«Μ’ ενδιέφερε να ρίξω τους προβολείς σε μία γυναίκα που όλοι την χρησιμοποίησαν για το ταλέντο της και στο τέλος, θέλησε απλώς να τραγουδήσει για τον εαυτό της. Να βρει τη δική της φωνή», δήλωσε ο Πάμπλο Λαραΐν σχετικά με τη νέα του ταινία «Maria», η οποία καταπιάνεται με τη ζωή της Μαρίας Κάλλας, με την Αντζελίνα Τζολί να ερμηνεύει τη μεγάλη σοπράνο.
Η ταινία του Χιλιανού σκηνοθέτη έκανε την επίσημη πρεμιέρα της χθες βράδυ (29/8) στο 81ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, όπου το κοινό αντέδρασε με παρατεταμένο και θερμό χειροκρότημα. Ωστόσο, οι γνώμες των δημοσιογράφων και επαγγελματιών είναι διχασμένες.
Ορισμένοι μιλούν για «μεγαλοπρεπή και εντυπωσιακή» επιστροφή της Τζολί, ενώ άλλοι χαρακτηρίζουν την ταινία «γυαλισμένη και υπερβολική». Η πλειονότητα εκθειάζει την «στιβαρή και πειστική» ερμηνεία της Αμερικανίδας ηθοποιού, όμως δεν λείπουν οι φωνές που την αποκαλούν «ρηχή και άνευρη», «σαν να παίζει μια γυναίκα η οποία ερμηνεύει τη Μαρία Κάλλας».
Η αλήθεια είναι ότι η απόσταση που διατηρεί ο Χιλιανός σκηνοθέτης από τη μεγάλη ντίβα της όπερας καθιστά την ταινία, όπως εύστοχα παρατήρησε το περιοδικό The Hollywood Reporter, ένα «απαστράπτον κόσμημα κλεισμένο σε γυάλινη προθήκη, το οποίο σε προσκαλεί να το κοιτάξεις, αλλά όχι να το αγγίξεις».
Με τη «Maria», που διεκδικεί το Χρυσό Λέοντα, ο Χιλιανός σκηνοθέτης ολοκληρώνει την άτυπη τριλογία του στη μεγάλη οθόνη με πορτραίτα διάσημων γυναικών, μετά τα «Τζάκι» (2016) με την Νάταλι Πόρτμαν και «Σπένσερ» (2021) με την Κρίστεν Στιούαρτ ως Πριγκίπισσα Νταϊάνα.
Στη συνέντευξη Τύπου, ο Πάμπλο Λαραΐν εξήγησε γιατί επέλεξε να κάνει μία βιογραφική ταινία για τη Μαρία Κάλλας: «Δεν γίνονται πολλές ταινίες για την όπερα σήμερα. Προσωπικά, αγαπούσα την Μαρία Κάλλας από μικρό παιδί. Κανείς μας δεν ξέρει τί πραγματικά συνέβαινε πίσω από τις πόρτες του διαμερίσματός της στο Παρίσι τη δεκαετία του ’70. Δεν ήθελα να κάνω μία ταινία που θα ήταν εξ’ ορισμού τραγωδία».
Η Αντζελίνα Τζολί παραδέχτηκε πως «είναι το πιο τρομακτικό πράγμα που έχω κάνει, να προσπαθήσω να ερμηνεύσω τον τρόπο που ερμήνευε η Κάλλας τη μουσική». Για να προετοιμαστεί για τον ρόλο, παρακολούθησε μαθήματα τραγουδιού και ανέφερε ότι την πρώτη φορά που έπαιξε μια σκηνή όπου η Κάλλας τραγουδάει, έτρεμε.
Η προετοιμασία της για την ταινία κράτησε σχεδόν επτά μήνες. «Ο Πάμπλο μου έδωσε χρόνο να προοδεύσω, αλλά φοβόμουν ότι δεν θα ανταποκριθώ», σημείωσε. «Αρχικά, πίστευα ότι η μεγαλύτερη πρόκληση θα ήταν τεχνική, αλλά στην πραγματικότητα ήταν συναισθηματική. Έπρεπε να βρω τη φωνή μου κι εγώ. Αυτός ο ρόλος ήταν η ψυχοθεραπεία που δεν γνώριζα ότι χρειαζόμουν».
Η Τζολί είπε πως θα ήθελε η Μαρία Κάλλας να ήταν εδώ σήμερα, καθώς «λίγο πριν πεθάνει, προσπάθησε να ξαναβρεί τη ζωή της, όμως οι κριτικοί ήταν ανελέητοι μαζί της». Τόνισε ότι η λέξη ντίβα σήμερα μπορεί να έχει αρνητική χροιά, αλλά η Κάλλας της ξαναέμαθε τη σημασία της.
Σχετικά με κοινά στοιχεία με τη μεγάλη σοπράνο, η ηθοποιός ανέφερε: «Σε πολλά της μοιάζω, αλλά δε θα τα αποκαλύψω εδώ. Ίσως τα ξέρετε ή τα υποθέτετε».
Όσο για την υποψηφιότητα της για το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, η Αντζελίνα Τζολί δήλωσε ότι οι μόνοι που την ενδιαφέρουν είναι οι θαυμαστές της Κάλλας και οι λάτρεις της όπερας, επισημαίνοντας: «Ο μεγαλύτερος φόβος μου θα ήταν να τους απογοητεύσω».