Ο γερμανικός κυβερνητικός συνασπισμός κατέρρευσε στις 6 Νοεμβρίου 2024, επειδή τα τρία κόμματα που τον απάρτιζαν (SPD, Πράσινοι, FDP) διαφωνούσαν σχετικά με το «πού θα βρεθούν τα λεφτά» για τη χρηματοδότηση της περαιτέρω στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία. SPD και Πράσινοι έβλεπαν ως μονόδρομο την άρση του «φρένου χρέους», αλλά οι Φιλελεύθεροι (FDP) έθεταν ως «κόκκινη γραμμή» τη διατήρησή του. Η οικονομία φαινόταν ότι θα έμπαινε στο επίκεντρο της προεκλογικής αντιπαράθεσης. Άλλωστε το άλλο μεγάλο θέμα, η μετανάστευση, θεωρείτο ακόμη προνομιακό πεδίο για την ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) και δευτερευόντως για την Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW).
Τέσσερις μήνες και τρεις αιματηρές επιθέσεις από αλλοδαπούς αργότερα, η προεκλογική αντιπαράθεση έχει περιοριστεί σχεδόν αποκλειστικά σε κόντρα για το μεταναστευτικό. Τα κόμματα αναζητούν δύσκολες ισορροπίες ανάμεσα στον παλμό του ψηφοφόρου και στις ιδεολογικές αρχές τους. Την ατζέντα θέτουν πιεστικά από τη μια πλευρά η επικαιρότητα, καθώς η κοινωνία παρακολουθεί σοκαρισμένη τις επιθέσεις από αιτούντες άσυλο να εξελίσσονται σε νέα «ρουτίνα» και από την άλλη η ακροδεξιά, η οποία ασφαλώς αναγνωρίζει την «ευκαιρία» της, ενισχυμένη και από την πρόσφατη στήριξη της νέας αμερικανικής κυβέρνησης.
Ο υποψήφιος της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) Φρίντριχ Μερτς θα προτιμούσε βεβαίως να κυριαρχήσει η οικονομία. Πολλά χρόνια στην ελεύθερη αγορά ο ίδιος, ενσαρκώνει ιδανικά το μοντέλο του συντηρητικού γερμανού τεχνοκράτη που έχει τη συνταγή της επιστροφής στην ανάπτυξη και τις απαντήσεις για την δημοσιονομική εξυγίανση.
Μετά το Ασάφενμπουργκ, όπου ένας Αφγανός επιτέθηκε με μαχαίρι εναντίον παιδιών βρεφονηπιακού σταθμού και σκότωσε ένα αγόρι 2 ετών και έναν 41χρονο άνδρα που επιχείρησε να τον σταματήσει, ο Φρίντριχ Μερτς μέσα σε μια νύχτα βρέθηκε ξαφνικά να κυνηγά κι εκείνος το κύμα της μετανάστευσης: κατέθεσε δύο ψηφίσματα και ένα σχέδιο νόμου με ιδιαίτερα περιοριστικές πολιτικές – κάποιες ακόμη και αμφιλεγόμενες ως προς την συνταγματικότητα τους – και ζήτησε να το ψηφίσει «όποιος θέλει, ακόμη και η AfD», σπάζοντας έτσι ένα ταμπού δεκαετιών, το λεγόμενο «τείχος πυρός» μεταξύ των δημοκρατικών κομμάτων και της ακροδεξιάς. Το ένα ψήφισμα πέρασε τελικά με τις ψήφους της AfD, η οποία δεν έχασε ασφαλώς την ευκαιρία να νομοθετήσει για πρώτη φορά.
Την επόμενη Κυριακή θα γνωρίζουμε εάν η υψηλού ρίσκου πρωτοβουλία του Φρίντριχ Μερτς – το «τζογάρισμα», σύμφωνα με τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς – εκτός από βαρύ κλίμα πόλωσης μεταξύ των κομμάτων, έφερε και εκλογικά κέρδη.
Ο αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ δήλωσε πρόσφατα ότι η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) θα μικρύνει μόνο εάν μικρύνουν τα προβλήματα που κάποτε τη βοήθησαν να μεγαλώσει. Ενόψει των εκλογών, όλα τα κόμματα έχουν επενδύσει στη μεταναστευτική πολιτική που προτείνουν στους ψηφοφόρους:
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του Όλαφ Σολτς διακηρύσσει ότι θέλει να διαχειριστεί το μεταναστευτικό «με ανθρωπιστική ευθύνη», ζητά επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου με ολοκλήρωση της διοικητικής επεξεργασίας εντός έξι μηνών από 8,7 μήνες που είναι κατά μέσο όρο σήμερα και υποστηρίζει ότι η οικογενειακή επανένωση θα πρέπει να συνεχιστεί για όσους δικαιούνται επικουρική προστασία.
Η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU), όπως φάνηκε και από τις πρόσφατες κοινοβουλευτικές της πρωτοβουλίες, θέλει να επιβάλει άμεσα «de facto» πάγωμα εισόδου για όποιον δεν διαθέτει ταυτότητα, διαβατήριο ή και βίζα όπου είναι απαραίτητο. Όπως έχει δηλώσει ήδη ο Φρίντριχ Μερτς, την πρώτη ημέρα του στην καγκελαρία θα επιβάλει το κλείσιμο των γερμανικών συνόρων, την αναστολή της οικογενειακής επανένωσης και τον τερματισμό προγραμμάτων υποδοχής.
Η πλέον περιοριστική πολιτική για το μεταναστευτικό προτείνεται από την Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD), υπό τον τίτλο «Ώρα για Ασφάλεια» και τον υπότιτλο «υποχρεωτικός επαναπατρισμός» (Remigration). Σε περίπτωση αμφιβολίας, άτομα με μεταναστευτικό υπόβαθρο θα υφίστανται πίεση να εγκαταλείψουν τη Γερμανία.
Στον αντίποδα, οι Πράσινοι τάσσονται υπέρ της διατήρησης του θεμελιώδους δικαιώματος στο άσυλο, καθώς και των διεθνών υποχρεώσεων βάσει της Σύμβασης της Γενεύης για τους Πρόσφυγες και της Ευρωπαϊκής Συνθήκης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP) δεν ευνοείται από τη συζήτηση για το μεταναστευτικό, καθώς το θέμα δεν κυριάρχησε ποτέ στην κομματική ατζέντα. Οι Φιλελεύθεροι επιθυμούν να εισαγάγουν ένα νέο κοινωνικό καθεστώς για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων των Ουκρανών: χαμηλότερες κοινωνικές παροχές σε σχέση με το επίδομα του πολίτη, αλλά μεγαλύτερη υποστήριξη στην εύρεση εργασίας.
Η Αριστερά (Die Linke) απορρίπτει τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας και τη μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου προς το αυστηρότερο. Η Αριστερά δεσμεύεται ακόμη να διασφαλίσει ότι ως αιτίες φυγής θα αναγνωρίζονται οι κλιματικές συνθήκες και οι περιβαλλοντικές κρίσεις.
Η Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) θέλει τα άτομα που εισέρχονται στη Γερμανία από μια ασφαλή τρίτη χώρα να μην έχουν δικαίωμα σε διαδικασία ασύλου ή κοινωνικές παροχές. Η προστασία κατά της απέλασης θα πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι το ενδιαφερόμενο άτομο αντιμετωπίζει τη θανατική ποινή στη χώρα καταγωγής του.
Εάν επιβεβαιωθούν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, είναι πιθανό η κυβερνητική συνεργασία που θα αναζητηθεί να είναι ο πρώην «μεγάλος» συνασπισμός μεταξύ CDU/CSU και SPD.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ