Η ελληνική αγορά εργασίας αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις με υψηλά επίπεδα αδυναμίας και ανεργίας, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2023. Η Ελλάδα συνεχίζει να αντιμετωπίζει ένα από τα υψηλότερα επίπεδα αδυναμίας στην αγορά εργασίας της ΕΕ, λόγω της υψηλής ανεργίας μεταξύ των ατόμων που actively αναζητούν εργασία, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν το 2023 από την Eurostat. Η αδυναμία στην αγορά εργασίας ξεπερνά τα παραδοσιακά ποσοστά ανεργίας, ζωγραφίζοντας μια πιο πλήρη εικόνα της αγοράς εργασίας, που περιλαμβάνει εκείνους που είναι διαθέσιμοι για δουλειά αλλά δεν αναζητούν ενεργά, καθώς και εργαζόμενους με μερική απασχόληση που επιθυμούν πρόσθετες ώρες.
Δεδομένα δείχνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην 4η θέση για αδυναμία στην αγορά εργασίας, πίσω από την Ισπανία, την Ιταλία και τη Σουηδία, με ποσοστό 16,3%. Η ανεργία αποτελεί το 65,8% αυτής της αδυναμίας—ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, που ανέρχεται στο 48,7%—τονίζοντας τις επίμονες δυσκολίες της χώρας στην απορρόφηση εργαζομένων σε κατάλληλες θέσεις πλήρους απασχόλησης.
Επιπλέον, μόλις το 14,6% της αδυναμίας στην Ελλάδα περιλαμβάνει άτομα έτοιμα να εργαστούν αλλά που δεν αναζητούν ενεργά εργασία, ποσοστό που είναι μεταξύ των χαμηλότερων στην ΕΕ και κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 23%. Αν και η υποαπασχόληση μεταξύ των μερικώς απασχολούμενων που επιθυμούν περισσότερες ώρες αποτελεί επίσης πρόβλημα για την Ελλάδα, υπογραμμίζει τις διαρθρωτικές ανεπάρκειες στην αγορά εργασίας της.
Τέλος, η Ελλάδα είχε το μεγαλύτερο χάσμα φύλου στην ΕΕ με 9,8%, αντανακλώντας μεγαλύτερη αδυναμία στην αγορά εργασίας για τις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες.