Όλα δείχνουν ότι αυτήν την εβδομάδα η κυβερνητική πλειοψηφία θα πάρει τις αποφάσεις της, γνωρίζοντας ήδη τις προθέσεις της αντιπολίτευσης.
Μετά την τοποθέτηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη ραδιοφωνική του συνέντευξη στον ΣΚΑΪ, όπου δήλωσε πως «δεν βλέπει κακούργημα» στην υπόθεση του Κώστα Καραμανλή, το ενδιαφέρον στρέφεται πλέον στη νομική τεκμηρίωση της πρότασης που προτίθεται να καταθέσει η Νέα Δημοκρατία στη Βουλή για τη διερεύνηση πιθανών ποινικών ευθυνών του πρώην υπουργού.
Η συγκεκριμένη φράση του Πρωθυπουργού προδιαγράφει την πρόθεση του κυβερνώντος κόμματος να κινηθεί στο επίπεδο πλημμελήματος, και πιο συγκεκριμένα ως προς το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος. Το βασικό επιχείρημα που προβάλλεται από την κυβερνητική πλευρά είναι ότι, στην περίπτωση που το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο –στο οποίο θα διαβιβαστεί η υπόθεση βάσει του μοντέλου που εφαρμόστηκε στην υπόθεση Τριαντόπουλου– καταλήξει σε διαφορετικό νομικό χαρακτηρισμό, τότε η Δικαιοσύνη δύναται να ζητήσει εκ νέου από τη Βουλή την άρση ασυλίας για πιθανές κακουργηματικές πράξεις. Όπως επαναλαμβάνουν κυβερνητικά στελέχη, «η Νέα Δημοκρατία δεν θα σταθεί εμπόδιο στη δικαιοσύνη».
Την ίδια στιγμή, το κυβερνητικό επιτελείο απορρίπτει τις αιτιάσεις του ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τις οποίες ο Κώστας Καραμανλής είχε γνώση των σοβαρών ελλείψεων στον σιδηρόδρομο –μετά και τις σχετικές γραπτές ενημερώσεις από εργαζομένους– και παρ’ όλα αυτά αποδέχθηκε τον κίνδυνο που εγκυμονούσε για την ασφάλεια των επιβατών.
Τόσο ο Πρωθυπουργός, αλλά και κυβερνητικά στελέχη, υιοθετούν την άποψη ότι το κατηγορητήριο του ΠΑΣΟΚ που αφορά στο αδίκημα της διατάραξης των συγκοινωνιών δεν στοιχειοθετείται για τον πρώην Υπουργό, καθώς οι κατά τον νόμο υπεύθυνοι ήταν άλλοι: η ΡΑΣ και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων που είχαν ανάψει το πράσινο φως για την κυκλοφορία των τρένων στην γραμμή Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Τότε γιατί θα κάνει πρόταση για παραπομπή αφού δεν βλέπει αδίκημα; Διερωτάται το ΠΑΣΟΚ που έχει ήδη βγάλει το…όπλο του, καταγγέλλοντας για μία ακόμη φορά απόπειρα συγκάλυψης.
Και στο βάθος συνταγματική αναθεώρηση
Όλα δείχνουν ότι αυτήν την εβδομάδα η κυβερνητική πλειοψηφία θα πάρει τις αποφάσεις της, γνωρίζοντας ήδη τις προθέσεις της αντιπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ ζητεί την σύσταση προανακριτικής επιτροπής για το κακούργημα της διατάραξης ασφάλειας των συγκοινωνιών, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ «ταλαντεύεται» εσωτερικά για το εάν θα πρέπει να συμπεριληφθεί στο «κατηγορητήριο» το όνομα του Κυριάκου Μητσοτάκη, με τις απόψεις να διίστανται. Όλα δείχνουν ότι τυχόν σύμπλευση του ΣΥΡΙΖΑ με την Νέα Αριστερά σε κοινή κατάθεση πρότασης έχει ναυαγήσει, ενώ το ΚΚΕ θα πορευτεί μόνο του, με δική του πρόταση για την διερεύνηση κακουργηματικών πράξεων, βάζοντας στο στόχαστρο και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Σε αυτήν την συγκυρία, το Μέγαρο Μαξίμου ανοίγει την ατζέντα της συνταγματικής αναθεώρησης, βάζοντας στο κάδρο το άρθρο 86 περί ευθύνης υπουργών, έχοντας ήδη εκφράσει την άποψή της μέσα από την στάση της στην τραγωδία των Τεμπών: εάν υπάρχει ποινική ευθύνη υπουργού, αρμόδιος να το κρίνει είναι το δικαστικό συμβούλιο και όχι η βουλή με τα διαφορετικά πορίσματα των κομμάτων.
«Απαίτηση των πολιτών είναι οι πολιτικοί να πηγαίνουν στον φυσικό δικαστή» λένε κυβερνητικά στελέχη, αυτό συνέβη στην περίπτωση Τριαντόπουλου, όλα δείχνουν ότι το ίδιο μοντέλο θα ακολουθηθεί και για τον Κώστα Καραμανλή. «Μόνο που ακόμη δεν έχει επέλθει η αναθεώρηση του άρθρου» απαντά το ΠΑΣΟΚ, κάνοντας λόγο για διαδικασία παρά το Σύνταγμα, που προβλέπει κλήση μαρτύρων, εξέταση εγγράφων, αναζήτηση περαιτέρω στοιχείων εάν χρειαστεί και έκδοση πορισμάτων, τα οποία θα φθάσουν στα χέρια του δικαστικού συμβουλίου.