική επιτροπή της Unesco συνεδριάζει στα τέλη Νοεμβρίου στο νησί του Μαυρίκιου. Η υποψηφιότητα αυτή υποστηρίζεται και από άλλες χώρες –Ινδία, Κίνα, Αργεντινή, Ιαπωνία — των οποίων η παραγωγή αρωματικών φυτών εξαρτάται από τη διατήρηση της τεχνογνωσίας της Γκρας.
Έτσι μπορούν να υλοποιηθούν πολλά σχέδια όπως η δημιουργία ενός συλλογικού φυτώριου για να προσφέρει υλικό φύτευσης αρωματικών φυτών, οι καταγραφές παραδοσιακών τεχνικών που έχουν σχέση με την συλλογή ή την εξαγωγή του αρώματος ή ακόμη ο τουριστικός οδηγός για την ανακάλυψη των «chemins parfumes» (αρωματισμένων διαδρομών).
Η γεωργική εκπαίδευση στη Γαλλία αρχίζει από το φυτοκομικό λύκειο και φθάνει έως τις μεταπτυχιακές πανεπιστημιακές σπουδές, αλλά «οι τρόποι μετάδοσης της γνώσης είναι τις περισσότερες φορές άτυποι. Κανένα σχολείο δεν μπορεί να διδάξει όλες τις λεπτομέρειες, την δεξιοτεχνία της απόσταξης, της διαδικασίας για το enfleurage (έκθεση άοσμων ελαίων για τον αρωματισμό των φρέσκων λουλουδιών) ή της εκχύλισης με διαλύτες», υπογραμμίζει ο φάκελος της υποψηφιότητας τονίζοντας ότι ορισμένα επαγγέλματα απειλούνται (αυτού που κάνει το μπόλιασμα, που φυσά το γυαλί, που κάνει την απόσταξη).
Χρειάζονται επτά χρόνια για να εκπαιδευτεί ο υπεύθυνος της απόσταξης, δέκα για να γίνει αρωματοποιός, ενώ συχνά η απαραίτητη γνώση για την καλλιέργεια των αρωματικών φυτών μεταφέρεται εντός της οικογένειας.
Ο υάκινθος, η ίριδα και η βιολέτα
«Η αρωματοποιία είναι σαν τη μαγειρική, ο καθένας δουλεύει με τον δικό του τρόπο», εξηγεί ο Γκι Σερανό, που συνταξιοδοτήθηκε από την αρωματοποιία Payan Bertrand, και ο οποίος στην αρχή της καριέρας του γνώρισε τους τελευταίους χάλκινους αποστακτήρες.
«Επειδή πολύς κόσμος παίρνει σύνταξη, η γνώση της τεχνικής τείνει να χαθεί. Στις πολύ μεγάλες εταιρίες, οι υπολογιστές διαχειρίζονται τώρα όλα τα εργαλεία, μπορούν να διαχειρίζονται τεράστιες ποσότητες, αλλά χωρίς αυτή τη λεπτοδουλειά που γίνεται χειρονακτικά και με την οπτική επαφή».
Παραγωγική από τον Μεσαίωνα, η Γκρας ανέπτυξε την αρωματοποιία από τον 16ο αιώνα, γύρω από τα βυρσοδεψεία της που ζητούσαν αρωματικές πρώτες ύλες όταν επεξεργάζονταν τα δέρματα και για να αρωματίζουν τα γάντια.
Η τεχνογνωσία της Γκρας αναπτύχθηκε σε τρεις τομείς: στους αγρούς των αρωματικών φυτών, στην τέχνη της σύνθεσης του αρώματος και στην μετατροπή των πρώτων φυσικών υλών, κινητοποιώντας έτσι πολλά επαγγέλματα.
Ανάμεσα στο νότιο τμήμα της οροσειράς των Προάλπεων και στη Μεσόγειο, η Γκρας έχει σχετικά αργιλώδη εδάφη τα οποία μπορούν να διατηρούν την υγρασία και έτσι είναι κατάλληλα για αρωματικά φυτά όπως το γιασεμί, η τριανταφυλλιά η εκατόφυλλη του Μάη, το άνθος της πορτοκαλιάς, ο υάκινθος, η ίρις και η βιολέτα.
Εδώ και 70 χρόνια, τα εδάφη αυτά υφίστανται την σκληρή πίεση της αγοράς ακινήτων, την αύξηση των συνθετικών προϊόντων και τον ανταγωνισμό από άλλα κέντρα παραγωγής. Η σφραγίδα της Unesco θα ευνοήσει τη δυνατότητα εδάφη να προορίζονται μόνο για τους νέους καλλιεργητές και να ενθαρρύνονται εταιρίες αρωματοποιίας να υπογράφουν μακροπρόθεσμα συμβόλαια που θα εγγυώνται στους καλλιεργητές ότι θα μπορούν να ζουν από τη συγκομιδή τους.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ