Περισσότεροι από εκατό ασθενείς περιμένουν για μεταμόσχευση κερατοειδούς στο ΑΧΕΠΑ, όπου από το 1992 λειτουργεί η Τράπεζα Οφθαλμών – η μοναδική στη χώρα μέχρι το 2024, οπότε ιδρύθηκε αντίστοιχη Τράπεζα στο νοσοκομείο Γεννηματάς της Αθήνας. Οι διαθέσιμοι κερατοειδείς από δωρεές δεν επαρκούν, με αποτέλεσμα οι λίστες αναμονής να παραμένουν μεγάλες σε όλη την Ελλάδα, αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο επίκουρος καθηγητής Oφθαλμολογίας του ΑΠΘ, Δημήτριος Μικρόπουλος.
Το 2024 παραλήφθηκαν 67 μοσχεύματα κερατοειδούς στο ΑΧΕΠΑ, τα οποία μοιράστηκαν με το Παπαγεωργίου, όπου επίσης πραγματοποιούνται μεταμοσχεύσεις. Συγκεκριμένα το 2024 έγιναν 24 μεταμοσχεύσεις στο ΑΧΕΠΑ και άλλες τόσες στο Παπαγεωργίου, ενώ 19 μοσχεύματα κρίθηκαν ακατάλληλα. Φέτος, μέχρι στιγμής, έχουν ληφθεί 29 μοσχεύματα, έγιναν 14 μεταμοσχεύσεις στο ΑΧΕΠΑ και 14 στο Παπαγεωργίου, ενώ ένα μόσχευμα ήταν ακατάλληλο.
Έκκληση για δωρεά κερατοειδών
Απευθύνοντας έκκληση για δωρεά κερατοειδών, ο κ. Μικρόπουλος σημειώνει πως πρέπει να περάσει στη συνείδηση του κόσμου ότι στην περίπτωση της δωρεάς δεν αφαιρείται ολόκληρος ο οφθαλμός, αλλά μόνο ένα μικρό κομμάτι ιστού και η λήψη του γίνεται μετά τον θάνατο του δότη.
«Είναι κρίμα να μη γίνονται δωρεές, γιατί πραγματικά μπορούμε να προσφέρουμε. Η αποκατάσταση της όρασης προσφέρει βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και επανένταξή τους στο κοινωνικό και επαγγελματικό τους περιβάλλον. Αν είχε περάσει περισσότερο στη συνείδησή μας να προσφέρουμε κερατοειδείς, θα μπορούσαμε να κάνουμε πολλά περισσότερα από αυτά που ήδη κάνουμε», σημειώνει ο κ. Μικρόπουλος και εξηγεί:
«Όταν πρόκειται να κάνουμε μεταμόσχευση κερατοειδούς, αφαιρούμε από το μάτι του δωρητή έναν ιστό – τον κερατοειδή – που είναι ένα τετραγωνικό εκατοστό, ίσως και λιγότερο, δηλαδή έχει διάμετρο 12 χιλιοστών. Τα μοσχεύματα κερατοειδούς διατηρούνται μεγαλύτερο διάστημα από τα άλλα όργανα.»
Μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς γίνονται σε όλες τις παθήσεις που προκαλούν θόλωση του κερατοειδούς, αναφέρει ο κ. Μικρόπουλος και εξηγεί: «Ο κερατοειδής είναι ο πρόσθιος ιστός του ματιού, ο οποίος είναι διάφανος για να μπορεί να μπαίνει το φως μέσα στο μάτι. Οποιαδήποτε πάθηση ή κατάσταση θολώσει τον κερατοειδή θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με μεταμόσχευση, δηλαδή με αντικατάσταση του θολωμένου ιστού με έναν καθαρό. Αυτό μπορεί να συμβεί για παράδειγμα από μόλυνση, από τραύμα ή μετά από έγκαυμα. Υπάρχουν κληρονομικές παθήσεις και συγγενείς ανωμαλίες όπου δεν αναπτύσσεται καλά ο κερατοειδής και χρειάζεται μεταμόσχευση. Είναι πάρα πολλά τα αίτια.
Ο κ. Μικρόπουλος προσθέτει ότι ένας κερατοειδής μπορεί να μεταμοσχευθεί σε περισσότερους από έναν ασθενείς. «Παλαιότερα μεταμοσχεύαμε ολόκληρο τον κερατοειδή. Σήμερα μπορούμε να κάνουμε μεταμοσχεύσεις στρωμάτων κερατοειδούς. Δηλαδή, εάν η πάθηση του κερατοειδούς εντοπίζεται στο ενδοθήλιο, μπορούμε να πάρουμε μόνο αυτό το τμήμα και να το μεταμοσχεύσουμε. Εάν έχουμε έναν θολό κερατοειδή όπου η θόλωση εντοπίζεται στο πρόσθιο τμήμα, μπορούμε να πάρουμε μόνο το στρώμα και να το μεταμοσχεύσουμε. Με αυτό τον τρόπο χωρίζουμε τον κερατοειδή σε δύο τμήματα και αποκτούμε δύο μοσχεύματα. Μπορούμε δηλαδή με ένα μόσχευμα να κάνουμε δύο μεταμοσχεύσεις.
Στην Ελλάδα, η πρώτη Τράπεζα Οφθαλμών ιδρύθηκε το 1992 στην Α΄ Οφθαλμολογική Κλινική ΑΠΘ στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ της Θεσσαλονίκης. Χρειάστηκε να περάσουν 32 χρόνια για να ιδρυθεί Τράπεζα Οφθαλμικών Ιστών στην Α΄ Οφθαλμολογική Κλινική του ΕΚΠΑ στο νοσοκομείο Γεννηματάς στην Αθήνα.
«Στα δημόσια νοσοκομεία η μεταμόσχευση γίνεται χωρίς οικονομική επιβάρυνση για τον ασθενή και μακάρι να έχουμε στο μέλλον περισσότερα μοσχεύματα ώστε να μπορέσουμε να προσφέρουμε καλύτερη ποιότητα ζωής σε ακόμη περισσότερους συνανθρώπους μας», προσθέτει ο κ. Μικρόπουλος.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ