Η ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών παρουσίασε χθες το Μεσοπρόθεσμο Διαρθρωτικό Πρόγραμμα, το οποίο θα αποτελεί το «ευαγγέλιο» της δημοσιονομικής πολιτικής για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Ο νέος δημοσιονομικός κανόνας που έρχεται στο προσκήνιο δεν θα είναι τα πρωτογενή πλεονάσματα αλλά ο «κόφτης δαπανών». Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να αυξάνει τις δαπάνες της περισσότερο από ό,τι προβλέπεται στο Πρόγραμμα.
Κατά την παρουσίαση, η ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών έκανε σαφές ότι υπήρξε σκληρή διαπραγμάτευση με τις Βρυξέλλες προκειμένου το ανώτατο όριο των δαπανών να είναι πιο ευρύχωρο. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος μεγαλύτερος κατά 1 δισεκ. ευρώ κατ’ έτος, που σημαίνει περίπου 4 δισεκ. ευρώ στην τετραετία. Παρόλα αυτά, όπως εξήγησε ο Υπουργός, ο χώρος αυτός είναι πολύ μικρότερος, καθώς η πλειονότητα του επιπλέον δημοσιονομικού χώρου κατευθύνεται στα εξοπλιστικά προγράμματα.
Το κύμα των συνταξιοδοτήσεων, που εντείνεται λόγω του δημογραφικού προβλήματος, αναδύεται ως «βόμβα» κάθε χρονιά. Σύμφωνα με τον Υπουργό Οικονομικών, η Αναλογιστική Αρχή αναμένει επιπλέον αύξηση στις δαπάνες συνταξιοδότησης κατά 1,4 δισεκ. ευρώ το 2026, εξαιτίας του αυξημένου κύματος συνταξιοδότησης. Για το έτος 2024, οι συνταξιοδοτήσεις αναμένονται να φτάσουν τις 25.000 περισσότερες σε σχέση με πέρυσι, με τις αιτήσεις να προσεγγίζουν τις 200.000.
Ήδη, για το φουσκωμένο λογαριασμό των συντάξεων προβλέπεται κονδύλι 1 δισεκ. ευρώ επιπλέον για φέτος και παρόμοια ποσά για το 2025, ενώ για το 2026 η Αναλογιστική Αρχή προειδοποιεί για επιπλέον δαπάνες 1,4 δισεκ. ευρώ. Η μεγαλύτερη έξοδος παρατηρήθηκε το 2021 με 212.151 αιτήσεις, υποδεικνύοντας ότι η μαζική έξοδος οφείλεται κυρίως στην ωρίμανση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος των baby boomers.
Επιπρόσθετα, παρατηρείται ότι πολλοί ασφαλισμένοι υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης χωρίς να διακόπτουν την εργασία τους, αξιοποιώντας το νέο καθεστώς όπου η σύνταξη καταβάλλεται στο ακέραιο στους εργαζόμενους συνταξιούχους.