«Επιλογή εσωκομματικών διευθετήσεων» χαρακτηρίζει ο Γιώργος Παπαηλίου αυτή του Κώστα Τασούλα για την Προεδρία της Δημοκρατίας, στην οποία αποτυπώνεται η επιδίωξη απόλυτου ελέγχου των αρμών της εξουσίας, του συνόλου των κρατικών λειτουργιών από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη και το «καθεστώς» που έχει εγκαθιδρύσει.
Συνέντευξη: Γιάννης Συμεωνίδης
Στον αντίποδα, σε συνέντευξή του στην www.politic.gr ο βουλευτής Αρκαδίας και τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία εκτιμά πως η Λούκα Κατσέλη ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές του Συντάγματος, ενσαρκώνει την εθνική ενότητα, τη δημοκρατική ομαλότητα, την κοινωνική συνοχή και τη διεθνή ακτινοβολία.
Ως προς την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση, θεωρεί κρίσιμη τη σύνθεση της επόμενης Βουλής, καθώς μόνο με την ενίσχυση των προοδευτικών δυνάμεων υπάρχει δυνατότητα να γίνει προς προοδευτική κατεύθυνση.
Την ίδια ώρα, ο κ. Παπαηλιού χαρακτηρίζει στοίχημα για την Αριστερά και το ΣΥΡΙΖΑ να επανασυσπειρώσουν τον προοδευτικό κόσμο στην κατεύθυνση μεγάλων πολιτικών αλλαγών που έχει ανάγκη η χώρα μέσω της συγκρότησης ενός ευρέως αντινεοφιλελεύθερου μετώπου, στη βάση ενός συγκεκριμένου προοδευτικού πολιτικού σχεδίου προς όφελος των «πολλών»- της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Σε σχέση με τον τομέα ευθύνης του, τονίζει πως η κυβέρνηση δεν πρέπει να αντιμετωπίζει τον Ποινικό Κώδικα ως ένα εργαλείο επικοινωνιακής τακτικής, με συχνές τροποποιήσεις που εξυπηρετούν πρόσκαιρες μικροκομματικές κι επικοινωνιακές ανάγκες: «Το δίκαιο πρέπει να είναι σταθερό και προβλέψιμο, ώστε να εμπνέει ασφάλεια, να εκπέμπει αξιοπιστία και να ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τη δικαιοσύνη. Δεν υπάρχει ασφάλεια δικαίου όταν αλλάζουν συνεχώς οι ποινικοί κανόνες».
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη Παπαηλιού:
- Ο Κώστας Τασούλας έχει εκλεγεί και με τις ψήφους του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία δύο φορές Πρόεδρος της Βουλής. Γιατί, συνεπώς, δεν διαθέτει υπερκομματικό προφίλ όπως υποστηρίζει το κόμμα σας;
- Ο Κ. Τασούλας πράγματι ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία για το αξίωμα του Προέδρου της Βουλής, μία θέση όμως με διαφορετικό θεσμικό ρόλο από αυτήν του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας πρέπει να ενσαρκώνονται τα προτάγματα της εθνικής ενότητας, της δημοκρατικής ομαλότητας, της κοινωνικής συνοχής και του διεθνούς αποτυπώματος της χώρας.
Σε αυτό το πλαίσιο, κατά τη διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, το Σύνταγμα επιτάσσει πολιτικές συναινέσεις. Αυτή την επιταγή δεν ακολούθησε ο πρωθυπουργός, επιλέγοντας ένα κομματικό στέλεχος και μάλιστα εν ενεργεία βουλευτή, χωρίς να συζητήσει με τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Με την επιλογή, από τον πρωθυπουργό, του Κώστα Τασούλα για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, εργαλειοποιείται ο θεσμός καθώς, μέσω αυτού, επιχειρείται μία προσπάθεια υπέρβασης των εσωκομματικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ΝΔ, και εντός της κοινοβουλευτικής ομάδας της.
Δηλαδή πρόκειται για επιλογή εσωκομματικών διευθετήσεων.
Επιπλέον, στην επιλογή αυτή αποτυπώνεται η επιδίωξη απόλυτου ελέγχου των αρμών της εξουσίας, του συνόλου των κρατικών λειτουργιών από τον ίδιο τον Κυρ. Μητσοτάκη και το σύστημα- το «καθεστώς» που έχει εγκαθιδρύσει. Αυτό εξάλλου επεδίωξε και επέβαλε από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας: Μέσω του λεγόμενου «επιτελικού» κράτους, έχει επιβάλει την απόλυτη κυριαρχία, χωρίς αντίβαρα και έλεγχο, την παρεμπόδιση της λειτουργίας του κράτους δικαίου και των ανεξάρτητων Aρχών και τη φίμωση κάθε αντίθετης προς τις επιλογές του φωνής, επιδεικνύοντας μάλιστα αλαζονεία και αποστροφή έναντι των θεσμικών λειτουργιών.
Στον αντίποδα, ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία κινήθηκε από την πρώτη στιγμή θεσμικά προτείνοντας ένα πρόσωπο ευρύτατης αποδοχής, την Λούκα Κατσέλη, μία ισχυρή πολιτική προσωπικότητα με σοβαρό ακαδημαϊκό έργο, κοινωνικό αποτύπωμα και διεθνές κύρος.
Βάσει αυτών, η Λούκα Κατσέλη ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές του Συντάγματος. Ενσαρκώνει την εθνική ενότητα, τη δημοκρατική ομαλότητα, την κοινωνική συνοχή και τη διεθνή ακτινοβολία.
- Ποιες εκτιμάτε πως θα έπρεπε να είναι οι προτεραιότητες της προσεχούς συνταγματικής αναθεώρησης;
- Οι συσχετισμοί στην παρούσα, την προτείνουσα (την αναθεώρηση) Βουλή δεν είναι ευνοϊκοί για μία συνταγματική αναθεώρηση με προοδευτικό πρόσημο. Βέβαια, θα είναι κρίσιμη η σύνθεση της επόμενης, της αναθεωρητικής Βουλής, καθώς μόνο με την ενίσχυση των προοδευτικών δυνάμεων υπάρχει δυνατότητα να υπάρξει αναθεώρηση προς προοδευτική κατεύθυνση.
Στόχος της αναθεώρησης, θα πρέπει να είναι οι απαντήσεις στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η δημοκρατία, το κοινοβουλευτικό σύστημα, το κράτος δικαίου και η δικαιοσύνη.
Θα πρέπει να προβλεφθούν ρυθμίσεις για την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, του κοινοβουλίου και των ανεξάρτητων Αρχών, αλλά και η ενεργός κατοχύρωση της άμεσης λαϊκής συμμετοχής σε όλες τις κρατικές λειτουργίες.
Πρέπει να αντιμετωπιστούν και οι παθογένειες της λειτουργίας του πολιτεύματος, που αποτέλεσαν την αιτία των παρατεταμένων κρίσεων στους θεσμούς και στην οικονομία, που εξακολουθεί να βιώνει η χώρα και οι πολίτες. Παθογένειες, όπως η διαπλοκή της πολιτικής- συγκεκριμένων πολιτικών δυνάμεων με την οικονομική εξουσία, η διαφθορά αλλά και οι ανισότητες ως προς την ποινική μεταχείριση όλων των πολιτών (αναφέρομαι στην ποινική ευθύνη των υπουργών).
Επιπλέον πρέπει να προταθούν ρυθμίσεις για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών δικαιωμάτων με σαφή και απόλυτη κατοχύρωση της συλλογικής αυτονομίας και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Και βέβαια θα πρέπει να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, με παρεμβάσεις στον τρόπο ανάδειξης της ηγεσίας της και στον αποκλεισμό προβλέψεων που παραπέμπουν στην εξάρτηση δικαστικών λειτουργών από την εκτελεστική εξουσία. .
Επιπλέον στόχος θα πρέπει να είναι ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και των κινδύνων που επιφυλάσσει η ανεξέλεγκτη κυριαρχία και οι αυθαίρετες και κερδοσκοπικές πρακτικές του νεοφιλελευθερισμού και των αγορών. Σε αυτό το πλαίσιο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα κοινωνικών αγαθών, όπως το νερό και το ρεύμα, ώστε να μην επιτραπεί σε επιχειρηματικά συμφέροντα να οδηγήσουν στην ακύρωση του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα τους και στη μετατροπή τους σε εμπορεύματα- αντικείμενο συναλλαγής.
- Το 2025 μπήκε δημοσκοπικά για τα κόμματα όπως έφυγε το 2024. Γιατί είναι τόσο δύσκολο κάποιο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης να αποτελέσει δυνατό αντίπαλο πόλο στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη;
- Τα τελευταία χρόνια το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως βιώνει κρίση, με τους πολίτες να αμφισβητούν τις πολιτικές διαδικασίες, ακόμη και τις εκλογές. Η αποχή αυξάνεται σε κάθε εκλογική αναμέτρηση.
Επομένως, αποτελεί στοίχημα για την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία να επανασυσπειρώσει τον προοδευτικό κόσμο στην κατεύθυνση μεγάλων πολιτικών αλλαγών που έχει ανάγκη η χώρα.
Για εμάς, αυτό είναι το ζητούμενο, δηλαδή η δημιουργία πολιτικών συσχετισμών που θα μπορέσουν να ανατρέψουν την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη πολιτική κατεύθυνση και τις αντίστοιχες πολιτικές της κυβέρνησης της ΝΔ. Αυτό μπορεί να γίνει με τη συγκρότηση ενός ευρέως αντινεοφιλελεύθερου μετώπου, στη βάση ενός συγκεκριμένου προοδευτικού πολιτικού σχεδίου προς όφελος των «πολλών»- της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
- Με αφορμή τις συχνές αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα, δεν είναι λογικό από την άλλη η κυβέρνηση να νομοθετεί και με βάση τις κοινωνικές συνθήκες κάθε εποχής;
- Η ποινική νομοθεσία, όπως και κάθε άλλη νομοθεσία, αντιμετωπίζουν εκφάνσεις της (κοινωνικής) ζωής. Σε αυτό το πλαίσιο, η νομοθεσία πρέπει να ανταποκρίνεται και να εναρμονίζεται με τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες, ανάγκες και απαιτήσεις.
Οι αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα απαιτούν εκτενή επιστημονική διαβούλευση με τη συμμετοχή νομικών, κοινωνιολόγων, εγκληματολόγων και της κοινωνίας των πολιτών. Δυστυχώς, πολλές από τις πρόσφατες τροποποιήσεις έγιναν με συνοπτικές διαδικασίες, γεγονός που υπονομεύει τη λειτουργικότητα και την ποιότητα του δικαίου. Η νομοθεσία δεν μπορεί να γίνεται εργαλείο πρόχειρων αλλαγών, για να εξυπηρετεί μικροκομματικές και επικοινωνιακές σκοπιμότητες.
Οι συχνές και αποσπασματικές αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα, ειδικά όταν αυτές γίνονται χωρίς επαρκή διαβούλευση και επιστημονική τεκμηρίωση, εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για την ποιότητα του κράτους δικαίου. Και αυτό ενισχύεται με την κατεύθυνση των αλλαγών στην ποινική νομοθεσία, που διακρίνει την κυβερνητική νομοθέτηση. Αυτή διαπνέεται από τιμωρητική διάθεση και όχι από την επιδίωξη σωφρονισμού και επανένταξης των παραβατών- των δραστών στην κοινωνία.
Η κυβέρνηση δεν πρέπει να αντιμετωπίζει τον Ποινικό Κώδικα ως ένα εργαλείο επικοινωνιακής τακτικής, με συχνές τροποποιήσεις που εξυπηρετούν πρόσκαιρες μικροκομματικές και επικοινωνιακές ανάγκες ή μάλλον σκοπιμότητες, όπως η εκμετάλλευση του (επίκαιρου κάθε φορά) λαϊκού αισθήματος. Το δίκαιο πρέπει να είναι σταθερό και προβλέψιμο, ώστε να εμπνέει ασφάλεια, να εκπέμπει αξιοπιστία και να ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τη δικαιοσύνη. Δεν υπάρχει ασφάλεια δικαίου όταν αλλάζουν συνεχώς οι ποινικοί κανόνες.