Η φτώχεια στην Αργεντινή, σε ασταμάτητη επέλαση τα τελευταία δύο χρόνια, έφθασε να πλήττει το 52,9% του πληθυσμού το πρώτο εξάμηνο, με άλλα λόγια αυξήθηκε αλματωδώς κατά 11 εκατοστιαίες μονάδες μέσα σε έξι μήνες, αποκαλύπτουν επίσημοι αριθμοί οι οποίοι δημοσιοποιήθηκαν χθες Πέμπτη.
Από το σύνολο του πληθυσμού των σχεδόν 47 εκατομμυρίων Αργεντινών, το 52,9% βρέθηκε τους πρώτους έξι μήνες της χρονιάς κάτω από το όριο της φτώχειας, έναντι 41,7% το δεύτερο εξάμηνο του 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία του εθνικού ινστιτούτου στατιστικής (INDEC), τα πρώτα κατά την περίοδο πολιτικής λιτότητας που εφαρμόζεται αφότου ανέλαβε την προεδρία ο ακραίος φιλελεύθερος Χαβιέρ Μιλέι τον Δεκέμβριο.
Την υπό εξέταση περίοδο, το INDEC προσδιορίζει το όριο της φτώχειας χρησιμοποιώντας καλάθι βασικών αγαθών και υπηρεσιών αξίας 237.000 πέσος (σχεδόν 240 δολαρίων ΗΠΑ). Το ίδιο διάστημα, η ακραία φτώχεια, το όριο της οποίας είναι καλάθι βασικών τροφίμων αξίας 107.000 πέσος (109 δολαρίων), μεγεθύνθηκε επίσης θεαματικά, φθάνοντας να πλήττει το 18,1% του πληθυσμού (+6%) σύμφωνα με την ίδια πηγή.
Ο Χαβιέρ Μιλέι, οικονομολόγος που αυτοχαρακτηρίζεται «αναρχοκαπιταλιστής», εφαρμόζει τους τελευταίους εννιά μήνες πολιτική δραστικής λιτότητας. Η συναλλαγματική ισοτιμία του πέσο Αργεντινής έναντι του αμερικανικού δολαρίου υποχώρησε κατά 50% και πλέον στα τέλη του 2023, ενώ οι δημόσιες δαπάνες περιορίστηκαν δραματικά, στο όνομα του δημοσιονομικού στόχου του «μηδενικού ελλείμματος».
Έπειτα από εννιά μήνες, η πολιτική του έφερε επιβράδυνση του πληθωρισμού, περί το 4% σε μηνιαία βάση (από 17% κατά μέσον όρο σε μηνιαία βάση το 2023), ενώ υπήρξαν αλλεπάλληλοι μήνες μηδενικού δημοσιονομικού ελλείμματος, κάτι χωρίς προηγούμενο για 15 χρόνια στην Αργεντινή. Αλλά ταυτόχρονα προκάλεσε μεγάλη ύφεση (-3,5% στα τέλη του 2024, κατά προβλέψεις), ελεύθερη πτώση της δραστηριότητας και απώλειες χιλιάδων θέσεων εργασίας.