Γιαννούλης Χαλεπάς: Ο εμβληματικός γλύπτης και οι περιπετειώδεις πτυχές της ζωής του

Γιαννούλης Χαλεπάς: Ο εμβληματικός γλύπτης και οι περιπετειώδεις πτυχές της ζωής του

Ανακαλύψτε τη ζωή και το έργο του Γιαννούλη Χαλεπά, ενός από τους πιο σημαντικούς Έλληνες γλύπτες. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1938, ο εμβληματικός γλύπτης Γιαννούλης Χαλεπάς απεβίωσε. Σύμφωνα με την μαρτυρία της ανιψιάς του Ειρήνης, που τον φρόντιζε, ο Χαλεπάς βρισκόταν ξαπλωμένος στο δωμάτιό του, στο σπίτι της στην οδό Δαφνομήλη 35, στην Αθήνα. Της ζήτησε λίγο νερό και, όταν εκείνη επέστρεψε από την κουζίνα με το ποτήρι, ο γλύπτης είχε πια αφήσει την τελευταία του πνοή.

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου 1851 στο χωριό Πύργος της Τήνου και από το 1869 έως το 1872 σπούδασε στην Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα, η οποία τότε ονομαζόταν Σχολείον των Τεχνών. Το 1873, θα μεταβεί στο Μόναχο, όπου θα συνεχίσει τις σπουδές του με υποτροφία. Το 1877 φιλοτέχνησε την Κοιμωμένη, το γνωστό επιτύμβιο μνημείο στον τάφο της Σοφίας Κ. Αφεντάκη, η οποία είχε αποβιώσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα σε ηλικία 17 ετών. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η ψυχική του υγεία άρχισε να επιβαρύνεται.

Η Ιωάννα Σουφλέρη και το ΒΗΜΑ, καταγράφουν το 2007, τα λεγόμενα του καθηγητή Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κώστα Σολδάτου, σχετικά με την ψυχοπαθολογία και την καλλιτεχνική δημιουργία του Χαλεπά. Σύμφωνα με τον κ. Σολδάτο, παρατηρούνται έντονες ψυχοπαθολογικές εκδηλώσεις με σαφή παρανοειδή στοιχεία, καθώς και καταθλιπτικές προσμείξεις. Έτσι, παρατηρούνται βίαια ξεσπάσματα, παρερμηνείες, πιθανές ψευδαισθήσεις, μελαγχολική διάθεση και τάσεις απομόνωσης.

Το 1888 αποφασίστηκε η εισαγωγή του Χαλεπά στο Δημόσιο Ψυχιατρείο Κέρκυρας, όπου παρέμεινε για 14 χρόνια. Τον Ιούνιο του 1902, εξήλθε του ψυχιατρείου και επέστρεψε στη γενέτειρά του, τον Πύργο της Τήνου. Ο κ. Σολδάτος σημειώνει ότι η κατάσταση του Χαλεπά κατά την έξοδό του χαρακτηρίζεται από ουσιαστική ύφεση της ψυχοπαθολογίας του.

Στην Τήνο, ο 51 ετών Χαλεπάς εργάστηκε ως βοσκός, ενώ τα έργα του καταστρέφονταν από τη μητέρα του, η οποία πίστευε ότι η τέχνη του ευθύνεται για την ασθένειά του. Παρά την αναμενόμενη αντίδραση των γονέων του, το 1916 ο Χαλεπάς φέρεται να αντέδρασε σχεδόν αναισθητικά στον θάνατο της μητέρας του, πράγμα που ο κ. Σολδάτος ερμηνεύει ως εκδήλωση ανακούφισης, καθώς επανήλθε στην καλλιτεχνική του δραστηριότητα.

Έτσι, στα 65 του χρόνια, ο Χαλεπάς είναι πλέον ελεύθερος να ασκήσει την τέχνη του. Δημιουργεί ασταμάτητα, αν και συνεχίζει να ζει μια ζωή που θυμίζει ερημίτη. Το 1927, η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών. Τον Νοέμβριο του 1929, ο Γ. Β. Δούκας και το ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ επισκέπτονται τον Χαλεπά και παρατηρούν τη ζωή και το έργο του στην απομόνωσή του.

Το 1930, ο Χαλεπάς αποφάσισε να εγκαταλείψει τη ζωή του στον Πύργο Τήνου και να δεχθεί τη φροντίδα της ανιψιάς του, Ειρήνης Β. Χαλεπά, ζώντας μαζί της στην οδό Δαφνομήλη. Αυτός θα είναι ο τελευταίος σταθμός στη ζωή του σπουδαίου γλύπτη, καθώς απεβίωσε 8 χρόνια αργότερα.

Η διάγνωση που οδήγησε τον Χαλεπά στο ψυχιατρείο το 1888 ήταν άνοια, όρος που τότε χρησιμοποιείτο χωρίς ακρίβεια. Ο κ. Σολδάτος επισημαίνει ότι η περίπτωση του Γιαννούλη Χαλεπά αποτελεί παράδειγμα για τη φυσική πορεία της ψύχωσης σχιζοφρενικού τύπου σε μια εποχή χωρίς αποτελεσματικές θεραπείες.

Πηγή περιεχομένου: in.gr

Loading

Play